Πληρότητα της τάξεως του 30-50% έχουν τα ξενοδοχειακά καταλύματα στο Πήλιο τη δεύτερη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου. Η τουριστική κίνηση συνεχίζεται, με πολλούς Αυστριακούς, Γερμανούς, Γάλους, Βούλγαρους και Σέρβους να επιλέγουν το βουνό των Κενταύρων για τις διακοπές τους.
Η παρουσία του Έλληνα αντίθετα φαίνεται να είναι αισθητά περιορισμένη, ενώ οι Ισραηλινοί ξεκινούν αυτήν την περίοδο -όπως και κάθε χρόνο- να κάνουν την εμφάνισή τους.
Ξενοδοχειακά καταλύματα που έχουν συμβόλαια με γραφεία του εξωτερικού και οργανωμένα πακέτα διακοπών, καταφέρνουν να έχουν ακόμη περισσότερες διανυκτερεύσεις.
Η τουριστική κίνηση συνεχίζεται μειωμένη όπως είναι φυσικό σε σχέση με τον Αύγουστο, ο οποίος ήταν ένα πολύ καλός μήνας για τον τουρισμό στο Πήλιο, μετά το πρώτο πενθήμερο του Σεπτέμβρη.
Δυστυχώς, η μείωση αυτή υπήρξε, όπως είπε ο αντιπρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Κωνσταντίνος Λεβέντης, ενώ άλλες τουριστικές περιοχές, όπως είναι η Κρήτη, η Ρόδος, οι Κυκλάδες, τα Ιόνια Νησιά, η Χαλκιδική συνεχίζουν να κινούνται με πληρότητες που φτάνουν το 80%.
Οι επαγγελματίες του τουρισμού είναι πάρα πολύ ικανοποιημένοι για το πώς κινήθηκε ο Αύγουστος, όμως για το σύνολο του καλοκαιριού δεν είδαν αισθητή βελτίωση στα οικονομικά τους. «Η τουριστική κίνηση ήταν στα ίδια με τα περσινά επίπεδα, μόνο που το 2016 δεν ήταν μία καλή χρονιά», εξήγησε ο αντιπρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου.
Ωστόσο, βλέπουν τον Σεπτέμβριο να κρατάει. Ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Μαγνησίας, Γιώργος Ζαφείρης, είπε ότι υπάρχουν και αρκετές εκδηλώσεις και δρώμενα που συμβάλουν προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι στο τέλος, η κίνηση καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν ίσως να βγει και αυξημένη, με ένα ποσοστό της τάξεως του 10%.
«Ο τουρισμός κινήθηκε ελαφρώς καλύτερα. Το καλοκαίρι δούλεψε καλά. Έβγαλε όμως τα έξοδα των ξενοδόχων και τίποτε περισσότερο, καθώς με τόσο μικρή σεζόν είναι δύσκολο και να καλυφθούν οι ανάγκες και να μείνουν και λεφτά στην τσέπη» επισήμανε.
Ο τζίρος των καταλυμάτων ήταν ελαφριά αυξημένος, αλλά τα έσοδα λόγω της υψηλής φορολογίας και των αυξημένων λειτουργικών εξόδων, όπως είναι το ρεύμα, που επιβαρύνει ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις, ήταν λιγότερα από την προηγούμενη χρονιά, εξήγησε.
Κατερίνα Μαρούγκα (Ταχυδρόμος)