Η τελική τιμή διάθεσης των μετοχών της Εθνικής ορίστηκε στα 7,55 ευρώ και είναι κατά 42% υψηλότερη σε σχέση με την έκδοση που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο. Η συναλλαγή υπερκαλύφθηκε 12 φορές για το διεθνές βιβλίο και 1,5 φορά για το ελληνικό, ανεβάζοντας την κάλυψη της συνολικής προσφοράς στις 10,4 φορές.

Στα 3,5 δισ. ευρώ ανέρχονται έως σήµερα τα έσοδα του∆ η µ οσίου απ ότις αποκρατικοποιήσεις στις τέσσερις συστηµικές τράπεζες, µετά και την τελευταία συναλλαγή πώλησης του 10% της Εθνικής Τράπεζας, που απέφερε συνολικά 690,1 εκατ. ευρώ. Εκτός από το 10% της Εθνικής Τράπεζας, το ∆ηµόσιο εισέπραξε:

• 1,07 δισ. ευρώ από την πώληση του 22% της Εθνικής Τράπεζας τον Νοέµβριο του 2023.

• 1,35 δισ. ευρώ από την πώληση του 27% της Τράπεζας Πειραιώς τον Μάρτιο του 2024.

• 293,5 εκατ. ευρώ από την πώληση του 9% της Alpha Bank στη Unicredit.

• 93,7 εκατ. ευρώ από την πώληση ποσοστού 1,4% στη Eurobank µέσω της διαδικασίας επαναγοράς µετοχών. Η τελική τιµή διάθεσης των µετοχών της Εθνικής ορίστηκε στα 7,55 ευρώ και είναι κατά 42% υψηλότερη σε σχέση µε την έκδοση που πραγµατοποιήθηκε τον Νοέµβριο.

«Σηµαντική επιτυχία»

Σε δήλωσή του ο υπουργός Εθνικής Οικονοµίας και Οικονοµικών χαρακτήρισε την πώληση του 10% της Εθνικής «σηµαντική επιτυχία για την ελληνική οικονοµία, ιδίως αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι συνέπεσε µε µια περίοδο που επικρατεί µεγάλη ανασφάλεια στις αγορές λόγω της όξυνσης της κρίσης στη Μέση Ανατολή». Από την πλευρά της ΤΤΕ ο διοικητής Γιάννης Στουρνάρας απέδωσε «τη σηµαντική συµµετοχή Ελλήνων και ξένων επενδυτών στην αυξηµένη αξιοπιστία της ελληνικής οικονοµίας τα τελευταία χρόνια και στη σηµαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί στο ελληνικό χρηµατοπιστωτικό σύστηµα καθώς και στις προοπτικές του».

Με βάση τα στοιχεία που δηµοσιοποίησε το ΤΧΣ, η συναλλαγή υπερκαλύφθηκε 12 φορές για το διεθνές βιβλίο και 1,5 φορά για το ελληνικό, ανεβάζοντας την κάλυψη της συνολικής προσφοράς στις 10,4 φορές.

Οπως δήλωσε ο πρόεδρος του ΤΧΣ Ανδρέας Βερύκιος, το Ταµείο «αξιοποίησε την ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας από τη χώρα, και τις προοπτικές που αυτή δηµιουργεί, µε σωστές στρατηγικές επιλογές, καθιστώντας τον τραπεζικό τοµέα ικανό να προσελκύει το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον και τα τραπεζικά ιδρύµατα της χώρας να αποτελούν επενδυτικό προορισµό µε συµµετοχή ισχυρών διεθνών µακροπρόθεσµων επενδυτών». Από την πλευρά του ο διευθύνων σύµβουλος του Ταµείου Ηλίας Ξηρουχάκης σηµείωσε ότι «µε τη νέα επιτυχηµένη διάθεση σηµαντικού µέρους των µετοχών της Εθνικής Τράπεζας ολοκληρώνεται µε τρόπο ιδιαίτερα επωφελή για τα συµφέροντα του ελληνικού ∆ηµοσίου το πρόγραµµα αποεπένδυσης του Ταµείου από τις συστηµικές τράπεζες».

Να σηµειωθεί ότι το ∆ηµόσιο ελέγχει πλέον το 8,39% της Εθνικής Τράπεζας και η συµµετοχή αυτή θα περάσει από τα τέλη του χρόνου στο Υπερταµείο, καθώς το ΤΧΣ καταργείται ένα χρόνο πριν από την καταληκτική ηµεροµηνία για την ολοκλήρωση της αποεπένδυσης από τις τράπεζες, που µε βάση τον νόµο έχει οριστεί το τέλος του 2025. Σε ό,τι αφορά το ποσοστό που εξακολουθεί να ελέγχει το ∆ηµόσιο στην Εθνική Τράπεζα, υπάρχει δέσµευση ότι αυτό δεν θα πωλη- θεί για 12 µήνες από σήµερα. Το ∆ηµόσιο ελέγχει επίσης το 72,5% της Attica Bank, το οποίο αναµένεται να µειωθεί κοντά στο 35% µετά την αύξηση µετοχικού κεφαλαίου και την έκδοση warrants.

Η κατανοµή

Με βάση τα αναλυτικά στοιχεία για τη διάθεση των 91.471.515 µετοχών που ολοκλήρωσε το Ταµείο προκύπτει ότι: (i) 77.750.788 µετοχές (δηλαδή 85% του συνόλου) κατανεµήθηκαν σε επενδυτές που συµµετείχαν στη διεθνή προσφορά. ii)13.720.727 µετοχές (δηλαδή το 15% του συνόλου) κατανεµήθηκαν σε επενδυτές που συµµετείχαν στην ελληνική δηµόσια προσφορά. Από αυτές: α) 9.604.509 µετοχές (δηλαδή το 70%) κατανεµήθηκαν σε ιδιώτες επενδυτές. β) 4.116.218 µετοχές (δηλαδή το 30%) κατανεµήθηκαν σε ειδικούς επενδυτές.

Η συνολική ζήτηση

Λαµβάνοντας υπόψη µόνο τις έγκυρες εγγραφές, η συνολική ζήτηση που εκφράστηκε αθροιστικά τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή προσφορά ανήλθε σε 954.799.136 µετοχές, υπερβαίνοντας τον συνολικό αριθµό των 91.471.515 προσφερόµενων µετοχών προς διάθεση κατά περίπου 10,4 φορές. Ειδικότερα, λαµβάνοντας υπόψη µόνο τις έγκυρες εγγραφές, η συνολική ζήτηση που εκφράστηκε στο ελληνικό βιβλίο ανήλθε σε 20.788.653 µετοχές, υπερβαίνοντας τις 13.720.727 προσφερόµενες µετοχές που κατανεµήθηκαν στην ελληνική δηµόσια προσφορά κατά περίπου 1,5 φορά, και προήλθε από 3.630 αιτήσεις αγοράς ιδιωτών αριθµού 12.492.169 µετοχών (υπερκάλυψη κατά περίπου 1,3 φορά) και από 65 αιτήσεις αγοράς ειδικών επενδυτών αριθµού 8.296.484 µετοχών (υπερκάλυψη κατά 2 φορές).

Ευγενία Τζώρτζη, Καθημερινή