Μέχρι το 2060 το χρέος της Ευρωζώνης θα διπλασιαστεί, ενώ το δηµοσιονοµικό κόστος της γήρανσης θα εκτοξευθεί υπονοµεύοντας την ήδη αδύναµη ανάπτυξη. Υπό αυτές τις συνθήκες, πολλές χώρες µε επενδυτική βαθµίδα µπορεί και να τη χάσουν, λέει ο οίκος S&P.

Το δηµογραφικό αποτελεί από τις µεγαλύτερες προκλήσεις για τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης καθώς και για τη νέα Κοµισιόν. Η συνεχής µείωση του πληθυσµού σε ηλικία εργασίας σε συνδυασµό µε τις ανεπαρκείς επενδύσεις και τη χαµηλή ανταγωνιστικότητα έχουν οδηγήσει την περιοχή σε ασθενή οικονοµική ανάπτυξη και αδύναµη αύξηση παραγωγικότητας, µια τάση που προς το παρόν δεν φαίνεται να ανατρέπεται.

Οπως µάλιστα προειδοποιούν οι οίκοι αξιολόγησης που µιλούν στην «Κ», το δηµογραφικό αποτελεί µια σταδιακά διαµορφούµενη δηµοσιονοµική κρίση: εάν δεν υπάρξουν οι κατάλληλες µεταρρυθµίσεις, ο δείκτης καθαρού χρέους στην Ευρωζώνη θα διπλασιαστεί έως το 2060, ενώ το δηµοσιονοµικό κόστος της γήρανσης θα εκτοξευθεί, υπονοµεύοντας το ήδη αδύναµο δυναµικό της ανάπτυξης και οδηγώντας σε υποβαθµίσεις πιστοληπτικής αξιολόγησης.

Η δηµογραφική πίεση είναι µία από τις πιο βαθιές προκλήσεις που είναι πιθανό να αντιµετωπίσουν οι κυβερνήσεις τις επόµενες δεκαετίες, όπως σηµειώνει στην «Κ» ο αναλυτής της S&P Σάµιουελ Τιλερέι.

Οι δηµογραφικές προοπτικές επιδεινώνονται επίσης τα τελευταία χρόνια αυξάνοντας τη σοβαρότητα µε την οποία πρέπει να δοθεί λύση σε αυτή την πρόκληση. Οι χώρες της Ευρωζώνης είναι ήδη από πιο γερασµένες και η πίεση της γήρανσης του πληθυσµού θα συνεχίσει να αυξάνεται τα επόµενα χρόνια, σύµφωνα µε την παρατηρούµενη πτώση των ποσοστών γονιµότητας στα κράτη-µέλη.

Αδύναµη ανάπτυξη

Ο Τιλερέι τονίζει ότι ο αντίκτυπος στην ανάπτυξη είναι δύσκολο να υπολογιστεί, αλλά είναι δύσκολο και να δούµε ένα σενάριο όπου οι µελλοντικοί πληθυσµοί που έχουν λιγότερα άτοµα σε ηλικία εργασίας θα είναι σε θέση να δουν τις οικονοµίες τους να αναπτύσσονται ταχύτερα από σήµερα. Από την άλλη, οι δηµοσιονοµικές επιπτώσεις είναι κάπως πιο εύκολο να προβλεφθούν, δεδοµένων των καθορισµένων παραµέτρων κοινωνικής ασφάλισης. Από αυτή την άποψη, εξηγεί ο Τιλερέι, οι προσοµοιώσεις που έκανε πρόσφατα η S&P έδωσαν κάποια ιδέα ως προς το µέγεθος µε το οποίο οι δείκτες χρέους θα µπορούσαν να αυξηθούν χωρίς νέα διορθωτικά µέτρα και µεταρρυθµίσεις, ασκώντας πιέσεις στην αξιολόγηση των χωρών.

«Μέχρι το 2060 το καθαρό χρέος στην Ευρωζώνη ως ποσοστό προς το ΑΕΠ θα διπλασιαστεί κατά µέσον όρο στο 121%, από 64% το 2022. Μια τέτοια επιδείνωση θα ασκούσε αναµφισβήτητα πίεση στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας», τονίζει ο Τιλερέι, προσθέτοντας πως πολλές χώρες µε επενδυτική βαθµίδα µπορεί και να τη χάσουν.

Σύµφωνα µε τις προβλέψεις του οίκου αξιολόγησης Fitch, το κόστος γήρανσης των ανεπτυγµένων χωρών αντιπροσωπεύει µια δηµοσιονοµική κρίση η οποία σταδιακά διαµορφώνεται: σε µέσο όρο θα αυξηθεί κατά 2,4% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2045 και 3,6% έως το 2070 ελλείψει µεταρρυθµίσεων, ενώ ο δείκτης χρέους θα αυξηθεί κατά 46% του ΑΕΠ έως το 2045 και 140% του ΑΕΠ έως το 2070. Το µεγαλύτερο µέρος του προβλεπόµενου αντικτύπου του κόστους γήρανσης στις αξιολογήσεις ξεκινάει µετά το 2030, όπως πάντως επισηµαίνει µιλώντας στην «Κ» ο αναλυτής της Fitch Φεντερίκο Μπαρίγκα, ο οποίος επίσης προειδοποιεί για υποβαθµίσεις εάν δεν εφαρµοστούν οι απαραίτητες µεταρρυθµίσεις.

«Η γήρανση του πληθυσµού θα επιβαρύνει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας µεσοπρόθεσµα έως µακροπρόθεσµα, ελλείψει µεταρρύθµισης για την αντιµετώπιση της συρρίκνωσης του εργατικού δυναµικού, του αυξανόµενου κόστους που σχετίζεται µε τη γήρανση και των επιπτώσεών τους στα δηµόσια οικονοµικά και στην οικονοµική ανάπτυξη», τονίζει ο Μπαρίγκα.

Οι επιπτώσεις στην Ελλάδα

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο δηµοσιονοµικός αντίκτυπος του δηµογραφικού εκτιµάται πως θα είναι λιγότερο σοβαρός, ωστόσο το βέβαιο είναι πως θα ασκηθούν σηµαντικές πιέσεις στο δυναµικό της ανάπτυξης µακροπρόθεσµα, το οποίο είναι ήδη αδύναµο.

Με βάση τον δείκτη εξάρτησης των ηλικιωµένων, η Ελλάδα σήµερα είναι η τρίτη πιο γερασµένη χώρα της Ευρωζώνης και η τέταρτη παγκοσµίως, και η διαδικασία γήρανσης δεν είναι πιθανό να επιβραδυνθεί στο άµεσο µέλλον, καθώς τα ποσοστά γονιµότητας έχουν πέσει πολύ κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για τη σταθεροποίηση του πληθυσµού, επισηµαίνει ο Τιλερέι της S&P. Οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη είναι και πάλι δύσκολο να προβλεφθούν, αν και η S&P αναµένει ότι η µακροπρόθεσµη αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα θα υπονοµευθεί από αυτή τη συνεχιζόµενη πρόκληση.

Στα θετικά ωστόσο, όπως σηµειώνει, οι δηµοσιονοµικές προοπτικές είναι πιο αισιόδοξες και η Ελλάδα ξεχωρίζει µεταξύ των µελών της Ευρωζώνης για τον µικρότερο δηµοσιονοµικό αντίκτυπο από τη µεταβαλλόµενη δηµογραφική της κατάσταση σε ένα σενάριο χωρίς αλλαγή πολιτικής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιµά µάλιστα ότι οι δαπάνες που σχετίζονται µε τη γήρανση θα είναι 2,7 ποσοστιαίες µονάδες του ΑΕΠ χαµηλότερες έως το 2070 σε σύγκριση µε σήµερα.

«Ωστόσο, ένα τέτοιο αποτέλεσµα είναι πιθανό µόνο εάν οι διαδοχικές µελλοντικές κυβερνήσεις συγκρατηθούν από περαιτέρω ad hoc συµπληρωµατικές πληρωµές συντάξεων και επιτρέψουν να συνεχίσει να αυξάνεται η ηλικία συνταξιοδότησης, σύµφωνα µε τις βελτιώσεις στο προσδόκιµο ζωής, όπως κατοχυρώνεται επί του παρόντος στη νοµοθεσία», τονίζει ο αναλυτής της S&P.

Οπως παρατηρεί και ο Μπαρίγκα της Fitch, αν και η Ελλάδα αναµένεται να έχει µία από τις ταχύτερες αυξήσεις στη γήρανση, οι µεταρρυθµίσεις στην κοινωνική ασφάλιση/συντάξεις την τελευταία δεκαετία σηµαίνουν ότι στην πραγµατικότητα θα υπάρξει µείωση στις συνολικές δαπάνες που σχετίζονται µε τη γήρανση.

Μπορεί να υπάρξουν δευτερεύουσες επιπτώσεις από τη δυνητικά πολύ πιο αδύναµη αύξηση του ΑΕΠ λόγω µειωµένου πληθυσµού. Αυτό θα εξαρτηθεί από την πρόοδο που θα σηµειωθεί στη βελτίωση της παραγωγικότητας µεσοπρόθεσµα έως µακροπρόθεσµα, όπως τονίζει. «Ετσι, συνολικά επί του παρόντος η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας δεν επηρεάζεται άµεσα από το κόστος γήρανσης και οι κίνδυνοι µεσοπρόθεσµα έως µακροπρόθεσµα είναι πιο µέτριοι από πολλές άλλες χώρες της Ε.Ε. και ανεπτυγµένες χώρες γενικότερα», προσθέτει χαρακτηριστικά.

Ελευθερία Κουρταλή, Καθημερινή