«Τόσο αρχαία, μα συνάμα τόσο νέα: υπέροχα κόκκινα κρασιά από την Ελλάδα» είναι ο τίτλος αφιερώματος των New York Times, οι οποίοι προτείνουν στους αναγνώστες τους τα 12 καλύτερα ελληνικά κόκκινα κρασιά. Aνάμεσα σε αυτά και δύο θεσσαλικές ετικέτες, μία από τη Λάρισα και μία από την Καρδίτσα.

Μπορεί να φαίνεται παράδοξο να σκεφτόμαστε την Ελλάδα ως «αναδυόμενη» οινοπαραγωγική χώρα, λαμβάνοντας υπόψιν τις αρχαίες ρίζες της παραγωγής κρασιού στη χώρα μας.

Ομως, στην παγκόσμια αγορά εκλεκτών κρασιών, έτσι ακριβώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται η Ελλάδα.

Το θέμα δεν είναι για πόσο καιρό μια χώρα ή μια περιοχή διατηρεί μια «κουλτούρα» παραγωγής κρασιού, αλλά πόσο πρόσφατα τα μπουκάλια της έχουν αρχίσει να ταξιδεύουν σε μακρινά μέρη του πλανήτη.

Μόνο τα τελευταία περίπου 20 χρόνια ο υπόλοιπος πλανήτης είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από πρώτο χέρι την ιδιαιτερότητα των ελληνικών κρασιών.

Τα 20 χρόνια μπορεί να θεωρηθούν ακόμη και πολλά. «Η εύρεση ελληνικών κόκκινων κρασιών στη Νέα Υόρκη ακόμη και πριν από 15 χρόνια θα απαιτούσε ένα ταξίδι στην Αστόρια, έναν ελληνικό θύλακα όπου οι κάβες εξυπηρετούσαν όσο καλύτερα μπορούσαν της προτιμήσεις της τοπικής κοινότητας και των μεταναστών», περιγράφει ο αρθρογράφος των New York Times, Ερικ Ασίμωφ.

Τα πράγματα όμως άλλαξαν ριζικά αρκετά γρήγορα. «Αυτόν τον Φεβρουάριο, ψωνίζοντας στο διαδίκτυο από κάποιες κάβες στο Μανχάταν, είχα τη δυνατότητα να βρω 12 υπέροχα ελληνικά κόκκινα κρασιά χωρίς να φύγω από το γραφείο μου», προσθέτει.

Τι οδήγησε όμως σε αυτήν την αλλαγή;

«Η αναζήτηση της ποιότητας σπάνια συμβαδίζει με την αναζήτηση της επιβίωσης», αναφέρει ο Κωνσταντίνος Λαζαράκης στο βιβλίο του «Τα Κρασιά της Ελλάδας».

Με άλλα λόγια, προς το τελευταίο τρίτο του 20ού αιώνα, η Ελλάδα στήριξε την οινοπαραγωγή που επικεντρώνονταν στην ποιότητα και οι καταναλωτές ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν για αυτά τα κρασιά. Αυτό συνεχίζεται, παρά την οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας.

Αν μη τι άλλο, υποστηρίζει ο κ. Λαζαράκης, η οικονομική κρίση οδήγησε τους Ελληνες οινοπαραγωγούς να προσπαθήσουν να πουλήσουν τα κρασιά τους στο εξωτερικό, καθώς η οικονομική κατάρρευση συρρίκνωσε την εγχώρια αγορά.

Κατά μία έννοια, η Ελλάδα βρίσκεται σε παρόμοια κατάσταση με αυτήν στην οποία βρίσκονταν Ιταλία και Ισπανία. Σε αυτές τις χώρες, οι λιγότερο γνωστές περιφέρειες έπρεπε να προωθήσουν τοπικές ποικιλίες σταφυλιών, καθώς και υποδομές που θα τους επέτρεπαν να στέλνουν τα καλύτερα κρασιά τους σε μακρινά μέρη.

Αυτή η διαδικασία δεν είναι γρήγορη και μπορεί να επιβραδυνθεί περαιτέρω από παραγωγούς που προσπαθούν να υιοθετήσουν ποικιλίες που φαίνονται επιτυχημένες σε διεθνείς αγορές.

Αυτό συνέβαινε και στην Ελλάδα, με ποικιλίες καμπερνέ σοβινιόν, μερλό και σιράζ, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή δυνατών, δρύινων κρασιών.

Η Ελλάδα φαίνεται να προωθεί πλέον τις δικές τις παραδοσιακές ποικιλίες. Κάθε ένα από τα 12 κρασιά που επέλεξε ο Ερικ Ασίμωφ είναι φτιαγμένα από ελληνικές ποικιλίες σταφυλιών όπως το ξινόμαυρο και το αγιωργίτικο, τα οποία είναι πασίγνωστα σε όλο τον κόσμο.

Υπάρχουν επίσης ποικιλίες όπως η μαυροδάφνη, η μαντηλαριά, η λιμνιώνα και το βλάχικο, τις οποίες οι καταναλωτές ενδέχεται να «γνωρίσουν» τα επόμενα χρόνια.

«Οι 12 επιλογές μου δεν είναι φυσικά τα μόνα ελληνικά κόκκινα κρασιά που αξίζει να αναζητήσετε», αναφέρει ο Ασίμωφ, προσθέτοντας ότι – για όσους προτιμούν λευκά κρασιά – οι επιλογές είναι επίσης εξαιρετικές και αρκετά περισσότερες.

«Αν δεν μπορείτε να βρείτε κάποια κρασιά, θυμηθείτε ότι αυτά είναι τα πρώιμα στάδια για τα ελληνικά κόκκινα κρασιά. Είμαι βέβαιος ότι οι επιλογές ποιοτικών – ξεχωριστών ελληνικών κόκκινων κρασιών μόνο θα αυξάνονται», προσθέτει.

Ακολουθούν τα 12 κρασιά που επέλεξε, από τη χαμηλότερη προς την υψηλότερη τιμή.

Κτήμα Γαίας, Πελοπόννησος – Monograph Αγιωργίτικο (2019)

New York Times: τα 12 καλύτερα ελληνικά κόκκινα κρασιά
© HouseofWine.gr

Αυτό το χυμώδες, φθηνό και απλό κρασί από τη Γαία, έναν από τους κορυφαίους παραγωγούς στην Ελλάδα, είναι μια εξαιρετική «εισαγωγή» στον κόσμο των ελληνικών κόκκινων κρασιών.

Η Γαία διαθέτει δύο οινοποιεία, ένα στη Σαντορίνη – το οποίο παράγει εξαιρετικά λευκά κρασιά – και ένα στη Νεμέα – το οποίο επικεντρώνεται στα κόκκινα και τη ρετσίνα.

Για το συγκεκριμένο κρασί επιλέγει σταφύλια ποικιλίας αγιωργίτικου από τους λόφους που περιβάλλουν τη Νεμέα. Σχετικά σύνθετο για το νεαρό της ηλικίας του, ελίσσεται μεταξύ του φραγκοστάφυλου, του ροδιού και της καραμέλας βουτύρου. Η γεύση του είναι ιδιαίτερα μαλακή, με στρογγυλές τανίνες και φρουτώδη επίγευση.

«Είναι απλό και κατεβαίνει εύκολα», αναφέρει ο Ασίμωφ.

Οινοποιείο Στυλιανού, Κρήτη – Great Mother Red Mandilaria (2018)

Great Mother Red Mandilaria
© eklektikon.com

Η μαντηλαριά είναι μία από τις κυριότερες ντόπιες ποικιλίες σταφυλιών στην Κρήτη, όπου ο Γιάννης Στυλιανός καλλιεργεί τα αμπέλια του λίγο έξω από την πόλη του Ηρακλείου. Η ποικιλία είναι γνωστό ότι παράγει έντονα ταννικά κρασιά με βαθύ χρώμα.

Ο κ. Στυλιανός εργάζεται με φυσικό τρόπο, οπότε τίποτα δεν προστίθεται σε αυτό το κρασί πέρα από μια μικρή ποσότητα διοξειδίου του θείου. Το αποτέλεσμα είναι μια γνήσια γεύση, ελαφρώς φρουτώδης, γήινη και νόστιμη.

Κτήμα Γκλίβανος, Ιωάννινα – Βλάχικο (2018)

Κτήμα Γκλίβανος - Βλάχικο
© glinavos.gr

Το «Κτήμα Γκλίβανος», το οποίο παρήγαγε τα πρώτα του κρασιά το 1960, ήταν ένας από τους πρώτους μικρούς οινοπαραγωγούς στην περιοχή των Ιωαννίνων, στην οποία κυριαρχούσαν κυρίως συνεταιρισμοί.

Το κρασί είναι αποτέλεσμα του «παντρέματος» δύο γηγενών ερυθρών ποικιλιών των Ιωαννίνων, το Βλάχικο και – σε μικρότερη ποσότητα – το Μπεκάρι. Η γήινη κομψότητα που χαρίζει το φρεσκοκομμένο μανιτάρι, αλλά και τα πιπεράτα στοιχεία στη σύνθεσή του ολοκληρώνουν το πολύπλοκο και εξαιρετικά ενδιαφέρον σύνολο των αρωμάτων του.

Είναι φρέσκο, πικάντικο και φρουτώδες, ισορροπημένο με πολλές έντονες γεύσεις φρούτων. Το χρώμα και το άρωμα του θυμίζουν άγρια κόκκινα και μαύρα φρούτα του δάσους, όπως βατόμουρα και αγριοκέρασα.

Οινοποιεία Διαμαντής, Σιάτιστα – Μοσχόμαυρο Ερυθρό (2016)

New York Times: τα 12 καλύτερα ελληνικά κόκκινα κρασιά
© Botilia.gr

Η οικογένεια Διαμαντή καλλιεργεί εδώ και αρκετά χρόνια αμπέλια στη Σιάτιστα, μια ορεινή περιοχή της δυτικής Μακεδονίας. Καλλιεργούν κυρίως ξινόμαυρο και μοσχόμαυρο, ένα λιγότερο γνωστό κρασοστάφυλο που χρησιμοποιούνταν συχνά για την παρασκευή γλυκών κρασιών.

Το κρασί αυτό, ωστόσο, είναι ξηρό, «ζωηρό» και νόστιμο – με φρουτώδη χαρακτήρα και άρωμα λουλουδιών, κόκκινων φρούτων και βοτάνων.

Κρασιά Sant’or, Πάτρα – Krasis (2018)

New York Times: τα 12 καλύτερα ελληνικά κόκκινα κρασιά
© BestPrice.gr

Αυτό το κρασί από την περιοχή της Πάτρας είναι φτιαγμένο από ποικιλίες μαυροδάφνης, οι οποίες συνδέονται συνήθως με γλυκά – έντονα κρασιά. Ομως το Krasis είναι ξηρό, ελαφρύ και φρουτώδες με ζωντανό ρουμπινί χρώμα και αρώματα κερασιού και μαρμελάδας φράουλας.

Ο Παναγιώτης Δημητρόπουλος, ιδιοκτήτης του Sant’Or, ασχολείται με τη βιοδυναμική και άνυδρη καλλιέργεια. Τα κρασιά του είναι παλαιωμένα σε δρύινα βαρέλια, με την προσθήκη μόνο πολύ λίγου διοξειδίου του θείου.

Κτήμα Ζαφειράκη, Τύρναβος – Λημνιώνα (2017)

Λημνιώνα
© vinoteca.gr

«Αυτό το κρασί είναι το αγαπημένο μου – τουλάχιστον από τα τελευταία πέντε χρόνια – και αποτυπώνει τις δυσκολίες των τοπικών ποικιλιών σε όλο τον κόσμο, καθώς μπορούν εύκολα να αποκλειστούν από πιο γνωστές ποικιλίες, ειδικά όταν ο στόχος είναι να πωληθούν διεθνώς», γράφει ο Ασίμωφ.

Ο Χρήστος Ζαφειράκης «ανέστησε» σχεδόν μόνος του την ποικιλία λιμνιώνα, φυτεύοντας τη στην περιοχή του Τυρνάβου το 2000. Εκτοτε, πολλοί έχουν ακολουθήσει το παράδειγμα του – και δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς το γιατί.

Kids Love Greece

«Στην Ελλάδα υστερούμε σε υποδομές και υπερέχουμε σε γραφειοκρατία»

Ο κ. Ζαφειράκης έχει δημιουργήσει ένα πικάντικο, χυμώδες, εκλεκτό κρασί με γεύσεις και αρώματα λουλουδιών, βοτάνων και μπαχαρικών – που θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο του «ελληνικού Pinot Noir».

Αμπελώνες Κοντοζήση, Καρδίτσα – Sun (2015)

Kontozisis Wines
© Kontozisis Wines/Facebook

Οι Αμπελώνες Κοντοζήση βρίσκονται στην Καρδίτσα. Το Sun Red είναι ένα ξηρό κρασί από ίσες ποσότητες ξινόμαυρου και λημνιώνας. Πρόκειται για ένα ισορροπημένο κρασί, με τη λεπτότητα της λημνιώνας να συνδυάζεται με τον καλύτερο τρόπο με το πιο ταννικό, ισχυρό ξινόμαυρο.

Είναι πλούσιο, γήινο και βαθιά αρωματισμένο, ιδανικό για να συνοδεύσει μια μπριζόλα και άλλα ψητά κρέατα.

Κτήμα Κυρ-Γιάννη, Νάουσα – Ράμνιστα Ξινόμαυρο (2016)

Ramnista
© akros.gr

Αυτό το εξαιρετικό ξινόμαυρο προέρχεται από το Κτήμα Κυρ-Γιάννη στη Νάουσα, ένα από τα καλύτερα οινοποιεία στην Ελλάδα.

Το κρασί ξεχωρίζει για τα αρώματα από φράουλα, κεράσι και τριαντάφυλλο, σε συνδυασμό με φινετσάτες νότες βανίλιας από το βαρέλι. Παρά τη νεότητά του, η αρωματική δύναμη και η δομή των τανινών, φανερώνουν ένα κρασί με χαρακτήρα και μεγάλο δυναμικό παλαίωσης, προϊόν μιας μεγάλης χρονιάς.

Είναι προσεγμένο και μοντέρνο, χωρίς να χάνει την ιδιαίτερη ελληνική του ταυτότητα.

Κτήμα Σκλάβος, Κεφαλλονιά – Οργίων (2017)

New York Times: τα 12 καλύτερα ελληνικά κόκκινα κρασιά
© Botilia.gr

Αυτό είναι ένα εντυπωσιακό κρασί από τις πλαγιές του Αίνου στην Κεφαλλονιά, όπου η οικογένεια Σκλάβου ασχολείται με τη βιοδυναμική καλλιέργεια από το 1980. Οπως και το κρασί του Santor παραπάνω, δημιουργείται από ποικιλία μαυροδάφνης, η οποία δεν αναγράφεται στην ετικέτα καθώς το Οργίων είναι ξηρό κρασί.

Οι ξηρές Μαυροδάφνες εξελίσσονται σε σημείο αναφοράς για τα ελληνικά κόκκινα κρασιά τα τελευταία χρόνια και το Οργίων, καπνισμένο, με έντονη «παρουσία» βοτάνων είναι από πρώτα κρασιά αυτού του στιλ.

«Νόστιμο! Δοκιμάστε το με αρνίσια παϊδάκια», τονίζει ο Ασίμωφ.

Κτήμα Σιγάλας, Κυκλάδες – Μαυροτράγανο Μανδηλαριά (2018)

Οινοποιείο Σιγάλας
© HouseofWine.gr

Μπορεί το Κτήμα Σιγάλας να είναι περισσότερο γνωστό για τα λευκά του αντί για τα κόκκινα κρασιά του, όμως είναι ένας από τους Ελληνες πρωταγωνιστές στο μαυτοτράγανο, μια τοπική ποιλιλία της Σαντορίνης, η οποία σταδιακά εξαφανίζονταν.

Αν τώρα αρχίζει να γίνεται δημοφιλές, είναι λόγω κρασιών όπως αυτό. Το Μαυροτράγανο Μανδηλαριά του 2018 αποτελείται από 60% από μανδηλαριά. Μαζί με το μαυροτράγανο δημιουργούν ένα φρέσκο, ζωντανό κόκκινο χρώμα, ενώ το υπέροχο άρωμα του κρασιού προέρχεται από άγρια μούρα, εσπεριδοειδή και βότανα.

Οικογένεια Βαϊμάκη, Μακεδονία – Mater Natura Ξινόμαυρο (2009)

Mater Natura
© The Greek Online

Ο Βασίλης Βαϊμάκης αγοράζει σταφύλια μόνο από αμπελώνες βιολογικής καλλιέργειας στη Μακεδονία και αυτό το κρασί – χωρίς πρόσθετα θειώδη άλατα – σίγουρα είναι απόλυτα φυσικό. Τα κρασιά της σειράς Mater Natura ακολουθούν ένα ιδιόμορφο σύστημα αρίθμησης, με αποτέλεσμα το ξινόμαυρο του 2010 να κυκλοφόρησε νωρίτερα από αυτό του 2009.

«Δεν είμαι σίγουρος με ποια λογική (γίνεται αυτό), αλλά αυτό το κρασί είναι υπέροχο – πλούσιο, βαθύ και ξηρό, με αρώματα δαμάσκηνων και γλυκόριζας και λεπτές τανίνες που μετά βίας τις καταλαβαίνεις», υποστηρίζει ο Ασίμωφ.

Κτήμα Τάτση, Μακεδονία – Ξινόμαυρο Old Roots (2016)

New York Times: τα 12 καλύτερα ελληνικά κόκκινα κρασιά
© Botilia.gr

Πρόκειται για ένα ακόμη υπέροχο ξινόμαυρο, φτιαγμένο από σταφύλια παλιού αμπελιού που καλλιεργείται βιοδυναμικά. Είναι σύνθετο και φωτεινό, με έντονη γεύση γλυκόριζας που τονίζεται από γεύσεις εσπεριδοειδών και βοτάνων.

«Είναι ένα κρασί που αξίζει να επιλέξετε, ένα κρασί που μπορείτε να απολαύσετε τώρα ή να το αφήσετε να ωριμάσει για να δείτε που αλλού θα φτάσει», επισημαίνει ο Ασίμωφ.

Λ.Ε. thessaliaeconomy.gr (με πληροφορίες από travelestate.gr)