Με τη μεγαλύτερη μείωση τζίρου των τελευταίων ετών έκλεισε το 2016 για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ, ενώ τα πρώτα σημάδια για το 2017 κάθε άλλο παρά θετικά είναι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών αγοράς IRI, οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ σε αξία υποχώρησαν το 2016 κατά 6,5% σε σύγκριση με το 2015, ενώ ακόμη μεγαλύτερη ήταν η υποχώρηση του όγκου πωλήσεων της τάξης του 8,9%. Την ίδια ώρα, οι τιμές ανά μονάδα καταγράφουν αύξηση κατά 2,4%, αφενός λόγω της επίδρασης των αυξήσεων των συντελεστών του ΦΠΑ, αφετέρου λόγω της μερικής «διόρθωσης» στις προσφορές στην οποία προχώρησαν οι λιανέμποροι.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, το 2016 αποδεικνύεται μια από τις χειρότερες χρονιές για τον κλάδο, καθώς η υποχώρηση του 6,5% είναι η μεγαλύτερη που συναντούμε στις μετρήσεις από το 2012. Υπενθυμίζεται ότι το 2015 ο τζίρος των σούπερ μάρκετ υποχώρησε κατά 2,1% σε σύγκριση με το 2014, το 2014 κατά 1,4% σε σύγκριση με το 2013, το 2013 κατά 3,5% σε σύγκριση με το 2012, ενώ το 2012 η μείωση ήταν 3,4% σε σύγκριση με το 2011. Εν μέρει η υποχώρηση του τζίρου εμφανίζεται σε αυτά τα επίπεδα το 2016 διότι η σύγκριση γίνεται με το 2015, όταν, έστω και με προβλήματα, λειτουργούσε κανονικά το δίκτυο καταστημάτων της «Μαρινόπουλος». Από την άνοιξη του 2016 και ειδικά από τον Ιούνιο, το δίκτυο υπολειτουργεί. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν στελέχη της IRI που μίλησαν στην «Κ», ανεξαρτήτως της επίδρασης της «Μαρινόπουλος» στα στοιχεία, το πρόσημο θα ήταν και πάλι αρνητικό και η πτώση του τζίρου αξιοσημείωτη, τουλάχιστον κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2015.
Αποκαλυπτικά για τη συρρίκνωση της κατανάλωσης το περασμένο έτος είναι και τα στοιχεία για τις πωλήσεις στις βασικές κατηγορίες προϊόντων. Μείωση πωλήσεων σε αξία και τζίρο καταγράφουν και οι 11 κατηγορίες προϊόντων. Ως προς την αξία, η μείωση κυμαίνεται από 4,1% (στα σνακς) έως 10,5% στα γαλακτοκομικά, ενώ ως προς τον όγκο η μικρότερη μείωση καταγράφεται στα είδη προσωπικής φροντίδας και ομορφιάς (3% σε σύγκριση με το 2015) και η μεγαλύτερη στα αλκοολούχα ποτά (12,4%).
Καθοριστικό ρόλο στην υποχώρηση της ζήτησης έχει διαδραματίσει και η αύξηση των τιμών η οποία είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων: της αύξησης του ΦΠΑ και του περιορισμού των προσφορών. Το τελευταίο δείχνει ότι ο «πόλεμος τιμών» στον οποίο έχουν επιδοθεί οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ τον τελευταίο ειδικά χρόνο, προς άγραν κυρίως των καταναλωτών της «Μαρινόπουλος», έχει αρχίσει να τις εξαντλεί.
Η κατάρρευση της «Μαρινόπουλος» πάντως φαίνεται ότι ευνόησε πολλές αλυσίδες, ακόμη και μικρές περιφερειακές ή ομίλους αγορών όπως είναι ο ΕΛΟΜΑΣ, όπως επισημαίνουν στην «Κ» στελέχη και ερευνητές του κλάδους. Ενας από τους μεγάλους κερδισμένους είναι η Lidl, με την IRI να εκτιμά ότι οι πωλήσεις της μοναδικής εκπτωτικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα αυξήθηκαν το 2016 σε σύγκριση με το 2015 κατά 10,4%, έναντι αύξησης 2,7% το 2015 σε σύγκριση με το 2014. «Η Lidl θερίζει τώρα τους καρπούς που έσπειρε τα προηγούμενα χρόνια», είναι η χαρακτηριστική φράση ανώτατου στελέχους του κλάδου για όσα συμβαίνουν στην αγορά. Ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν τόσο για την ανακατανομή των μεριδίων όσο και για τις νέες καταναλωτικές συνήθειες από τα στοιχεία για τις πωλήσεις ανά μέγεθος καταστήματος. Η μοναδική κατηγορία όπου παρατηρήθηκε το 2016 αύξηση των πωλήσεων, κατά 2,4% σε σύγκριση με το 2015, ήταν αυτή των μικρών καταστημάτων από 400 έως 1.000 τ.μ. Στον αντίποδα βρίσκονται τα υπερμάρκετ, τα σημεία πώλησης δηλαδή από 2.500 τ.μ. και άνω, οι πωλήσεις των οποίων υποχώρησαν κατά 26,1%. Τούτο δείχνει, πρώτον, ότι οι καταναλωτές αποφεύγουν τα υπερμάρκετ για να μην παρασυρθούν σε περιττές αγορές και, δεύτερον, ότι έχουν πάρει κομμάτι της πίτας της «Μαρινόπουλος» μικρότερες αλυσίδες, οι οποίες κατά βάση διατηρούν μικρού και μεσαίου μεγέθους συνοικιακά καταστήματα.
Kαθημερινή (Μανιφάβα Δήμητρα)