«Η Ελλάδα είναι μία από τις ηγέτιδες χώρες στον ψηφιακό μετασχηματισμό και στην υιοθέτηση τεχνολογιών ψηφιακού νέφους, όπου καταγράφεται ισχυρή ανάπτυξη», λέει ο Κάμερον Μπρουκς, επικεφαλής δημόσιου τομέα της Αmazon Web Services για την Ελλάδα, την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική (ΕΜΕΑ). H εφημερίδα «Καθημερινή» ήταν παρούσα στο διεθνές συνέδριο «Re:invent», που πραγματοποιήθηκε στο Λας Βέγκας.
Σε 15 λεπτά ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να σκεφτεί έως 15 ιδέες. Ο αριθμός τους εκτοξεύεται σε 200, εάν ο ανθρώπινος νους λάβει ώθηση από ένα εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης, όπως το CHATGPT, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Κάραν Γκιρότρα, καθηγητή του Πανεπιστημίου Cornell για την υιοθέτηση γλωσσικών μοντέλων με σκοπό την ενίσχυση της καινοτομίας. Οι αριθμοί αυτοί εξηγούν γιατί η ζήτηση για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης αυξάνεται συνεχώς και οι μεγάλοι τεχνολογικοί όμιλοι επενδύουν στο συγκεκριμένο πεδίο. Μετά τη δημιουργό της πλατφόρμας CHATGPT Open AI, και τις Google και Microsoft, την παρουσία της στο πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης εγκαινίασε η Amazon Web Services (AWS) στο διεθνές τεχνολογικό συνέδριο Re:invent, που πραγματοποιήθηκε από τις 27 Νοεμβρίου μέχρι την 1η Δεκεμβρίου στο Λας Βέγκας, και τις εργασίες του οποίου παρακολούθησε η «Κ».
«Το Amazon Q είναι ο βοηθός γενετικής τεχνητής νοημοσύνης (σημ.: μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης που επιτρέπει τη δημιουργία περιεχομένου υπό τη μορφή κειμένου, ήχου, εικόνων ή βίντεο) που έχει σχεδιαστεί για να καλύπτει ειδικά τις ανάγκες των επιχειρήσεων», σημείωσε, παρουσιάζοντας για πρώτη φορά την εφαρμογή AI, ο Ανταμ Σελίπσκι, διευθύνων σύμβουλος της AWS, του βραχίονα υπολογιστικού νέφους (cloud) της Amazon. Μέσω του Q οι επιχειρήσεις λαμβάνουν απαντήσεις σε φυσική γλώσσα για ένα πολύ μεγάλο αριθμό ερωτημάτων που διατυπώνουν και σχετίζονται με εργασίες ρουτίνας, όπως η σύνταξη εταιρικών εγγράφων ή η εταιρική πολιτική.
Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι εάν και κατά πόσο για τις ελληνικές επιχειρήσεις αποτελεί προτεραιότητα η γενετική τεχνητή νοημοσύνη, της οποίας η δημοφιλέστερη εκδοχή είναι η πλατφόρμα CHATGPT.
«Πολλοί από τους πελάτες μας στην Ελλάδα εκδηλώνουν ενδιαφέρον για εφαρμογές γενετικής τεχνητής νοημοσύνης, εξετάζοντας με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να “τρέξουν”, ακόμη και στην ελληνική γλώσσα, μεγάλου βεληνεκούς γλωσσικά μοντέλα. Ενα τέτοιου είδους αίτημα προήλθε από πελάτη μας, ο οποίος διερευνά την ανάπτυξη πλατφόρμας τεχνητής νοημοσύνης που θα επικεντρώνεται στην ελληνική ιστορία», σημειώνει, μιλώντας στην «Κ» στο περιθώριο του συνεδρίου Re:invent, ο Κάμερον Μπρουκς, επικεφαλής Δημόσιου Τομέα της AWS για την Ελλάδα, την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική (ΕΜΕΑ). Η «όρεξη» για εφαρμογές παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης, έστω κι αν δεν συνεπάγεται την άμεση υιοθέτησή τους, είναι θεμελιώδης για να συνεχιστεί ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας, αναφέρει.
«Η Ελλάδα είναι μία από τις ηγέτιδες χώρες στον ψηφιακό μετασχηματισμό και την υιοθέτηση τεχνολογιών ψηφιακού νέφους, όπου καταγράφεται ισχυρή ανάπτυξη. Γι’ αυτό επιθυμούμε να συνεχίσουμε να επενδύουμε στην ελληνική αγορά», προσθέτει το στέλεχος της AWS. Η εταιρεία έχει επιλέξει την Ελλάδα για να δημιουργήσει τοπική ζώνη, την ειδική υποδομή που επιτρέπει τη μείωση, κάτω ακόμα και από τα 10 χιλιοστά του δευτερολέπτου, του χρόνου απόκρισης (latency) για να πραγματοποιηθεί μια διαδικασία στο ψηφιακό νέφος. Κατά πληροφορίες, ενδεχομένως ακόμη και μέσα στα επόμενα εικοσιτετράωρα η Amazon Web Services θα γνωστοποιήσει νέες ενέργειες και πρωτοβουλίες που αφορούν αμιγώς την ελληνική αγορά. Ο επικεφαλής Δημόσιου Τομέα της AWS για την Ελλάδα και τις περιοχές ΕΜΕΑ τονίζει πως η Ελλάδα είναι σημαντική αγορά για το ευρωπαϊκό αλλά και το παγκόσμιο σκέλος δραστηριοτήτων, με την εταιρεία να επενδύει στη χώρα λόγω και της «καλής συνεργασίας με την ελληνική κυβέρνηση».
Στην Amazon αντιμετωπίζουν τις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης ως συγκοινωνούν δοχείο με το ψηφιακό νέφος που παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλό περιθώριο ανάπτυξης. Παγκοσμίως, υπολογίζεται ότι δεν υπερβαίνουν το 10% οι επιχειρήσεις των οποίων τα συστήματα βασίζονται στο cloud. «Οχι μόνο οι υπηρεσίες ψηφιακού νέφους, αλλά και η εκπαίδευση για την απόκτηση σχετικών δεξιοτήτων παρουσιάζουν τεράστια δυναμική», σχολιάζει ο Κάμερον Μπρουκς.
Ως προς τη γενετική τεχνητή νοημοσύνη, παγκοσμίως, 70% των διευθυνόντων συμβούλων επιταχύνουν τις επενδύσεις τους σε αυτήν για να διατηρήσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα, αν και αντιμετωπίζουν προκλήσεις που αφορούν τη διαμόρφωση στρατηγικής, σύμφωνα με έρευνα της συμβουλευτικής εταιρείας EY. «Το 70% είναι χαμηλό ποσοστό. Η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί προτεραιότητα για για αυτούς με τους οποίους έχω μιλήσει τον τελευταίο ένα χρόνο. Κι αυτό πολύ απλά διότι επιτρέπει σε πολίτες και επιχειρήσεις να πραγματοποιήσουν περισσότερες εργασίες, σε λιγότερο χρόνο», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ντίπακ Σινγκ, αντιπρόεδρος της Amazon Web Services.
Δημήτρης Δελεβέγκος (Καθημερινή)