Αλμα 18 δισεκατομμυρίων σε σύγκριση με το α΄ τρίμηνο του 2019, της τελευταίας χρονιάς της περίφημης «κανονικότητας», έκανε το α΄ τρίμηνο του 2022 ο τζίρος του συνόλου των επιχειρήσεων της ελληνικής οικονομίας. Η αύξηση αυτή κατά 25%, από τα 70,61 δισ. ευρώ στα 88,28 δισ. ευρώ, αποδίδεται σε σημαντικό βαθμό στην έκρηξη της κατανάλωσης έπειτα από δύο χρόνια πανδημίας και περιορισμών σε αγορές, ταξίδια, διασκέδαση.
Μέρος, πάντως, της μεγάλης αύξησης του τζίρου οφείλεται στην αύξηση της αξίας των πωλούμενων προϊόντων και υπηρεσιών, που έχει επέλθει λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων σε πρώτες ύλες και τελικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων και των καυσίμων. Οι υψηλές τιμές –στον βαθμό που η μείωση του όγκου πωλήσεων δεν είναι ακόμη πολύ μεγάλη– προκαλούν αύξηση και των φορολογικών εσόδων, κυρίως αυτών που προέρχονται από την είσπραξη ΦΠΑ και ΕΦΚ. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, τα στοιχεία που αφορούν τον τζίρο των επιχειρήσεων, οι οποίες στη διάρκεια των lockdowns υποχρεώνονταν σε αναστολή λειτουργίας, όπως για παράδειγμα αυτές που ανήκουν στους κλάδους του λιανικού εμπορίου πλην τροφίμων, καυσίμων, οχημάτων και φαρμάκων ή της εστίασης και των καταλυμάτων, δείχνουν μεν αύξηση σε σύγκριση με το 2019, αλλά όχι στον βαθμό που καταγράφεται στο σύνολο των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, ο τζίρος των επιχειρήσεων αυτών διαμορφώθηκε σε 5,30 δισ. το α΄ τρίμηνο του 2022, ενισχυμένος κατά 4,74% σε σύγκριση με το α΄ τρίμηνο του 2019.
Αυτές ακριβώς οι ανατιμήσεις και η έκρηξη του πληθωρισμού προκαλούν ήδη πλήγμα στην πραγματική κατανάλωση –ήδη υπάρχουν ενδείξεις ακόμη και στον κλάδο των σούπερ μάρκετ– και αναμένεται να επιβραδύνουν τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Η Κομισιόν εκτιμά ανάπτυξη 3,5% το 2022 για την Ελλάδα έναντι 4,9% που εκτιμούσε τον Φεβρουάριο.
Στους δύο πολύ σημαντικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, στο εμπόριο, χονδρικό και λιανικό, και στη μεταποίηση, καταγράφεται σημαντική αύξηση του τζίρου. Ειδικότερα, ο τζίρος του εμπορίου, συμπεριλαμβανομένων των κλάδων τροφίμων, καυσίμων και φαρμάκων, διαμορφώθηκε το α΄ τρίμηνο του 2022 σε 35,72 δισ. έναντι 29,22 δισ. το α΄ τρίμηνο του 2021 και 29,11 δισ. το α΄ τρίμηνο του 2019. Ο τζίρος πάντως του λιανεμπορίου, που αφορά επιχειρήσεις οι οποίες ετίθεντο σε αναστολή λειτουργίας (ένδυση, υπόδηση, έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές κ.ά.), διαμορφώθηκε κατά το α΄ τρίμηνο του 2022 σε 2,31 δισ., αυξημένος σε σύγκριση με το α΄ τρίμηνο του 2019 κατά μόλις 2,67%, άνοδος που μπορεί να οφείλεται και στην αύξηση των τιμών.
Μικρές επίσης είναι οι αυξήσεις τζίρου στην εστίαση και στα καταλύματα. Το α΄ τρίμηνο του 2022 ο τζίρος τους διαμορφώθηκε σε 1,05 δισ. και 271,15 εκατ. αντιστοίχως. Σε σύγκριση με το 2019 ο τζίρος στην εστίαση είναι αυξημένος κατά 7,25% και στα καταλύματα κατά 2,65%. Ας σημειωθεί εδώ ότι με βάση τα στοιχεία για τον πληθωρισμό τον Μάρτιο, οι χρεώσεις των καταλυμάτων ήταν 18,5% υψηλότερες σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, ενώ μέσα σε ένα μόλις μήνα είχαν αυξηθεί κατά 7,2%.
Δήμητρα Μανιφάβα Καθημερινή
Στον τομέα της μεταποίησης ο τζίρος διαμορφώθηκε το α΄ τρίμηνο του 2022 σε 17,27 δισ. από 14,55 δισ. το α΄ τρίμηνο του 2019 και 14,81 δισ. το α΄ τρίμηνο του 2021. Η αύξηση αυτή κατά 18,7% περίπου το 2022 σε σύγκριση με το 2019 οφείλεται βεβαίως και στην ενίσχυση της ελληνικής μεταποίησης την τελευταία διετία, αλλά και στην αύξηση των τιμών των παραγόμενων προϊόντων.