Κοντά στα 600 εκατ. ευρώ πλήρωσαν νοικοκυριά και επιχειρήσεις το 2021 για ηλεκτρική ενέργεια που δεν κατανάλωσαν. Το ποσό αντιστοιχεί σε ενέργεια που μπήκε στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ αλλά... χάθηκε στον δρόμο για το σπίτι, το γραφείο ή την επιχείρηση. Με επιστημονικούς όρους η ενέργεια αυτή περιγράφεται ως «απώλειες δικτύου» και διακρίνεται σε δύο κατηγορίες, τις «τεχνικές», τις απώλειες δηλαδή που οφείλονται σε τεχνικούς λόγους (απόσταση υποσταθμών από την κατανάλωση, παλαιότητα δικτύου κ.λπ.), και τις «μη τεχνικές», που αντιπροσωπεύουν την ενέργεια που καταναλώνεται από τους μπαταχτσήδες. Αυτούς δηλαδή που πειράζοντας τον μετρητή καταφέρνουν να ηλεκτροδοτούνται κανονικά χωρίς να πληρώνουν, αφού η κατανάλωσή τους δεν καταγράφεται. Πρόκειται για το ευρέως γνωστό τα τελευταία χρόνια φαινόμενο της ρευματοκλοπής.
Ο λογαριασμός των μπαταχτσήδων έφτασε στους συνεπείς καταναλωτές και το 2021, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Συγκεκριμένα ανήλθε στα 209 εκατ. ευρώ πέρυσι, από 79,3 εκατ. το 2020 και 107,9 εκατ. το 2019, και αντιπροσωπεύει το 4,47% της συνολικής κατανάλωσης για καθένα από τα τρία έτη.
Παρότι τα ποσοστά των τεχνικών απωλειών για τα τρία έτη είναι ίδια (9,87% της συνολικής κατανάλωσης κατ’ έτος), το κόστος που μεταφέρεται στον καταναλωτή διαφοροποιείται. Αυτό συμβαίνει γιατί οι προμηθευτές αγοράζουν στην οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) την ενέργεια για να προμηθεύσουν τους πελάτες τους, προσαυξημένη με ένα συντελεστή που ορίζει η ΡΑΕ για τη μέση και τη χαμηλή τάση, προκειμένου να καλυφθεί και το κόστος των απωλειών (τεχνικών και μη). Ετσι, το κόστος για τις ίδιες απώλειες το 2021 είναι σχεδόν τριπλάσιο από το αντίστοιχο κόστος του 2020 γιατί η τιμή της μεγαβατώρας στη χονδρεμπορική αγορά είναι τριπλάσια (46,6% το 2020 και 119,9% το 2021). Το κόστος αυτό εκτιμάται ότι θα πολλαπλασιαστεί το 2022 εάν η χονδρεμπορική τιμή παραμείνει στα επίπεδα του πρώτου τριμήνου, δηλαδή στα 249,8 ευρώ η μεγαβατώρα.
Νοικοκυριά και επιχειρήσεις πλήρωσαν για το 2021 ένα ποσό της τάξεως των 592 εκατ. ευρώ συνολικά για απώλειες δικτύου, εκ των οποίων τα 209 εκατ. ευρώ για ρευματοκλοπές. Το αντίστοιχο ποσό για το 2022 αναμένεται να φτάσει στο 1,2 δισ. ευρώ για το σύνολο των απωλειών, εκ των οποίων τα 798 εκατ. αντιστοιχούν στο κόστος των ρευματοκλοπών, εάν παραμείνουν στα επίπεδα των τριών τελευταίων ετών.
Τα υψηλά ποσοστά τεχνικών και μη τεχνικών απωλειών του ελληνικού δικτύου διανομής είναι ένας από τους πολλούς «εγχώριους» παράγοντες που ανεβάζουν το κόστος ρεύματος σε επίπεδα που προσεγγίζουν τα ποσά των επιδοτήσεων των λογαριασμών ρεύματος. Τα ιστορικά στοιχεία των ρευματοκλοπών πιστοποιούν την πλημμελή αντιμετώπιση του ζητήματος από πλευράς του ΔΕΔΔΗΕ, ενώ το κόστος αυτό θα είχε αποφευχθεί πλήρως εάν είχε προχωρήσει το project των «έξυπνων» μετρητών που καρκινοβατεί πάνω από μια δεκαετία. Από 0,2% τη διετία 2003-2004 οι ρευματοκλοπές αυξήθηκαν σε 1,1% το 2011-2013, σε 3,9% το 20152016 και 4,4% το 2018-2019. Αντιθέτως στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών δικτύων διανομής (σε 19 από 23 χώρες) την 8ετία 2010-2018 το σύνολο των απωλειών μειώθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 3%.
Με στόχο την ενεργοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ, η ΡΑΕ έχει συνδέσει την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων για τη μείωση των ρευματοκλοπών με το οικονομικό αντάλλαγμα που εισπράττει ο Διαχειριστής για τη χρήση του δικτύου του. Το ποσό που θα υπολείπεται από τους στόχους θα το καλύπτει ο ίδιος και δεν θα το μεταφέρει στον καταναλωτή. Ο ρυθμός μείωσης που έχει τεθεί ως στόχος σε ετήσια βάση σταδιακά είναι κατά μέσον όρο 5,1% έως το 2031.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή