Ωριμα έργα αποθήκευσης 1.500 MW που είχαν «παγώσει» με υπουργική απόφαση τον Ιούνιο του 2021 και επιπλέον άδειες για συνολική ισχύ άνω των 15 GW «ξεκλειδώνει» το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τη δεύτερη φάση εκσυγχρονισμού και απλοποίησης των αδειοδοτικών διαδικασιών ΑΠΕ. Περιλαμβάνει επίσης ρυθμίσεις που θεραπεύουν το κρίσιμο ζήτημα της έλλειψης επαρκούς διαθέσιμου ηλεκτρικού χώρου στα ηλεκτρικά δίκτυα για τη μεταφορά της παραγόμενης πράσινης ενέργειας, ενώ παρέχει ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία στην ανάπτυξη μικρών αιολικών και φωτοβολταϊκών έργων.
Το νομοσχέδιο, που αναμένεται να βγει μέσα στις επόμενες ημέρες σε δημόσια διαβούλευση, θα πάρει τον δρόμο για τη Βουλή λίγο πριν η Ε.Ε. ανακοινώσει τον Μάιο το «νέο ενεργειακό σύμφωνο» για την επιτάχυνση των ΑΠΕ, με στόχο να κινητοποιήσει τα κράτη-μέλη σε αυτή την κατεύθυνση, αίροντας κάθε εμπόδιο. Η επιτάχυνση των ΑΠΕ αποτελεί για την Ε.Ε. το «κλειδί» για την απεξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα και κυρίως από το ρωσικό φυσικό αέριο, και δρομολογεί νέους όρους ανάπτυξης των έργων ΑΠΕ και υποδομών δικτύου που θα διασφαλίζουν ότι πρόκειται για επενδύσεις δημοσίου συμφέροντος, προκειμένου να τους παρέχεται η ευνοϊκότερη δυνατή διαδικασία σχεδιασμού και αδειοδότησης.
Εν αναμονή των νέων ευρωπαϊκών κατευθύνσεων, τις οποίες προφανώς θα νομοθετήσει σε επόμενο στάδιο, η Ελλάδα επιταχύνει τον μέχρι τώρα βηματισμό της διορθώνοντας αστοχίες και κυρίως ανοίγοντας τον δρόμο για τις κρίσιμες επενδύσεις αποθήκευσης όχι μόνο για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, αλλά και την ενίσχυση του ανταγωνισμού στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού προς όφελος των καταναλωτών. Η τεχνολογία της αποθήκευσης συμβάλλει εξ ορισμού στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, αφού μπορεί να αποθηκεύει την ενέργεια που θα παράγεται από τον ήλιο και τον άνεμο, και να την επιστρέφει στο σύστημα όταν υπάρχει ανάγκη, ενώ παράλληλα διαθέτει την ευελιξία να παρέχει στο σύστημα επικουρικές υπηρεσίες, όπως κάνουν σήμερα οι περιορισμένες μονάδες φυσικού αερίου.
Το νομοσχέδιο ορίζει δύο μεγάλες κατηγορίες έργων αποθήκευσης: Σταθμούς αμιγούς αποθήκευσης (μπαταρίες) που μπορούν να εγκατασταθούν σε οποιοδήποτε σημείο και να συνδεθούν με το δίκτυο με μια απλή αδειοδοτική διαδικασία, και σταθμούς αποθήκευσης που συνδυάζονται με έργα ΑΠΕ. Η δεύτερη αυτή κατηγορία χωρίζεται σε δύο υποκατηγορίες: α) Σταθμούς που δεν απορροφούν ενέργεια από το δίκτυο (η αποθήκη είναι πίσω από τον σταθμό ΑΠΕ), και β) σταθμούς αποθήκευσης που μπορούν και να δίνουν ενέργεια στο δίκτυο και να απορροφούν από αυτό. Η πρώτη κατηγορία εντάσσεται στο καθεστώς επενδυτικής ενίσχυσης και έχει διασφαλιστεί συνολική επιδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 200 εκατ. ευρώ για έργα συνολικής
ισχύος 800-900 MW. Αναμένεται η έγκριση του μοντέλου διεξαγωγής των διαγωνισμών από την Κομισιόν, το οποίο, σύμφωνα με τη γ.γ. Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου, έχει προσυμφωνηθεί με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ανταγωνισμού (DGcomp) και θα υποβληθεί και επισήμως προς έγκριση τις επόμενες ημέρες.
Σταθμοί αποθήκευσης με έργα ΑΠΕ που δεν απορροφούν ενέργεια από το δίκτυο θα μπορούν να λάβουν λειτουργική επιδότηση, συμμετέχοντας στους κοινούς διαγωνισμούς για έργα ΑΠΕ που έχει εγκρίνει η Ε.Ε. για την Ελλάδα, συνολικής ισχύος 4,2 GW μέχρι το 2025. Η τρίτη κατηγορία, τέλος, (κατανεμόμενες μονάδες) συμμετέχει στην αγορά προσφέροντας υπηρεσίες ευελιξίας. Και οι δύο τελευταίες κατηγορίες εντάσσονται στο πολύπλοκο αδειοδοτικό πλαίσιο των έργων ΑΠΕ. Αν και στις μεταβατικές διατάξεις του νομοσχεδίου προβλέπεται προτεραιότητα στη δέσμευση χώρου στο δίκτυο για έργα που δεν το επιβαρύνουν, χαρακτηριστικό των έργων αποθήκευσης, η αγορά διατηρεί επιφυλάξεις διότι δεν γίνεται σαφής αναφορά.
Η δραστηριότητα της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας ή έχουν νομίμως εξαιρεθεί από την υποχρέωση αυτή, δηλαδή σταθμούς με ισχύ μικρότερη του 1 MW.
Αύξηση ηλεκτρικού χώρου
Η ανάπτυξη έργων αποθήκευσης θα συνδράμει σε μεγάλο βαθμό και στην επίλυση του προβλήματος που συνδέεται με την έλλειψη ηλεκτρικού χώρου στα δίκτυα, τα οποία αναπτύσσονται με χαμηλότερο ρυθμό απ’ ό,τι οι ΑΠΕ και που το νομοσχέδιο επιχειρεί να θεραπεύσει με ρυθμίσεις μεσο-βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Ο διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, ανέρχεται σε περίπου 17 GW. Με τα έργα που υλοποιεί και σχεδιάζει ο ΑΔΜΗΕ έως το 2030 ο χώρος αυτός θα ανέλθει σε 28,6 GW για τη λειτουργία ΑΠΕ σε ολόκληρο το σύστημα μεταφοράς. Δηλαδή θα υπάρξει μια αλματώδης αύξηση της τάξης του 70% σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση.
Με αυτόν τον τρόπο θα υπερκαλυφθεί κατά 3,6 GW ο φιλόδοξος στόχος των 25 GW που εκτιμάται ότι θα τεθεί για το 2030, στο πλαίσιο του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Ο ηλεκτρικός χώρος που έχει καταληφθεί από σταθμούς ΑΠΕ ανέρχεται μέχρι στιγμής σε 19,6 GW. Εξ αυτών, τα 8,5 GW αφορούν σε εν λειτουργία ΑΠΕ και τα υπόλοιπα 10,7 GW σε ενεργές προσφορές σύνδεσης. Από τον Ιανουάριο του 2021 μέχρι σήμερα η συνολική ισχύς των αιτημάτων έκδοσης οριστικών προσφορών σύνδεσης που έχουν υποβληθεί ανέρχεται σε 19,3 GW, η οποία είναι σχεδόν ίση με τον ήδη κατειλημμένο χώρο (19,6 GW).
Για να αντιμετωπιστεί ο ετεροχρονισμός ανάπτυξης έργων μεταφοράς και διείσδυσης των ΑΠΕ, το νομοσχέδιο στο άρθρο 10 δίνει τη δυνατότητα στον διαχειριστή κατόπιν απόφασης της ΡΑΕ να επιβάλει περιορισμό έγχυσης ισχύος σε ποσοστό έως και 5% της ετήσιας δυναμικότητας σταθμών ΑΠΕ, όταν απειλείται η ευστάθεια του συστήματος. Η ρύθμιση αυτή δίνει ουσιαστικά τη δυνατότητα καλύτερης αξιοποίησης των υφιστάμενων υποδομών δικτύου, αφού για την έγκριση όρων σύνδεσης ο ΑΔΜΗΕ λαμβάνει υπόψη του και δεσμεύει αντίστοιχα χώρο με βάση την ονομαστική ισχύ ενός έργου, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται δεσμευμένος πολύ μεγαλύτερος ηλεκτρικός χώρος από αυτόν που πραγματικά καταλαμβάνει το έργο, δεδομένου ότι δεν δουλεύει πάντα στην πλήρη ισχύ του.
Η αγορά χαρακτηρίζει θετικό το μέτρο των περικοπών, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση του θα είναι λελογισμένη ώστε να μην καταστήσει μη βιώσιμες τις επενδύσεις, κάτι που γίνεται σε πολλές περιπτώσεις στο νησιωτικό σύστημα της χώρας. «Οι προσφορές και οι συμβάσεις σύνδεσης σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ του διασυνδεδεμένου συστήματος και δικτύου δύνανται να περιλαμβάνουν ειδικό όρο, ο οποίος επιτρέπει την επιβολή λειτουργικών περιορισμών στην έγχυση ηλεκτρικής ενέργειας και ισχύος (“περιορισμοί έγχυσης”), εφόσον έτσι επιτυγχάνεται η βέλτιστη αξιοποίηση του διαθέσιμου δυναμικού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, καθιστώντας δυνατή την πρόσβαση σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ συνολικά μεγαλύτερης ισχύος», αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο 10.
Ιδιωτικό δίκτυο
Το αμέσως επόμενο άρθρο (11) διευρύνει το πλαίσιο κατασκευής ιδιωτικού δικτύου που προβλέπει υπό προϋποθέσεις ο νόμος 4001/2011. Με το νέο πλαίσιο, επενδυτές μπορούν να κατασκευάζουν ιδιωτικούς υποσταθμούς και γραμμές μεταφοράς, χωρίς να υποβάλλουν προηγούμενο αίτημα στον ΑΔΜΗΕ, και μάλιστα να διατηρήσουν στην κυριότητά τους το δίκτυο και την ευθύνη λειτουργίας και συντήρησής του. «Ο ενδιαφερόμενος δεν έχει δικαίωμα να αρνηθεί τη σύνδεση νέου παραγωγού στον Υ/Σ, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έλλειψης χωρητικότητας του δικτύου ή του συστήματος και τεκμηριώνεται αιτιολογημένα από τον αρμόδιο διαχειριστή προς τη ΡΑΕ».
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει, τέλος, ρυθμίσεις απλοποίησης της διαδικασίας τροποποίησης των αδειών ΑΠΕ, καθώς και απλοποίησης της σύμβασης σύνδεσης, η οποία διαχωρίζεται από την άδεια εγκατάστασης. Επιπλέον διευρύνει τα όρια ισχύος των μικρών έργων ΑΠΕ που εξαιρούνται από την έκδοση βεβαίωσης παραγωγού από 0,5 MW σε 1 MW.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή