Αναθεωρείται η κοινοτική οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών εντός του 2023, θεσπίζεται αυστηρό ανώτατο χρονικό όριο. Τι ανέφεραν στην ευρωπαϊκή διαβούλευση οι ελληνικές βιομηχανίες χημικών και τροφίμων.
Τις καθυστερήσεις στις πληρωμές μεταξύ επιχειρήσεων (B2B) επιχειρεί να αντιμετωπίσει με δραστικά μέτρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προχωρώντας, εντός του έτους, σε αναθεώρηση της σχετικής οδηγίας (2011/7/ΕΕ), που θα περιλαμβάνει για πρώτη φορά, μεταξύ άλλων, την καθιέρωση υποχρεωτικού ανώτατου ορίου εξόφλησης των τιμολογίων σε 60 ημέρες.
Το πρόβλημα των καθυστερήσεων στις πληρωμές αναγνωρίζεται από την Κομισιόν ως μια από τις σοβαρότερες απειλές στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και ιδιαίτερα των μικρών, οικογενειακών επιχειρήσεων. Όπως τονίζεται στο κείμενο της διαβούλευσης για την αναθεώρηση της οδηγίας, η οποία ολοκληρώθηκε πριν λίγες ημέρες, στις 14 Σεπτεμβρίου 2022, στην ομιλία της σχετικά με την κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η πρόεδρος κ. φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε την αναθεώρηση της οδηγίας για τις καθυστερήσεις πληρωμών. Στην ομιλία της τόνισε ότι «απλά δεν είναι δίκαιο μία στις τέσσερις πτωχεύσεις να οφείλεται σε μη εμπρόθεσμη εξόφληση τιμολογίων. Για εκατομμύρια οικογενειακές επιχειρήσεις, η αναθεώρηση της οδηγίας για τις καθυστερήσεις πληρωμών θα αποτελέσει σανίδα σωτηρίας στις τρικυμίες».
Στην Ελλάδα, η καθυστέρηση πληρωμών μεταξύ των επιχειρήσεων αποτελεί τον κανόνα και έχει μεταβληθεί ουσιαστικά σε μια άτυπη παροχή χρηματοδότησης, όπου οι προμηθευτές μετατρέπονται, παρά τη θέλησή τους, σε… τράπεζες των αγοραστών. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, αν και έκαναν από το 2012 με πολλές νομοθετικές ρυθμίσεις βήματα τυπικής προσαρμογής στο κοινοτικό δίκαιο, ουσιαστικά δεν το εφαρμόζουν, με αποτέλεσμα να έχει παραπεμφθεί η χώρα από την Κομισιόν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Μάλιστα, στην Ελλάδα παρατηρείται η ύπαρξη ακόμη και… ειδικού χρηματοπιστωτικού εργαλείου για να διευκολύνεται η καθυστέρηση πληρωμών: οι μεταχρονολογημένες επιταγές, μια… άκρως ελληνική εφεύρεση, επιτρέπουν στους αγοραστές να μεταθέτουν πολλούς μήνες αργότερα την εξόφληση τιμολογίων. Οι μεταχρονολογημένες επιταγές, με την επίσης ελληνική εφεύρεση της οπισθογράφησης, αλλάζουν χέρια από επιχείρηση σε επιχείρηση, ενώ αποτελούν εργαλείο αναγνωρισμένο από το τραπεζικό σύστημα, αφού γίνονται δεκτές από το factoring.
Οι καθυστερήσεις πληρωμών έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις κυρίως στο οργανωμένο λιανεμπόριο, όπου τα σούπερ μάρκετ χρησιμοποιούν την εμπορική ισχύ τους έναντι των προμηθευτών για να εξασφαλίζουν τεράστια ποσά άτοκου δανεισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους ισολογισμούς των αλυσίδων οργανωμένου λιανεμπορίου οι καθυστερούμενες υποχρεώσεις προς προμηθευτές έχουν γίνει κύριο εργαλείο χρηματοδότησης, καθώς ξεπερνούν το 50% των πωλήσεων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις ευρωπαϊκές αλυσίδες διαμορφώνεται πέριξ του 20%. Στη μεγαλύτερη αλυσίδα της αγοράς, τη Σκλαβενίτης, καταγράφηκε (το 2020) ο μεγαλύτερος χρόνος εξόφλησης προμηθευτών, που έφθανε τις 149,3 ημέρες, δηλαδή σχεδόν πέντε μήνες. Από τον χώρο της βιομηχανίας αναφέρθηκε σημαντική αύξηση των καθυστερήσεων στις πληρωμές κατά την περίοδο της πανδημίας.
Ανεπαρκές πλαίσιο
Η Κομισιόν αναγνωρίζει ότι το πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί με την κοινοτική οδηγία του 2011 είναι ανεπαρκές για την αντιμετώπιση του προβλήματος των καθυστερούμενων πληρωμών, που έχει ζωτική σημασία για τις επιχειρήσεις, καθώς κάθε χρόνο ανταλλάσσονται στην ΕΕ έως 40 δισεκατομμύρια τιμολόγια, δηλαδή περισσότερα από 500 ανά δευτερόλεπτο και λιγότερο από το 40 % των τιμολογίων αυτών εξοφλούνται εγκαίρως.
Οι καθυστερήσεις πληρωμών αποτελούν το δεύτερο πιο κρίσιμο εμπόδιο για την ανάπτυξη και τη διττή μετάβαση προς βιώσιμα και ψηφιακά επιχειρηματικά μοντέλα (το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι ο διοικητικός φόρτος). Οι καθυστερήσεις πληρωμών οδηγούν σε απολύσεις, παρεμποδίζουν την απασχόληση και επηρεάζουν την ανάπτυξη και το διασυνοριακό εμπόριο, σημειώνει η Επιτροπή.
Ένα από τα βασικά προβλήματα της ισχύουσας οδηγίας είναι ότι δεν έχει καθιερώσει ανώτατο όριο για τον χρόνο πληρωμών B2B, αλλά μόνο αναγνωρίζει ότι ο γενικός κανόνας πρέπει να είναι η εξόφληση το αργότερο εντός 60 ημερών. Λίγες χώρες -Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Αυστρία- έχουν θέσει μέσω των εθνικών τους νομοθεσιών αυστηρά ανώτατα όρια στις 30 ή στις 60 ημέρες.
Οι κύριες διατάξεις της ισχύουσας οδηγίας 2011/7/ΕΕ είναι:
Οι δημόσιες αρχές πρέπει να πληρώνουν για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προμηθεύονται εντός 30 ημερών ή, σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις, εντός 60 ημερών.
Οι επιχειρήσεις οφείλουν να εξοφλούν τα τιμολόγιά τους εντός 60 ημερών, εκτός εάν συμφωνήσουν ρητά διαφορετικά και εφόσον δεν είναι κατάφωρα άδικο.
Αυτόματο δικαίωμα καταβολής τόκων υπερημερίας και ελάχιστο ποσό 40 ευρώ ως αποζημίωση για έξοδα είσπραξης.
Νόμιμοι τόκοι τουλάχιστον 8% πάνω από το επιτόκιο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
Οι λόγοι για τους οποίους προτείνεται από την Επιτροπή η αναθεώρηση της οδηγίας είναι κυρίως ότι διαπιστώνονται νομοθετικά κενά και ασαφείς κανόνες:
Έλλειψη μέγιστων προθεσμιών πληρωμής στις συναλλαγές B2B. Σε αντίθεση με τις πληρωμές από τις δημόσιες αρχές (G2B), η οδηγία δεν καθορίζει μέγιστη προθεσμία πληρωμής μεταξύ επιχειρήσεων (B2B), αλλά μόνο μια προθεσμία πληρωμής «αναφοράς» 30 ημερών.
Έλλειψη σαφούς ορισμού των καταχρηστικών πρακτικών ή ρητρών. Αρκετές διατάξεις της οδηγίας κάνουν αναφορά στην έννοια του «κατάφωρα καταχρηστικού» χαρακτήρα (για παράδειγμα, κατά τη διαπραγμάτευση των προθεσμιών πληρωμής σε συναλλαγές B2B). Ωστόσο, η οδηγία δεν ορίζει την έννοια αυτή, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολο για τον πιστωτή να αποδείξει ότι μια συγκεκριμένη συμβατική ρήτρα ή πρακτική είναι κατάφωρα καταχρηστική.
Έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά την κατ' αποκοπή αποζημίωση. Οι οφειλέτες ερμήνευσαν την απαίτηση αυτή ως εφαρμοζόμενη σε μεμονωμένες «συμβάσεις» (οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν πολλαπλά τιμολόγια) και όχι σε μεμονωμένα τιμολόγια.
Είναι διάχυτη η νοοτροπία καθυστερημένων πληρωμών, καθώς οι έγκαιρες πληρωμές δεν ενθαρρύνονται ούτε ανταμείβονται. Η καθυστέρηση των πληρωμών αποτελεί εσκεμμένη πρακτική, δεδομένου ότι αποτελεί μορφή χρηματοδότησης με μηδενικό κόστος και κανέναν διοικητικό κόπο. Η κατάσταση αυτή συνεχίζεται σε περιόδους οικονομικής σταθερότητας και επιδεινώνεται σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, όταν η πρόσβαση σε χρηματοδότηση είναι δυσκολότερη.
Οι στόχοι της αναθεώρησης
Όπως αναφέρει η Κομισιόν, στόχος της αναθεώρησης που συζητείται είναι η προώθηση μιας νοοτροπίας έγκαιρης πραγματοποίησης των πληρωμών, με βάση τρεις πυλώνες:
1. Ενσωμάτωση στη νομοθεσία της συμπεριφοράς έγκαιρης πραγματοποίησης των πληρωμών μέσω της «προδραστικής» καταπολέμησης των καθυστερήσεων πληρωμών. Θέσπιση μέτρων για την πρόληψη των καθυστερήσεων πληρωμών προς τους πιστωτές (ιδίως των μικρότερων φορέων). Οι επιλογές στο πλαίσιο αυτού του στόχου θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν:
- θέσπιση ανώτατου ορίου στις προθεσμίες πληρωμής στις συναλλαγές B2B
- θέσπιση ισχυρότερων αποτρεπτικών μέτρων (αυτόματη καταβολή τόκων, αύξηση του επιτοκίου, αποσαφήνιση των κανόνων σχετικά με την κατ' αποκοπήν αποζημίωση)
- αποσαφήνιση των κανόνων σχετικά με τις διαδικασίες επαλήθευσης
- ορισμό των καταχρηστικών πρακτικών και ρητρών·
- απαίτηση από τις αναθέτουσες αρχές να διασφαλίζουν ότι οι κύριοι εργολήπτες πληρώνουν εγκαίρως τους υπεργολάβους τους.
2. Διευκόλυνση των έγκαιρων πληρωμών, με την προώθηση της χρήσης σύγχρονων εργαλείων ψηφιακών πληρωμών και τη δημιουργία ενός «φιλικού προς τις ΜΜΕ» επιχειρηματικού περιβάλλοντος, το οποίο θα στηρίζει τις έγκαιρες πληρωμές. Οι επιλογές στο πλαίσιο αυτού του στόχου θα μπορούσαν να καλύπτουν:
- βελτίωση του πλαισίου συνθηκών για την υιοθέτηση σύγχρονων εργαλείων ψηφιακών πληρωμών·
- διευκόλυνση της διαθεσιμότητας και της πρόσβασης σε κατάρτιση σχετικά με θέματα διαχείρισης πιστώσεων και χρηματοοικονομικών (και ψηφιακών) γνώσεων για τις ΜΜΕ·
- καθορισμός κοινών ελάχιστων κριτηρίων για τα καθεστώτα έγκαιρων πληρωμών·
- δημιουργία παρατηρητηρίου πληρωμών της ΕΕ·
- ανταμοιβή των έγκαιρων πληρωμών στις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων.
3. Ενίσχυση της πρόληψης και της επιβολής, ώστε οι έγκαιρες πληρωμές να καταστούν κανόνας σε όλους τους βιομηχανικούς τομείς. Θέσπιση αποτελεσματικών ένδικων βοηθημάτων κατά των καθυστερήσεων πληρωμών όταν συμβαίνουν (προσέγγιση «αντίδρασης»). Οι επιλογές στο πλαίσιο αυτού του στόχου θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν:
- ευρύτερη χρήση των συστημάτων διαμεσολάβησης για την ταχύτερη επίλυση των διαφορών σχετικά με πληρωμές, με παράλληλη προστασία των επιχειρηματικών σχέσεων
- ορισμός από τις κυβερνήσεις της ΕΕ εθνικών αρχών που θα χειρίζονται τις καταγγελίες και θα λαμβάνουν επίσημα μέτρα επιβολής
- θέσπιση διοικητικών κυρώσεων.
Η Κομισιόν τονίζει ότι, εκτός από τον αναστοχασμό σχετικά με τα μέτρα πολιτικής που πρέπει να ληφθούν, θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή των μέσων για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων (δεσμευτικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κανονισμού αντί αναθεωρημένης οδηγίας, ή μη δεσμευτικό δίκαιο, όπως κώδικες πρακτικών, κατευθυντήριες γραμμές κ.τ.λ.).
Περιμένουν «ανάσες» οι ελληνικές επιχειρήσεις
Επιχειρήσεις από τον χώρο της ελληνικής βιομηχανίας, που αποτελούν κατ’ εξοχήν «θύματα» των καθυστερήσεων στις πληρωμές, υποδέχθηκαν με θετικά σχόλια στη δημόσια διαβούλευση την πρωτοβουλία της Κομισιόν για αλλαγή στο κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο.
Ειδικότερα, ο Σύνδεσμος Ελληνικών Χημικών Βιομηχανιών αναφέρει:
Οι μεταποιητικές εταιρίες στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν μία διαρκή και συστηματική αποστράγγιση των οικονομικών τους πόρων λόγω των ατελείωτων πιστώσεων που ζητούν ή μονομερώς πλέον επιβάλλουν διάφορες εμπορικές κ.α. επιχειρήσεις. Μία τυπική βιομηχανία εισάγει από το εξωτερικό πρώτες ύλες και πληρώνει από μετρητοίς έως 60 ημέρες, ή πληρώνει τους παραγωγούς του πρωτογενούς τομέα σε ανάλογα διαστήματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει περιθώριο αναβολών των αγορών καθώς η παραγωγή δεν μπορεί να σταματά και να ξεκινά ανάλογα με την στιγμιαία ρευστότητα.
Στον αντίποδα καλείται να δεχθεί δυσανάλογα μακρές πιστώσεις και μεταχρονολογημένες επιταγές 8-12 μηνών. Επίσης, μια εμπορική εταιρία που διακινεί προϊόντα αλλοδαπών οίκων καλείται να πληρώνει σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και διεθνή συναλλακτικά ήθη και δεν μπορεί να μετακυλήσει τις επιταγές στον προμηθευτή της δια της οπισθογράφησης καθώς αυτή είναι ελληνική εφεύρεση.
Η κοινοτική νομοθεσία καταστρατηγείται πλήρως και με συνέργεια της πολιτείας καθώς α) οι κυβερνητικοί φορείς την καταστρατηγούν και εξοφλούν σε μακρύτερο χρονικό διάστημα τις υποχρεώσεις τους β) τα δικαστήρια αποδέχονται και επιδικάζουν υποθέσεις που σχετίζονται με μακρές πιστώσεις, γ) οι τράπεζες αποδέχονται μεταχρονολογημένες επιταγές 8 μηνών σαν εγγυήσεις και τις εντάσσουν σε προγράμματα factoring και δ) είναι κοινή παραδοχή ότι "έτσι λειτουργεί η οικονομία"...
Σε πολλές περιπτώσεις, μικρότεροι έμποροι δεν μπαίνουν στον κόπο να επενδύσουν ίδια κεφάλαια ή να αναζητήσουν τραπεζικό δανεισμό καθώς επαφίενται στην άπλετη πίστωση που μπορούν να ζητήσουν από παραγωγούς. Ταυτόχρονα αποφεύγουν την λεπτομερή υποβολή επιχειρηματικών σχεδίων σε τράπεζες καθώς αυτό θα δυσχεράνει τις πωλήσεις άνευ παραστατικών στις οποίες αρκετοί επιδίδονται.
Προτείνεται να θεσμοθετηθεί υποχρεωτικό ανώτατο όριο πίστωσης και να πάψουν να λειτουργούν οι μεταποιητικές επιχειρήσεις (βιομηχανίες) και οι εισαγωγείς ως χρηματοδοτικοί οργανισμοί καθώς δεν έχουν την υποδομή και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς αξιολόγησης του ρίσκου αλλά ούτε των εξασφαλίσεων καθώς ξεφεύγει του σκοπού τους. Από την άλλη δε νοείται αυτό-εξυγίανση της αγοράς καθώς ως εναρμονισμένη πρακτική θα συνιστούσε παράβαση του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Η θεσμοθέτηση της και στην Ελλάδα είναι επιτακτική πλέον ανάγκη για να μπορέσουν οι μεταποιητικές επιχειρήσεις να επενδύσουν στην έρευνα & τεχνολογία, την εξωστρέφεια και την εν γένει ανάπτυξη που θα φέρει παραγωγικές θέσεις εργασίας και έσοδα στο κράτος. Αντί αυτού, επιβαρύνονται με χρηματοοικονομικό κόστος, στερούνται πόρων και σπαταλάται χρόνος και χρήμα σε περιττές ένδικες διαδικασίες δεδομένου ότι υψηλό ποσοστό των μακρόσυρτων πιστώσεων οδηγεί σε επισφάλειες, απασχολώντας δυσανάλογα τη Δικαιοσύνη, η οποία κατ’ επέκταση αδυνατεί να αποφανθεί εντός ευλόγου χρόνου.
Οι βιομηχανίες τροφίμων που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ αναφέρουν:
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία για την αναθεώρηση της οδηγίας για τις καθυστερήσεις πληρωμών (οδηγία 2011/7/ΕΕ) κινείται προς την σωστή κατεύθυνση. Πράγματι η οδηγία 2011/7/ΕΕ βελτίωσε σημαντικά το πλαίσιο πληρωμών εντός της ΕΕ (με εξαίρεση κάποιες λίγες χώρες όπως η Ελλάδα στην οποία ουδέποτε εφαρμόστηκε), θέτοντας ορισμένες προθεσμίες σχετικά με την αποπληρωμή οφειλών δημόσιων αρχών έναντι προμηθευτών αλλά και μεταξύ επιχειρήσεων, δημιουργώντας ένα συγκεκριμένο πλαίσιο το οποίο είχε ανάγκη η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.
Ωστόσο, η αναθεώρηση του κρίνεται επιβεβλημένη, ένεκα κάποιων ασαφειών-κενών που υπάρχουν στην οδηγία. Ειδικότερα όπως αποδείχτηκε στην πράξη η έννοια της «κατάφωρης καταχρηστικότητας» που συναντάται στην οδηγία θα πρέπει να προσδιοριστεί στο πλαίσιο της παρούσας αναθεώρησης τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, μην επιτρέποντας στους οφειλέτες, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις είναι το ισχυρό μέρος μιας συναλλαγής (βλ. υπεραγορές τροφίμων στην Ελλάδα) να προβαίνουν σε διασταλτικές ερμηνείες, κατά το δοκούν, οι οποίες στην πράξη δε συνάδουν ούτε με το γράμμα αλλά ούτε και με το πνεύμα της διάταξης.
Περαιτέρω, η αναθεώρηση της οδηγίας πέρα από το να αποκρυσταλλώσει τις προθεσμίες πληρωμής των μερών θα ήταν σκόπιμο να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα προτείνοντας κίνητρα (τα οποία να εξειδικεύονται από την εσωτερική νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους), ώστε οι οφειλέτες να προβαίνουν έγκαιρα στην αποπληρωμή των υποχρεώσεων τους και μάλιστα τα κίνητρα αυτά να αυξάνονται ανάλογα με το ύψος της οφειλής που αποπληρώνεται καθώς και με το χρόνο απόκρισης του εκάστοτε προμηθευτή.
Σκόπιμο όμως θα ήταν η αναθεώρηση να κινηθεί και προς την κατεύθυνση της αυστηριοποίησης των ποινών για να αποθαρρύνονται οι καθυστερήσεις, καθότι η υπάρχουσα πρόβλεψη για το ελάχιστο ποσό των 40 ευρώ ως αποζημίωση για έξοδα είσπραξης που ορίζεται στην οδηγία δεν κρίνεται ικανοποιητικό και θα πρέπει να είναι κλιμακούμενο και αναλογικό με το ύψος του τιμολογίου που βρίσκεται σε καθυστέρηση, να λαμβάνει δε υπόψη του και τα έξοδα τυχόν χρήσης δικηγόρου ή εισπρακτικών εταιριών για την είσπραξη της απαίτησης.
Η αναθεώρηση της οδηγίας λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων και τα ανωτέρω θα ενισχύσει έτι περαιτέρω τη ρευστότητα των επιχειρήσεων ειδικά στην παρούσα χρονική συγκυρία που τα επιτόκια αυξάνονται. Ενώ συγκεκριμένα για την Ελλάδα θα είναι ευεργετική όταν ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο, διότι το 90% των επιχειρήσεων της είναι μικρομεσαίες με περιορισμένη πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα. Η ενίσχυση της ρευστότητας και η μη χρήση τραπεζικού δανεισμού από τις ελληνικές επιχειρήσεις (ο οποίος είναι ακριβότερος εν συγκρίσει με την υπόλοιπη Ευρώπη) θα επηρεάσει θετικά το ελληνικό επιχειρείν, αφού θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και αποδοτικότητα του, ειδικά σε μια περίοδο που ζητούμενο για την ελληνική επιχειρηματικότητα και οικονομία είναι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, η εξωστρέφεια και η αύξηση των εξαγωγών.
Επίσης, η θωράκιση και η σαφήνεια του νομικού πλαισίου που σκοπείται με την παρούσα αναθεώρηση θα οδηγήσει στην αύξηση της κίνησης αγαθών και υπηρεσιών εντός της Ένωσης, μειώνοντας τις στρεβλώσεις λόγω αθέμιτου ανταγωνισμού.
Νώντας Χαλδούπης businessdaily.gr