Ας υποθέσουμε ότι κάποιος χρωστά στην τράπεζα 100.000 ευρώ. Κάνει μια ρύθμιση του δανείου του έτσι ώστε από τα 1.500 ευρώ που κερδίζει μηνιαίως να δίνει στην τράπεζα τα πεντακόσια. Κάποια στιγμή πιάνει δεύτερη δουλειά και τα εισοδήματά του διπλασιάζονται. Βγάζει λοιπόν τους φίλους του για φαγητό και τους ανακοινώνει ότι θα διαθέσει τα επιπλέον χρήματα σε ταξίδια κι αυτό είναι αποτέλεσμα της «αντιδόσης» στην τράπεζα, μια συμφωνία που επιτεύχθηκε έπειτα από σκληρή διαπραγμάτευση.
Κανονικά, οι φίλοι του θα θεωρήσουν πως αποτρελάθηκε. Δεν δουλεύουν με αυτόν τον τρόπο οι τράπεζες, δεν συνάπτονται έτσι τα δάνεια, δεν υπάρχει στον κόσμο η έννοια της «αντιδόσης». Αλλά, πάλι, σάμπως υπήρχε πριν από τον ΣΥΡΙΖΑ η έννοια των «αντιμέτρων»; Λέγε λέγε, την καθιέρωσε η Πρώτη Φορά. Τι πάει να πει η φράση «θα ληφθούν αντίμετρα όταν τα μέτρα αποδώσουν πλεόνασμα άνω του 3,5%;». Ας τα βάλουμε σε σειρά: Η χώρα χρωστά 300 δισ. ευρώ στους εταίρους. Αυτοί καλώς ή κακώς πιστεύουν ότι για να εξασφαλίσουν ότι τα δανεικά δεν θα γίνουν αγύριστα –δηλαδή ότι το χρέος είναι βιώσιμο– το ελληνικό κράτος πρέπει να έχει κάθε χρόνο 3,5% του ΑΕΠ πλεόνασμα. Τώρα, αν η κυβέρνηση αντί να δουλεύει τον κόσμο δούλευε η ίδια, θα μπορούσε κάποιες χρονιές αυτό το πλεόνασμα να γίνει και 4,5%. Το αυτονόητο είναι ότι, αφού πλήρωνε τη δόση, θα μπορούσε να κάνει ό,τι θέλει το επιπλέον 1%. Ετσι απαιτούν τα συναλλακτικά ήθη, αλλά και η κοινή λογική. Είναι άλλη η συζήτηση αν μέσω κρίσης ο δανειολήπτης θα μπορέσει να διατηρήσει τη δουλειά του ή τον μισθό των 1.500 ευρώ και δεν μπαίνει καν στο τραπέζι των συζητήσεων με την τράπεζα τι θα κάνει αν κερδίσει το λαχείο ή αν πιάσει δεύτερη δουλειά. Αντιστοίχως είναι άλλη η συζήτηση αν μπορούν μακροχρονίως να επιτευχθούν πλεονάσματα 3,5% κατ’ έτος. Φυσιολογικά δεν έπρεπε καν να διαπραγματευόμαστε τι θα κάνουμε αν τα υπερβούμε. Αν, φυσικά, τα διαπραγματευόμαστε. Το πιθανότερο είναι να έχουμε ένα ακόμη επικοινωνιακό κόλπο της κυβέρνησης στο οποίο –με κατανόηση και με κρυφό γέλωτα– συμμετέχουν και οι δανειστές.
Βεβαίως, για να πούμε και των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το δίκιο, ο κ. Τσίπρας χρειάζεται ένα αφήγημα για να πείσει τους βουλευτές του να ψηφίσουν τα μέτρα που κάποτε ελεεινολογούσαν. Αυτό το αφήγημα χρειάζονται και οι βουλευτές για τα τηλεπαραθύρια στα οποία ξημεροβραδιάζονται, όταν δεν καταθέτουν ύποπτες τροπολογίες υπέρ συμφερόντων του κ. Ιβάν Σαββίδη. Τι κι αν αυτό δεν στέκει λογικά; Οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έκαναν καριέρα κυκλοφορώντας χειρότερους παραλογισμούς.
Ετσι λοιπόν με ψέματα κι αντίμετρα προχωράμε. Αυτή η απάτη είναι λιγότερο βλαβερή από τις προηγούμενες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Αφήνει όμως κι αυτή το άσχημο αποτύπωμά της. Δημιουργεί ψεύτικες προσδοκίες, οι οποίες ενισχύουν τον κυνισμό των πολιτών και την απόρριψη της πολιτικής εν συνόλω...
Πάσχος Μανδραβέλης