Παρά τη σημαντική ανάπτυξη που έχει καταγράψει το διαδίκτυο στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια καθώς οι πάροχοι αποφάσισαν να τρέξουν για να καλύψουν το κενό της επενδυτικής άπνοιας των προηγούμενων δεκαετιών, οι ταχύτητες στην Ελλάδα παραμένουν εξαιρετικά χαμηλές και θυμίζουν χαλκό, με τις απαιτήσεις των καταναλωτών να αυξάνονται.
Σύμφωνα με τις μετρήσεις από τους καταναλωτές στο σύστημα ΥΠΕΡΙΩΝ όπως αναφέρεται στην Έκθεση Ανοικτού Διαδικτύου 2022-2023 που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΕΤΤ, σημειώνεται σημαντική αύξηση της μεσαίας καθώς και της μέσης τιμής της ταχύτητας καθόδου (download) στα σταθερά δίκτυα, για το 2022, καθώς αυξήθηκαν οι χρήστες που έχουν συνδέσεις υψηλών ταχυτήτων όπως VDSL, με ταχύτητες 100/10 Mbps και 200/20 Mbps καθώς και FTTΗ με ταχύτητες καθόδου 100, 200, 300, 500 και 1000 Mbps. Oι ταχύτητες στη ροή ανόδου (upload) παρουσίασαν επίσης αυξητική τάση και το 2022.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν τα στοιχεία της ΕΕΤΤ το 2022, η μέση τιμή της ταχύτητας στη χώρα ήταν 47,94 (39,82) Mbps έναντι 35,11 (26,94) Mbps το 2021. Η μέση (μεσαία) τιμή της ταχύτητας στη ροή ανόδου ήταν 7,28 (6,28) Mbps έναντι 5,76 (4,76) Mbps το 2021.
Η ετήσια αύξηση ως προς τη μέση τιμή των ταχυτήτων στην κάθοδο είναι 36,53% και στην άνοδο 26,33%. Η ετήσια αύξηση ως προς τη μεσαία τιμή των ταχυτήτων στην κάθοδο ήταν 47,8% και στην άνοδο 31,9%.
Το «δημοφιλέστερο» πακέτο, σύμφωνα με τις μετρήσεις των χρηστών για το 2022, είναι το 100 Mbps, το οποίο έχει πάνω από τις μισές μετρήσεις (56%) και περίπου το 44,56% των συνδέσεων συνδρομητών που πραγματοποίησαν μετρήσεις. Ακολουθεί το πακέτο 50 Mbps, με 20% των μετρήσεων και 21,41% των συνδέσεων, και το πακέτο 24 Mbps, το οποίο έχει 20,04% των συνδέσεων.
Τρέχει να προλάβει τις υψηλές ταχύτητες η Ελλάδα
Κατά μέσο όρο στην Ελλάδα, οι ταχύτητες παραμένουν πολύ χαμηλές, με βάση τις μετρήσεις της Ookla, καθώς δεν ξεπερνούν τα 50 Mbps, με την διείσδυση της οπτικής ίνας να βρίσκεται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Ενδεικτικό της καθυστέρησης στην ανάπτυξη των δικτύων είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ίσως η μοναδική χώρα όπου οι ταχύτητες σύνδεσης στο ίντερνετ μέσω κινητής είναι μεγαλύτερες από αυτές των σταθερών δικτύων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ookla, τον Ιουνίου οι ταχύτητες λήψης των σταθερών ευρυζωνικών συνδέσεων δεν απέχουν πολύ από τις ελληνικές μετρήσεις του ΥΠΕΡΙΩΝ, καθώς φτάνουν τα 44,05 Mbps στο download, φέρνοντας την Ελλάδα στην 97η θέση διεθνώς, δηλαδή τρεις θέσεις χαμηλότερα σε σχέση με τον Μάιο, κάτω από χώρες όπως η Ακτή Ελεφαντοστού, το Κιργιστάν, Κόσοβο, τη Μογγολία, την Αλβανία και το Καζακστάν.
Η βραδύτητα στην πρόοδο των επενδύσεων στα δίκτυα γίνεται εμφανής από το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει χάσει έξι θέσεις στην κατάταξη σε σχέση με τον Μάρτιο του 2022, παρότι από τότε η μέση ταχύτητα έχει αυξηθεί από τα 37,15 Mbps στα 44,05 Mbps, κάτι που δείχνει ότι διεθνώς τα δίκτυα εκσυγχρονίζονται με ταχύτερους ρυθμούς.
Εντείνεται ο ανταγωνισμός για την εξάπλωση της οπτικής ίνας
Πλέον η χώρα βρίσκεται να τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις καθώς το δίκτυο χαλκού συνεχίζει να επικρατεί στην επικράτεια, με την διείσδυση της οπτικής ίνας να βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και την Ελλάδα να αποτελεί ουραγό της Ευρώπης. Οι παίκτες της αγοράς είναι πλέον τρεις με Cosmote, Nova και Vodafone, ωστόσο η Inalan και η ΔΕΗ θέλουν να ανεβάσουν τον πήχη του ανταγωνισμού καθώς η κούρσα της οπτικής ίνας προσφέρει τη δυνατότητα να αναδιαμορφωθεί το τηλεπικοινωνιακό τοπίο της χώρας.
Στον κλάδο αναμένουν από το νέο έτος ξανά την παροχή κουπονιού από την κυβέρνηση για τους πολίτες που ενδιαφέρονται για τις υπηρεσίες υπερυψηλής ευρυζωνικότητας – Superfast Broadband που βοήθησε πολύ στα έσοδά των εταιρειών κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εφαρμογής του.
Ο ΟΤΕ κατέχει τη θέση του πρωτοπόρου στην κούρσα, έχοντας εγκαταστήσει άνω του 80% των συνολικών γραμμών FTTH της χώρας και του αντιστοιχεί το 70% του συνόλου των συνδρομητών οπτικής ίνας, ενώ στοχεύει να επιταχύνει τις επενδύσεις του το δεύτερο εξάμηνο του 2023, όπως σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Μιχάλης Τσαμάζ που ανέφερε ότι το κόστος θα φτάσει τα 640 εκατ. ευρώ, με το μεγαλύτερο βάρος να πέφτει στην οπτική ίνα.
Όπως ανέφερε ο κ. Τσαμάζ, σχεδόν 1,1 εκατομμύρια σπίτια κι επιχειρήσεις είχαν πρόσβαση σε FTTH στο τέλος Ιουνίου, με τον στόχο να είναι να φτάσου τα περίπου 1,4 εκατομμύρια μέχρι το τέλος του 2023. Στο τρίμηνο, οι πελάτες FTTH που αγόρασαν την υπηρεσία κατέγραψαν ισχυρή αύξηση, κατά 28.000 με τη συνολική συνδρομητική βάση να φθάνει τις 194.000. Η διείσδυση στις υποδομές FTTH του ΟΤΕ (ποσοστό πελατών επί των διαθέσιμων γραμμών) αυξήθηκε σε 19%, από 14% πέρυσι.
«Η επέκταση του δικτύου οπτικών ινών συνεχίζεται. Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι με την αύξηση των πελατών FTTH, με το ποσοστό διείσδυσης να έχει διπλασιαστεί σε σχέση με έναν χρόνο πριν, και μάλιστα με αυξημένη διαθεσιμότητα του δικτύου. Σε ένα πιο σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον, αναμένουμε ότι οι τάσεις που καταγράφηκαν κατά τα πρώτα τρίμηνα του έτους θα συνεχισθούν και στο δεύτερο εξάμηνο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΤΕ στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων για το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Αρκετά πιο πίσω βρίσκεται η Vodafone που έχει σήμερα 280.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι και 450.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι την καμπίνα (FTTC), με τους συνδρομητές οπτικής ίνας ωστόσο να κινούνται στα επίπεδα των 20.000.
Ωστόσο η εταιρεία στοχεύει να τρέξει την ανάπτυξη του δικτύου οπτικής ίνας, ενώ πρόσφατα ολοκλήρωσε και τα υποθαλάσσια καλώδια που φέρνουν υπερυψηλές ταχύτητες σε νησιά του Αιγαίου και του Ιουνίου, με την εταιρεία να στοχεύει μέχρι το 2025 να έχει κατασκευάσει 850.000 συνδέσεις οπτική ίνας.
Σε αυτό το πλαίσιο η Vodafone ανακοίνωσε τη δημιουργία της θυγατρικής Fiber2all που θα αναλάβει το κομμάτι των υποδομών και της ανάπτυξης του δικτύου οπτικής ίνας. Μια κίνηση που είχε προαναγγείλει ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας στο τέλος του 2022 και πρόκειται να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε να υπάρξει και η προσέλκυση νέων επενδυτών.
Αρκετά πιο πίσω από τον ανταγωνισμό βρίσκεται η Nova, η οποία παρά τη δυναμική εμπορική πολιτική που αποφάσισε να ακολουθήσει με το λανσάρισμα της νέας εταιρείας έπειτα από την εξαγορά της Wind, έχει κατασκευάσει μόλις 90.000 συνδέσεις οπτικής ίνας, και διαθέτει περίπου 45.000 συνδρομητές οπτικής ίνας.
Μερίδιο από την πίτα της οπτικής ίνας διεκδικεί και η Inalan, η οποία έχοντας πλέον ως στρατηγικό επενδυτή το καναδικό επενδυτικό κεφάλαιο Fiera Infrastructure που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας 130 δισ. ευρώ, φιλοδοξεί να γίνει ο νέος ισχυρός παίκτης στη σταθερή τηλεφωνία.
Η νεοφυής πάροχος ίντερνετ και σταθερής που έχει αρχίσει να αναπτύσσεται δυναμικά στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, θέλει να βάλει δύσκολα στους παραδοσιακούς παίκτες, στοχεύοντας να φτάσει τις 1,6 εκατ. συνδέσεις μέχρι το 2030, χτυπώντας παράλληλα και την πόρτα της αγοράς χονδρικής, ενώ σκοπεύει να πραγματοποιήσει επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ.
Μέχρι σήμερα η Inalan αριθμεί 10.000 συνδρομητές, ωστόσο το καναδικό fund θέλει να ενισχύσει την παρουσία της, έχοντας ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα τα χαμηλής όχλησης έργα που πραγματοποιεί για την ανάπτυξη των υποδομών της. Παράλληλα θέλει να χτυπήσει και την πόρτα της χονδρικής αγοράς, μπαίνοντας σε περιοχές όπου θα βρίσκονται τουλάχιστον ακόμα δυο «παραδοσιακοί παίκτες».
Στέφανος Τσουλάκης, businessdaily.gr