Το τέλος των έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης προανήγγειλε η Κομισιόν, ανατρέποντας το καθεστώς της μονομερούς παράτασης που εξασφάλισε η προηγούμενη κυβέρνηση για το πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά και τις επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος έως τον Σεπτέμβριο. Στην έκθεση αξιολόγησης των έκτακτων μέτρων που δημοσιοποίησε χθες η Επιτροπή, η οποία έλαβε υπόψη της τις νέες συνθήκες που διαμορφώνει στην αγορά η αποκλιμάκωση των τιμών, κρίνει ότι δεν συντρέχουν λόγοι παράτασής τους, που για την περίπτωση της Ελλάδας σημαίνει ότι δεν πρέπει να συνεχιστούν πέραν του Ιουνίου οπότε λήγει η προθεσμία έγκρισής τους. Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας λίγο πριν από τη λήξη της θητείας του προχώρησε σε παράταση τόσο του μηχανισμού ανάκτησης υπερεσόδων από τη χονδρεμπορική αγορά όσο και της αναστολής της ρήτρας αναπροσαρμογής και των επιδοτήσεων έως και τα τέλη Σεπτεμβρίου, αναμένοντας την έγκριση της Κομισιόν σε προηγούμενο αίτημα που είχε υποβάλει για παράτασή τους έως τα τέλη του έτους, η οποία δεν δόθηκε και όπως προκύπτει από την έκθεση δεν πρόκειται να δοθεί.
Τα πορίσματα της έκθεσης, που θα υποβληθούν ως προτάσεις στο Συμβούλιο για να λάβουν τη μορφή υποχρεωτικών μέτρων, αναφέρουν ότι δεν πρέπει να παραταθούν τα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο του Κανονισμού 2022/1854. Πρόκειται για το μέτρο της επιβολής ανώτατης τιμής (πλαφόν) στα έσοδα των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (τεχνολογίες που παρήγαγαν υπερέσοδα λόγω της υψηλής τιμής φυσικού αερίου), τα μέτρα ελάφρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων από το υψηλό ενεργειακό κόστος (επιδοτήσεις, φοροελαφρύνσεις, πλαφόν κ.λπ.) και για τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας τις ώρες αιχμής κατά 5%. Αξιολογώντας τις συνθήκες της αγοράς, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι τιμές τον Αύγουστο του 2022 ήταν πάνω από 350 ευρώ/mwh και τέσσερις φορές υψηλότερες από τον μέσο όρο του 2010-2020.
Ωστόσο, από τον Δεκέμβριο του 2022 οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκαν δραστικά και είναι κατά μέσον όρο κάτω από τα 80 ευρώ/mwh και οι τιμές του φυσικού αερίου όχι μόνο μειώθηκαν, αλλά και σταθεροποιήθηκαν, στον βαθμό που οι αυξήσεις των τιμών που παρατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022 θεωρούνται «λιγότερο πιθανό να συμβούν τον επερχόμενο χειμώνα».
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή σημειώνει ότι κυμάνθηκε μεταξύ 0,5% και 15% και πως «δεν βλέπει την ανάγκη παράτασης των μέτρων μείωσης της ζήτησης που ορίζονται στον κανονισμό του Συμβουλίου». Σχετικά με το μέτρο της επιβολής ανώτατου ορίου (180 ευρώ/mwh) στα έσοδα των χονδρεμπορικών αγορών, η Επιτροπή σημειώνει ότι «οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους εφαρμόστηκε από τα κράτη-μέλη έχουν δημιουργήσει σοβαρή ρυθμιστική αβεβαιότητα, η οποία, με τη σειρά της, εγκυμονεί κινδύνους για την ανάπτυξη νέων επενδύσεων, ιδίως σε ανανεώσιμες πηγές, απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της Ε.Ε.». H Επιτροπή θεωρεί ότι τα πλεονεκτήματα του μέτρου δεν αντισταθμίζουν τον αντίκτυπο στην αβεβαιότητα των επενδυτών και τους κινδύνους για τη λειτουργία της αγοράς και την ενεργειακή μετάβαση και προτείνει να μην παραταθεί.
Οσον αφορά τις παρεμβάσεις για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, η Επιτροπή προτείνει επίσης να μην παραταθούν, επικαλούμενη την αποκλιμάκωση των τιμών. Επισημαίνει, πάντως, ότι εάν υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στα στοιχεία που έχει αξιολογήσει ή στις συνθήκες της αγοράς, μπορεί να χρειαστεί να αναπροσαρμόσει αναλόγως τα συμπεράσματά της και τις προτάσεις της.
Χρύσα Λιάγγου, Καθημερινή