Στα 650 ευρώ έναντι των 586 ευρώ που είναι σήμερα, θα ανέλθει από την 1η/2/2019 ο μικτός κατώτατος μισθός, σύμφωνα με όσα δήλωσε σήμερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, θα καταργηθεί ο υποκατώτατος μισθός των νέων.
Οι ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά ποσοστό που φτάνει το 11% προκαλεί ήδη έντονο προβληματισμό στις επιχειρήσεις. Και αυτό γιατί επαληθεύεται το σενάριο με τη μεγαλύτερη αύξηση μεταξύ εκείνων που εξέταζε η κυβέρνηση.
Οι ανησυχίες του επιχειρηματικού κόσμου, σύμφωνα με τις πρώτες αντιδράσεις μελών του επικεντρώνονται σε πέντε σημεία σε σχέση με μία τόσο μεγάλη αύξηση του μικτού κατώτατου μισθού:
1) Θα αυξηθεί τόσο το μισθολογικό, όσο και το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, καθώς θα αυξηθεί ο διαθέσιμος "καθαρός'' μισθός των εργαζομένων (ο οποίος καταβάλλεται από τους εργοδότες), αλλά και οι εργατικές και εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό του μικτού κατώτατου.
2) Θα υπάρξουν πιθανότατα πιέσεις είτε για απολύσεις, είτε για μείωση ή και "πάγωμα'' των προσλήψεων, γεγονός το οποίο θα πλήξει την απασχόληση, την ίδια ώρα που αυτή σύμφωνα με τα στοιχεία συνεχίζει να ανακάμπτει - αν και με ολοένα και πιο χαμηλό ρυθμό.
3) Θα αυξηθούν κατά ανάλογο ποσοστό (11%) οι κατώτατες εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες (οι οποίες υπολογίζονται ως αναλογία επί του εκάστοτε μικτού κατώτατου μισθού των εργαζομένων) την ίδια ώρα που από φέτος καταργείται η έκπτωση 15% στη βάση υπολογισμού τους.
4) Θα αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες για επιδόματα ανεργίας αλλά και τις αμοιβές των επιδοτούμενων σε προγράμματα απασχόλησης, τα οποία επίσης υπολογίζονται ως αναλογία του κατώτατου μισθού. Έτσι θα μειωθεί το πλεόνασμα του ΟΑΕΔ το οποίο (μαζί με το πλεόνασμα του κλάδου εφάπαξ) στηρίζει στην ουσία το πλεόνασμα του κοινωνικού προϋπολογισμού, μετά την ακύρωση των περικοπών των συντάξεων την 1η/1/2019.
5) Θα υπάρξουν πιέσεις από πλευράς εργαζομένων και για αυξήσεις στις αμοιβές εκείνων που πληρώνονται με μισθό πάνω από το ύψος του κατώτατου (πχ μέσω νέων ατομικών, επιχειρησιακών ή ακόμα και κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας). Άμεσα θα συμπαρασυρθούν οι μικτές αμοιβές που κυμαίνονται μεταξύ του σημερινού κατώτατου των 586 ευρώ και των 649 ευρώ, καθώς θα πρέπει ανέβουν στο ύψος του νέου ''κατωφλιού'' δηλαδή των 650 ευρώ.
Ενδεικτικά, για να γίνει αντιληπτό η πολιτική σημασία της ανακοινωθείσας αύξησης του κατώτατου μισθού από τον κ. Τσίπρα, αναφέρεται ότι το πόρισμα της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων το οποίο πήρε πριν λίγες μέρες στα χέρια της η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου προέβλεπε αύξηση 5% έως 10%.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση με τις αποφάσεις υιοθετεί τη μέγιστη αύξηση, μεταξύ εκείνων που είχαν προτείνει οι εμπειρογνώμονες.
Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας, "ως επιστέγασμα της ανάκαμψης της οικονομίας είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα: να εγκρίνει το υπουργικό μας συμβούλιο την πρόταση για την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και την αναδιαμόρφωση του κατώτατου στα 650 ευρώ".
Αυτό, σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, "σημαίνει ότι όσοι νέοι εργαζόμενοι παίρνουν τον υποκατώτατο μισθό 510 ευρώ και όσοι παίρνουν τον κατώτατο των 586, από τον επόμενο μήνα θα λαμβάνουν μισθό 650 ευρώ".
Ο ίδιος τόνισε ότι "αυτή η κίνηση είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας. Για όλους εκείνους και εκείνες που την περίοδο της κρίσης είδαν τα εισοδήματα τους να μειώνονται, είδαν τους μισθούς τους να περικόπτονται σε ένα βράδυ κατά 22% και 32%, για όλους όσοι πέρασαν στο βάναυσο καθεστώς του υποκατώτατου μισθού".
Πέραν των εργοδοτών, θα πρέπει να αναμένει κανείς τις συγκεκριμένες αντιδράσεις των θεσμών. Κατά την επίσκεψη τους στην Αθήνα μόλις την περασμένη εβδομάδα ακόμα και η Κομισιόν τάχθηκε υπέρ μίας "προσεκτικής" αύξησης του κατώτατου μισθού. Παράλληλα, οι Βρυξέλλες, στην προηγούμενη έκθεση τους για την ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία, είχαν εκφράσει έντονες επιφυλάξεις για την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, προτείνοντας ανάλυση των συνεπειών της στην απασχόληση.
Δημήτρης Κατσαγάνης (capital.gr)