Ανάκαµψη της τάξεως του 237,3% σε σχέση µε πέρυσι και σε επίπεδα υψηλότερα ακόµα και από αυτά του 2019 εµφανίζει η διεθνής ζήτηση για βραχυχρόνιες µισθώσεις κατοικιών στην Ελλάδα φέτος το καλοκαίρι. Τα στοιχεία αυτά, που προκύπτουν από τα στατιστικά της AIRDNA η οποία παρακολουθεί τον κλάδο, µαρτυρούν όχι µόνο τη δηµοφιλία της χώρας αλλά και τη µετατόπιση ενός µεγάλου µέρους της αγοράς φιλοξενίας από την παραδοσιακή ξενοδοχία στις νέου τύπου µορφές διαµονής, όπως είναι οι βραχυχρόνιες µισθώσεις.

Παράλληλα εξηγούν και την αυξηµένη είσοδο νέων καταλυµάτων στην αγορά των βραχυχρόνιων µισθώσεων, συχνά δε µε µαζικό τρόπο που ανταγωνίζεται ευθέως, και αθέµιτα κατά τους ξενοδόχους, τον ξενοδοχειακό κλάδο.

Σύµφωνα µε στοιχεία του Ινστιτούτου του Συνδέσµου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων του 2019, οι διαθέσιµες στην Ελλάδα κλίνες προς ενοικίαση µέσω των βραχυχρόνιων µισθώσεων ανέρχονταν στα επίπεδα των 800.000, µέγεθος σχεδόν παρόµοιο µε τα 870.000 κρεβάτια που είναι διαθέσιµα σε ελληνικά ξενοδοχεία σύµφωνα µε το Ξενοδοχειακό Επιµελητήριο Ελλάδος.

Κατά το 2021 ο ελληνικός τουρισµός εν γένει εκτιµάται ότι ανέκτησε το περίπου 50% της δραστηριότητας του 2019, τελευταίο έτος πριν ενσκήψει η πανδηµία που οδήγησε σε βαθιά ύφεση τον τοµέα. Ειδικά όµως οι βραχυχρόνιες µισθώσεις υπολογίζεται πως ανέκτησαν µεγαλύτερο ποσοστό, της τάξης του 60%, καθώς προτιµήθηκαν λόγω της ιδιωτικότητας που εξασφαλίζουν σε σχέση µε τη µαζικότερη φιλοξενία σε ξενοδοχεία.

Πρωτιά της Ελλάδας µεταξύ 20 µεγάλων ευρωπαϊκών αγορών – Στην 7η θέση η Αθήνα.

Εποµένως, αφού η ζήτηση αυξάνεται κατά 237,3% φέτος, συνάγεται πως το φετινό καλοκαίρι οι βραχυχρόνιες µισθώσεις θα αυξηθούν κατά περίπου 16% σε σχέση µε το καλοκαίρι του 2019.

Οσον αφορά την κατάταξη των πόλεων που εµφανίζουν τα µεγαλύτερα ποσοστά ζήτησης, η Αθήνα βρίσκεται στην έβδοµη θέση µε αύξηση 367,9% φέτος σε σχέση µε το καλοκαίρι του 2021, ενώ στην πρώτη θέση είναι το Πόρτο της Πορτογαλίας και ακολουθούν η Βενετία, η Φλωρεντία, η Νάπολη, το Ντουµπρόβνικ και η Λισσαβώνα.

Μελέτη της Grant Thornton υπολόγισε πως πριν από την κρίση της πανδηµίας οι βραχυχρόνιες µισθώσεις –η πλειονότητα των οποίων έχει πάψει να γίνεται µε µεµονωµένα ακίνητα ιδιωτών και έχει περάσει πλέον σε οργανωµένες επιχειρήσεις– ανέρχονταν στο 10% της ετήσιας τουριστικής δαπάνης, ενώ η µεγέθυνση αυτής της αγοράς σε όρους µεριδίων συνεχίστηκε κατά την πανδηµία.

Ανάλογα ευρήµατα κατέγραψε και έρευνα του Ινστιτούτου του Συνδέσµου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ). Σε οικονοµικό αποτέλεσµα αυτά τα µεγέθη µεταφράζονται σε ετήσιο τζίρο που προσέγγισε τα 2 δισ. ευρώ το 2019, τελευταίο έτος πριν από την πανδηµία.

Σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία της AIRDNA, που αφορούν δεδοµένα τα οποία συγκεντρώθηκαν µετά την πρώτη εβδοµάδα του Μαΐου, µετά την Ελλάδα, που είναι πρώτη µεταξύ των 20 ευρωπαϊκών χωρών µε τη µεγαλύτερη αύξηση ζήτησης για βραχυχρόνιες µισθώσεις αυτό το καλοκαίρι, έρχεται η Κροατία µε ρυθµό αύξησης 209%, και ακολουθούν η Πορτογαλία µε 200%, η Ιταλία µε 153,1%, η Ουγγαρία µε 140,3%, η Αυστρία µε 136,1%, η Νορβηγία µε 134,3%, η Ισπανία µε 112,9%, η Τσεχία µε 107,4% και η Πολωνία µε 105% στη δέκατη θέση.

Η αναβάθµιση της ποιότητας των διατιθέµενων για βραχυχρόνιες µισθώσεις ακινήτων σε συνδυασµό µε τον περιορισµένο σε σχέση µε τη ζήτηση αριθµό τους, αλλά και η τάση των ταξιδιωτών να δαπανούν περισσότερα χρήµατα για να έχουν τη «γνήσια» εµπειρία διαµονής που επιθυµούν, δηλαδή την εµπειρία να ζουν σαν κάτοικοι του προορισµού, αναφέρονται µεταξύ των λόγων µεγέθυνσης της συγκεκριµένης αγοράς.

Ηλίας Γ. Μπέλλος Καθημερινή