Ο Βρετανός συγγραφέας Charles Dickens, εμπνευσμένος από την οικονομική ανέχεια που υπέφερε η οικογένειά του, λόγω αδυναμίας αποπληρωμής των χρεών της, έγραψε στο περίφημο μυθιστόρημα David Copperfield:

«Ετήσια έσοδα 20 στερλίνες, ετήσια έξοδα 19 στερλίνες, αποτέλεσμα: ευτυχία. Ετήσια έσοδα 20 στερλίνες, ετήσια έξοδα 21 στερλίνες, αποτέλεσμα: μιζέρια».

Σε παρόμοια θέση βρίσκεται η Ελλάδα, η οποία βιώνει μια ύφεση που όμοιά της δεν έχει γνωρίσει άλλη δυτική χώρα σε καιρό ειρήνης. Μπορεί να ακούγεται κλισέ ή μελοδραματικό, αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα. Είναι απλά αλήθεια.    

Αναμφισβήτητα το πολιτικό προσωπικό έχει πολύ σημαντικό μερίδιο ευθύνης. Μπορεί να είναι ανεπαρκές, αλλά δεν είναι το χειρότερο του πλανήτη. Ας μην ξεχνάμε πως όλη αυτή την περίοδο δοκιμάστηκαν όλοι, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων στα άκρα.

Η ελληνική οικονομία έχει σίγουρα αδυναμίες, κυρίως στον τομέα της οργάνωσης. Ποια οικονομία στον κόσμο δεν έχει άλλωστε μειονεκτήματα; Παρόλα αυτά, είναι βέβαιο πως δεν πρόκειται για τη λιγότερο ανταγωνιστική οικονομία σε όλο τον πλανήτη. 

Τα προβλήματα δεν δικαιολογούν τόσο άσχημο αποτέλεσμα. Κάτι άλλο δεν γίνεται σωστά και ευθύνεται για αυτό το θλιβερό ρεκόρ. Και αυτό δεν μπορεί παρά είναι το μίγμα πολιτικής που ακολουθείται.

Η προσπάθεια διάσωσης

Σε συνθήκες κρίσης τη διαφορά στην επιτυχία δεν την κάνουν οι δομικές αλλαγές. Αυτές απαιτούν πολύ χρόνο που δεν υπάρχει. Το κρίσιμο σημείο είναι οι προσπάθειες στη διάσωση, ανασυγκρότηση και δημιουργία επιχειρήσεων.

Και εκεί οι μέχρι τώρα ενέργειες βαθμολογούνται με ένα μεγαλοπρεπές μηδενικό. Η αποτυχία ήταν παταγώδης. Αντί να δημιουργηθεί περιβάλλον που να προσελκύει νέες επενδύσεις, έδιωξε ή απαξίωσε μεγάλο μέρος των υφιστάμενων. 

Όσο περνάει ο καιρός αντιλαμβάνονται όλο και περισσότεροι πως τα μνημόνια ήταν εξαρχής καταδικασμένα σε αποτυχία. Οι ίδιοι οι άνθρωποι του ΔΝΤ, όπως ο κάποτε επικεφαλής οικονομολόγος του Olivier Blanchard, παραδέχονται πλέον ανοικτά πως δεν ήταν ρεαλιστικά.

Καταρχήν είχαν το τεράστιο μειονέκτημα πως σχεδιάστηκαν να υλοποιηθούν σε καθεστώς εσωτερικής υποτίμησης. Κάτι που κανένα κράτος δεν προτιμάει ως λύση. Στις σπάνιες φορές που έχει εφαρμοστεί έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική και φυσικά αντιαναπτυξιακή.

Κατόπιν, τις διαθρωτικές αλλαγές κλήθηκαν να τις υλοποιήσουν εκείνοι που είχαν συμφέρον να μην αλλάξει τίποτα. Δυστυχώς αποδεικνύεται πως το μεγαλύτερο δάνειο που δόθηκε στην ιστορία δεν έσωσε τους Έλληνες. Διέσωσε το διεφθαρμένο, κρατικοδίαιτο κατεστημένο που την οδήγησε σε χρεοκοπία.

Από την άλλη πλευρά το βασικό κίνητρο των πιστωτών ήταν να διασώζουν το ενιαίο νόμισμα από τους κλυδωνισμούς καθώς και τα δικά τους τραπεζικά ιδρύματα. Έδωσαν μεγάλο βάρος στα δημοσιονομικά και λιγότερο στις αλλαγές που χρειάζονταν η οικονομία, παρά τις διακηρύξεις περί του αντιθέτου. Κι αυτό γιατί επιδιώκουν να πάρουν πίσω όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των δανείων που έδωσαν στην Ελλάδα, το συντομότερο δυνατό.

Λογικό. Αλλά εξίσου λογικό είναι να μην περιμένουμε από εκεί την σωτηρία.

Επιδιώκοντας την ανάπτυξη

Χρειάζονται καινοτόμες ενέργειες ακούμε συνέχεια. Τι σημαίνει όμως καινοτομία; 

Μια νέα επινόηση συνιστά καινοτομία μόνο στο βαθμό που επιβεβαιώνεται με επιτυχία στην αγορά και δημιουργεί αξία. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση είναι σαν να μην έχει υπάρξει.

Η αύξηση του ΑΕΠ εξαρτάται από δύο βασικά συστατικά: την αύξηση της παραγωγικότητας και την αύξηση του μεγέθους του εργατικού δυναμικού. Για να αυξηθεί ο πλούτος μιας χώρας, θα πρέπει οι κάτοικοι της να παράγουν περισσότερο. Αυτό για να πραγματοποιηθεί χρειάζεται οικονομικό περιβάλλον φιλικό προς την επιχειρηματικότητα.

Δεν υπάρχει κάποιος άλλος μαγικός τρόπος.

Χωρίς τα σωστά κίνητρα και τις προϋποθέσεις, πως θα παροτρύνουν τον επιχειρηματία να αφιερώσει με ενθουσιασμό το ταλέντο του, τη θέλησή του για επιτυχία, τη γνώση και τη φιλοδοξία του;

Η ανάδειξη της ανταγωνιστικότητας με όπλο το χαμηλό κόστος εργασίας, είναι μια χαμένη μάχη. Οι εταιρίες πάντα θα μπορούν να μεταφέρουν την παραγωγή τους σε χώρες με ακόμα πιο χαμηλό κόστος εργασίας.

Δεν υπάρχει κάτι εγγενές προβληματικό με τους Έλληνες. Απόδειξη είναι πως όταν πάνε στο εξωτερικό δίνουν έμφαση στη σκληρή δουλειά. Σε ένα περιβάλλον με διαφορετικά κίνητρα αποδεικνύονται ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί. Ακόμη και κάποια χαρακτηριστικά, όπως η έλλειψη πειθαρχίας, που τώρα θεωρούνται αρνητικά, μέσα σε ένα νέο περιβάλλον μπορεί να αναδειχτούν θετικά.

Αν αποσυρθούν τα αντικίνητρα, σιγά σιγά θα αλλάξει και η συμπεριφορά των Ελλήνων. Θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Οι αρμόδιοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως δουλειά τους είναι δημιουργήσουν ένα ευνοϊκό, σύγχρονο περιβάλλον, με την μικρότερη δυνατή γραφειοκρατία. Όχι απλά να ψάχνουν νέους τρόπους φορολογίας.

Η σπηλιά του Αλί Μπαμπά

Η συμπεριφορά ενός λαού, όπως και ενός ανθρώπου, σε μεγάλο βαθμό, διαμορφώνεται από το περιβάλλον στο οποίο κινείται, διαμορφώνεται με κίνητρα και αντικίνητρα. Η τάση των περισσότερων ανθρώπων, ανεξαρτήτως χώρας, είναι να επιδιώκουν το μεγαλύτερο όφελος, με το μικρότερο δυνατό κόπο.

Αν χαρίσεις σε έναν άνθρωπο ή σε έναν λαό, χρήματα που δεν τα έχει κερδίσει με τον ιδρώτα του, είναι φυσικό η προσπάθειά του να χαλαρώσει. Τέτοιο αντικίνητρο ήταν η πρόσδεση της οικονομίας στο ευρώ, με τα τεχνητά χαμηλά επιτόκια και τον εύκολο δανεισμό που πραγματοποιήθηκε από τη μεριά του κράτους. Γιατί εκεί βρίσκεται το πρόβλημα. Οι απλοί Έλληνες αποδείχτηκαν πολύ πιο μετρημένοι από τους περισσότερους λαούς της ΕΕ, σύμφωνα με τους δείκτες του ιδιωτικού δανεισμού.

Γιατί να σπάνε οι πολιτικοί το κεφάλι τους και να χαράξουν δρόμους που να οδηγούν προς την ανάπτυξη και την ευημερία μέσω της δουλειάς και της δημιουργίας, όταν υπάρχει η εύκολη λύση των δανεικών;

Και γιατί όχι; Αφού αισθανόντουσαν σαν τον Αλί Μπαμπά στην σπηλιά του κρυμμένου θησαυρού.

Η χώρα δανειζόταν απερίσκεπτα και οι ξένοι επενδυτές δάνειζαν με μοναδική αφέλεια, παρασυρόμενοι από την αυταπάτη ότι τα ελληνικά ομόλογα θεωρούνταν ισάξιας φερεγγυότητας με τα γερμανικά και τα γαλλικά.

Σήμερα οι Έλληνες αναγκάζονται να βαδίσουν στον αδιέξοδο  δρόμο των δημοσιονομικών πλεονασμάτων, στερούμενοι τα κατάλληλα εργαλεία που χρησιμοποίησαν οι ίδιοι οι πιστωτές στο παρελθόν, όπως νομισματική ευελιξία ή κούρεμα του χρέους.

Τα παραπάνω δεν είναι από μόνα τους ικανή και αναγκαία συνθήκη για την επιστροφή στην ανάπτυξη. Είναι όμως αναγκαία προϋπόθεση για να λυθεί ο γόρδιος δεσμός.

Λίγα χρόνια μετά το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, η Γερμανία και η Γαλλία, είχαν ένα δημόσιο χρέος που ξεπερνούσε το 200% του ΑΕΠ. Είχαν δημοσιονομικό πλεόνασμα που τους επέτρεψε να ξεπληρώσουν ένα τόσο μεγάλο χρέος;

Όχι βέβαια.  Η Γερμανία και η Γαλλία απαλλάχτηκαν από το χρέος τους μέσω του πληθωρισμού και της διαγραφής χρέους.

Βασίλης Παζόπουλος*

Ο Βασίλης Παζόπουλος είναι οικονομολόγος και συγγραφέας