Η επίδραση ενός πανεπιστημίου σε μια επαρχιακή πόλη έχει σημαντικές διαστάσεις, πολιτισμικές, εκπαιδευτικές, αναπτυξιακές, αλλά και οικονομικές. Με αφορμή πρόσφατες δηλώσεις και τη συζήτηση που ακολούθησε στα τοπικά ΜΜΕ, κρίνω σκόπιμο να ενημερωθεί η κοινή γνώμη για τις οικονομικές επιπτώσεις και μόνο, με μια όσο το δυνατόν ακριβέστερη άσκηση εκτίμησης.
Δυστυχώς, και με βάση την τριακονταετή διαμάχη των τεσσάρων θεσσαλικών πόλεων, που ξαναφούντωσε με ευκαιρία τη συνένωση του ΠΘ με το ΤΕΙ Λάρισας, οι δημοτικές αρχές και οι τοπικοί παράγοντες εστιάζουν την προσοχή τους στις άμεσες μόνον ωφέλειες από τη φοιτητική δαπάνη. Όντως αυτές είναι σημαντικές. Για το πολεοδομικό συγκρότημα του Βόλου, αν λάβουμε υπόψη ότι από τους 14.350 φοιτητές όλων των βαθμίδων, το 75% είναι εγγεγραμμένο στα τμήματα του Βόλου, τότε προκύπτει μια μηνιαία δαπάνη, περίπου 5 εκ. €για 10.000 φοιτητές, για μια μέση δαπάνη 500€ έκαστος. Σε ετήσια βάση αυτή η δαπάνη φτάνει τα 55 εκατομμύρια, αν δεχτούμε ότι οι φοιτητές μένουν εδώ 11 μήνες τον χρόνο. Ωστόσο, οι δαπάνες διαβίωσης φοιτητών είναι μέρος των οικονομικών επιπτώσεων. Πρέπει να συμπεριλάβει κανείς και τις δαπάνες διαβίωσης του προσωπικού, με οποιοδήποτε καθεστώς εργασίας, προσωπικό που ενδεχομένως δεν θα ζούσε εδώ, αν δεν υπήρχε το Πανεπιστήμιο. Αναφέρομαι στους 440 καθηγητές, στους 270 μονίμους υπαλλήλους, στα 100 περίπου μέλη Εργαστηριακού και Τεχνικού προσωπικού, στους 103 συμβασιούχους διδάσκοντες, και στους 790 συμβασιούχους διοικητικούς στην Επιτροπή Ερευνών, και τους εργαζόμενους στην Εταιρεία Αξιοποίησης. Αν δεχτούμε και πάλι, ότι μόνο το 75% όλων αυτών ζει μόνιμα στον Βόλο, τότε με μια μέση μηνιαία δαπάνη 1000€, το συνολικό ποσό φτάνει ετησίως τα 14 εκατομμύρια. Μαζί με τα προηγούμενα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του και τις δαπάνες λειτουργίας του ΠΘ στην πόλη, που συμπεριλαμβάνουν τις δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού, τις δαπάνες δημοσίων επενδύσεων και τις ερευνητικές δαπάνες, από τα χιλιάδες ερευνητικά προγράμματα που διαχειρίζεται η Επιτροπή Ερευνών. Όπως φαίνεται αναλυτικά στον παρακάτω πίνακα, αυτές υπολογίζονται σε € 5, 7 και 11,6 εκατ. ετησίως. Σημαντική δαπάνη αποτελεί τέλος και η άνοδος της επισκεψιμότητας της πόλης από τον συνεδριακό τουρισμό. Με μετριοπαθείς εκτιμήσεις, στα δεκάδες συνέδρια, συναντήσεις εργασίας και διαλέξεις, στην Μαγνησία έρχονται 5.000 επισκέπτες τον χρόνο, «αφήνοντας» στην τοπική οικονομία περίπου 2 εκ€.
Τα στοιχεία αποτυπώνονται ως εξής:
1. Δαπάνες ετησίως 94.557.000€:
Φοιτητών (10.000 Χ 500€ Χ 11 μήνες ήτοι 75% των 14350 φοιτητών), 55.000.000€. Εργαζομένων (440 ΔΕΠ, 103 ΔΙΔ, 270 ΔΙΟΙΚ, 100 ΕΤΕΠ/ΕΕΔΙΠ, 600 συμβασιούχοι = 1548 Χ 1.000 € Χ 12 μήνες = 18.576.000 Χ 75% στον Βόλο), 13.932.000€. Δαπάνες τακτικού προϋπολογισμού (σύνολο 6.000.000€ Χ 75% για Βόλο), 5.000.000€. Δαπάνες δημοσίων επενδύσεων (σύνολο 10.000.000 Χ 70% για Βόλο), 7.000.000€. Ειδικός λογαριασμός έρευνας (συνολικές δαπάνες 2016 = 15.500.000 Χ 75% για Βόλο), 11.625.000€. Επισκεψιμότητα (Συνέδρια, ημερίδες, εκδηλώσεις, συνεργασίες 5.000 άτομα Χ 3 μέρες Χ 150 €), 2.000.000€.
2. Απασχόληση (Βόλου), 1.305 άτομα:
Καθηγητές (από 438) 250. Διδάσκοντες με ανάθεση (από 103) 80. Διοικητικοί υπάλληλοι (από 267) 200. ΕΤΕΠ/ΕΕΔΙΠ (από 97) 75. Συμβάσεις σε ερευνητικά προγράμματα (από 791 Χ 700E) 700. Φοιτητές 10846 + 2092 ΠΜΣ + 1309 υπ. δρ.
Χωρίς αμφιβολία το Πανεπιστήμιο είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης της πόλης και ένας από τους ελάχιστους που αύξησε την απασχόληση στα εννιά χρόνια της κρίσης.
Όπως ανέφερα εισαγωγικά, οι άμεσες οικονομικές επιπτώσεις δεν είναι οι μόνες, ούτε καν οι σημαντικότερες. Επίσης υπάρχουν και οι έμμεσες, πολλαπλασιαστικές επιδράσεις (περιφερειακός πολλαπλασιαστής): Η δαπάνη ενός ευρώ στην τοπική αγορά, αυξάνει τη ζήτηση για τοπικά αγαθά, την τοπική παραγωγή, την τοπική απασχόληση, τα τοπικά εισοδήματα, και ξανά τη ζήτηση. Αυτές δεν έχουν ποτέ μετρηθεί. Ωστόσο, οι αναπτυξιακές επιπτώσεις είναι πολύ σημαντικότερες και αφορούν στον εκσυγχρονισμό της τοπικής οικονομίας με δραστηριότητες αιχμής, στην αλληλεπίδραση με τους τοπικούς παραγωγικούς φορείς (βιομηχανία, εμπόριο, αλλά και αγροτική παραγωγή), στον σχεδιασμό πολιτικών της αυτοδιοίκησης Α και Β’ βαθμού, όταν αυτή θέλει να συνεργαστεί, και στη διεθνή προβολή της περιοχής. Χρειάζεται να θυμίσω στους Βολιώτες πως απορροφήθηκε το σοκ της αποβιομηχάνισης της δεκαετίας του 1980; Τι βιομηχανικά κουφάρια άφησε πίσω της και πως αυτά αποκατασταθήκαν και επαναχρησιμοποιήθηκαν από τα τμήματα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Θυμίζω λοιπόν: Καπναποθήκη Παπαστράτου, Εργοστάσιο Παπαρρήγα, Καπναποθήκες Ματσάγγου στο Φυτόκο, Καπνεργοστάσιο Ματσάγγου, κ.ο.κ. Ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα μετατράπηκαν από εστίες μόλυνσης και εγκατάλειψης σε εστίες έρευνας και γνώσης. Ακολουθούν το οικόπεδο της ΥΕΒ στα Παλιά και η Βαμβακουργία. Όλα αυτά χάρη στη συνδρομή των Ελλήνων φορολογουμένων και των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και χωρίς επιβάρυνση του Δήμου Βόλου.
Στη νέα φάση του, μετά τη βίαια συνένωσή του με το ΤΕΙ και τον άμεσο και απότομο διπλασιασμό των υποδομών και του έμψυχου υλικού το Πανεπιστήμιο καλείται να διαδραματίσει ακόμη πιο ενεργό ρόλο. Δεν είναι βέβαιο ότι θα το πετύχει χωρίς τη συνεργασία της πόλης. Δεν μπορούν να ωφεληθούν όλες οι πόλεις εξίσου από τη λειτουργία Πανεπιστημίων. Το πόσο θα ωφεληθούν εξαρτάται και από τις δικές τους επιλογές και δράσεις. Θα αναγνωρίσουν επιτέλους οι διοικούντες την πόλη το Πανεπιστήμιο ως ένα από τους βασικότερους μοχλούς ανάπτυξης; Θα στηρίξουν με συνέπεια τις δράσεις που απαιτούνται για αυτόν τον σκοπό;
* καθηγητή και πρόεδρου στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα Θεσσαλία