Εντονες αναταράξεις προκαλεί στην ελληνική αγορά το παγκόσμιο κύμα ανατιμήσεων που προκαλούν οι σοβαρές ελλείψεις πρώτων υλών και η εκτίναξη του μεταφορικού κόστους, ενώ οι αρχικές εκτιμήσεις που έκαναν λόγο για παροδικό φαινόμενο φαίνεται να διαψεύδονται.

Ηδη στην εγχώρια αγορά παρατηρούνται σημαντικές ελλείψεις σε φθηνότερες λευκές συσκευές και ηλεκτρονικούς υπολογιστές. «Εάν για να φέρεις ένα κοντέινερ πλήρωνες πρώτα 1.700 δολάρια και τώρα 12.000-13.000 δολάρια, θα επιλέξεις να μην παραγγείλεις προϊόντα που καταλαμβάνουν μεγάλο όγκο και πωλούνται σε χαμηλή τιμή», εξηγεί στην «Καθημερινή» στέλεχος μεγάλης αλυσίδας.

Σε ό,τι αφορά τις πρώτες ύλες, καταγράφονται μεγάλες αυξήσεις, που σύντομα θα μετακυλισθούν στους καταναλωτές. Σε ετήσια βάση παρατηρείται αύξηση 71,3% των τιμών παραγωγού στον κλάδο των πετρελαιοειδών, 35,4% στην εξόρυξη λιγνίτη, 10,3% στην κατασκευή ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, 4,3% στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος.

Στη δίνη των πληθωριστικών πιέσεων εξακολουθεί να βρίσκεται η παγκόσµια οικονοµία, αλλά και η ελληνική, καθώς οι ανατιµήσεις σε σειρά πρώτων υλών και η αύξηση του µεταφορικού κόστους αναµένεται να διαρκέσουν τουλάχιστον έως τα τέλη της τρέχουσας χρονιάς, παρά τις αρχικές εκτιµήσεις ότι θα επρόκειτο για παροδικό φαινόµενο. Ακόµη δε και αν υπάρξει η επιθυµητή αποκλιµάκωση νωρίτερα, οι συνέπειες θα είναι ορατές για αρκετούς µήνες µετά, καθώς σειρά προϊόντων θα έχει ήδη παραχθεί µε αυξηµένο κόστος. Αλλωστε, η αγορά εκτιµά ότι η όποια διόρθωση των τιµών θα είναι σε υψηλότερα επίπεδα από την εποχή πριν από τη διαταραχή της παγκόσµιας εφοδιαστικής αλυσίδας.

Οι καταναλωτές και κυρίως τα νοικοκυριά που ανήκουν στις ασθενέστερες οικονοµικά κατηγορίες του πληθυσµού ενδέχεται τους προσεχείς µήνες να αντιµετωπίσουν ακόµη πιο έντονο πρόβληµα, καθώς, πέρα από το περιβάλλον γενικευµένων ανατιµήσεων, ήδη εκλείπουν από την αγορά σε ορισµένες κατηγορίες προϊόντων και οι πιο οικονοµικές λύσεις. «Πλέον στην αγορά δεν υπάρχουν φθηνοί φορητοί υπολογιστές (laptops) αξίας 399 ευρώ. Υπάρχουν τα µοντέλα µε τιµή από 799 ευρώ και άνω. Αυτό συµβαίνει διότι, λόγω της έλλειψης σε επεξεργαστές, οι κατασκευάστριες εταιρείες επιλέγουν να παράξουν µόνο τα πιο ακριβά µοντέλα», εξηγεί ο Γιάννης Βασιλάκος, διευθύνων σύµβουλος της «Κωτσόβολος».

Το πόσο δε απαραίτητοι είναι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές –και µάλιστα τα φθηνά µοντέλα– φάνηκε µε τον πλέον δραµατικό τρόπο τον τελευταίο χρόνο, µε την τηλεργασία και την τηλεκπαίδευση, όπου µπορεί την ίδια χρονική στιγµή όλα τα µέλη µιας τυπικής τετραµελούς οικογένειας να έπρεπε να είναι µπροστά σε έναν υπολογιστή για να εργαστούν και να παρακολουθήσουν µάθηµα. Ελλείψεις παρατηρούνται επίσης στις φθηνές λευκές συσκευές, όπως είναι για παράδειγµα ψυγεία ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία κατασκευάζονται κατεξοχήν στην Κίνα.

Το πρόβληµα εν προκειµένω έγκειται στο υψηλό µεταφορικό κόστος, το οποίο ουσιαστικά καθιστά ασύµφορη την εισαγωγή αυτών των προϊόντων. «Εάν για να φέρεις ένα κοντέινερ πλήρωνες πρώτα 1.700 δολάρια και τώρα 12.000 - 13.000 δολάρια, θα επιλέξεις να µην παραγγείλεις προϊόντα που καταλαµβάνουν µεγάλο όγκο και πωλούνται σε χαµηλή τιµή», προσθέτει ο ίδιος, επισηµαίνοντας ότι η κατάσταση που δηµιουργείται πλήττει σηµαντικά τα φτωχά νοικοκυριά.

Συχνά δε, όπως εξηγούν στελέχη της αγοράς, οι εταιρείες βρίσκονται αντιµέτωπες µε απρόβλεπτες καταστάσεις. Ετσι, ενώ κάνουν την παραγγελία και έχουν συµφωνήσει για τη µεταφορά των προϊόντων τους από την Κίνα µε αυξηµένο κόστος, µην έχοντας άλλη επιλογή, ένα βήµα πριν από τη φόρτωση οι τελικές «επίσηµες» χρεώσεις µπορεί να είναι αυξηµένες ακόµη και κατά 40% σε σχέση µε την αρχικά συµφωνηθείσα. Και λέµε για «επίσηµες», διότι δεν λείπουν και φαινόµενα όπου την τελευταία στιγµή ο φορτοεκφορτωτής στην Κίνα ζητά και επιπλέον 1.000 δολάρια για να φορτώσει τα εµπορεύµατα στο πλοίο. Μάλιστα, αυτό το ανεπίσηµο «καπέλο» γίνεται, όπως εκτιµούν τα στελέχη της αγοράς, µε την ανοχή της κινεζικής κυβέρνησης.

Στα προϊόντα τεχνολογίας και στις λευκές συσκευές υπολογίζεται ότι υπάρχουν ήδη αυξήσεις τιµών κατά 5% µεσοσταθµικά, λόγω κυρίως της ύπαρξης κάποιων αποθεµάτων και της απορρόφησης µέρους του κόστους από τους προµηθευτές και τους λιανέµπορους. Ωστόσο, σύµφωνα µε υψηλόβαθµα στελέχη του κλάδου, το επόµενο διάστηµα και κυρίως από τον Σεπτέµβριο κι έπειτα αναµένονται ανατιµήσεις της τάξης του 10%.

Προάγγελος για το τι θα ακολουθήσει το επόµενο διάστηµα, έστω κι αν δεν µετακυλισθεί το σύνολο των αυξήσεων στην τελική τιµή καταναλωτή, είναι οι τιµές παραγωγού στη βιοµηχανία. Σύµφωνα µε τα τελευταία διαθέσιµα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο δείκτης τιµών παραγωγού στη βιοµηχανία ενισχύθηκε τον Μάιο του 2021 κατά 13,1% σε σύγκριση µε τον Μάιο του 2020, ενώ κατέγραψε και αύξηση 1% σε σύγκριση µε τον Απρίλιο του 2021.

Οι µεγαλύτερες αυξήσεις εντοπίζονται στις τιµές παραγωγού ενεργειακών προϊόντων, κάτι που αναµένεται να προκαλέσει κύµα ανατιµήσεων σε σειρά άλλων αγαθών και υπηρεσιών. Συγκεκριµένα, σε ετήσια βάση και σε ό,τι αφορά την εγχώρια αγορά παρατηρείται αύξηση 71,3% των τιµών παραγωγού στον κλάδο των πετρελαιοειδών, 35,4% στην εξόρυξη λιγνίτη, 10,3% στην κατασκευή ηλεκτρολογικού εξοπλισµού, 7% στην παραγωγή βασικών µετάλλων, 4,3% στην παροχή ηλεκτρικού ρεύµατος, φυσικού αερίου και κλιµατισµού (σ.σ. σε ό,τι αφορά το ηλεκτρικό ρεύµα οι χονδρεµπορικές τιµές έχουν εκτοξευθεί τις τελευταίες ηµέρες στα ύψη), 2,8% στην παρασκευή προϊόντων από ελαστικό και πλαστικές ύλες.

Στη βιοµηχανία τροφίµων καταγράφηκε αύξηση των τιµών παραγωγού κατά 1,5% τον Μάιο. Ωστόσο, προµηθευτές και λιανέµποροι έχουν προειδοποιήσει για πολύ µεγαλύτερες ανατιµήσεις σε ευρεία γκάµα προϊόντων, τόσο λόγω της αύξησης του κόστους των πρώτων υλών όσο και λόγω των αυξήσεων στα τιµολόγια του ηλεκτρικού ρεύµατος και στις τιµές των καυσίµων.

Η διαθεσιµότητα υπολογιστών και λευκών συσκευών χαµηλότερου κόστους είναι πλέον πολύ περιορισµένη στην αγορά.

Δήμητρα Μανιφάβα Καθημερινή