Έτοιμα για πιο ενεργό διαχείριση των δεκάδων χιλιάδων ακινήτων χαμηλότερης αξίας, 90.000 - 100.000 ευρώ, που έχουν συσσωρευθεί μέσω της διαδικασίας της εκκαθάρισης του όγκου των κόκκινων δανείων, δηλώνουν στην Καθημερινή στελέχη της αγοράς ακινήτων και εταιρείες που συνεργάζονται με τα funds που έχουν αποκτήσει τα χαρτοφυλάκια κόκκινων δανείων με εξασφαλίσεις σε ακίνητα.
Μέχρι σήμερα, προτεραιότητα είχε δοθεί στα ακίνητα εισοδήματος που αποκτήθηκαν από θεσμικούς επενδυτές, αλλά πλέον, μετά και την πανδημία που μεσολάβησε και την προετοιμασία που έγινε (π.χ. ανάπτυξη ηλεκτρονικών πλατφορμών, τακτοποιήσεις ακινήτων), θα ξεκινήσει η προσπάθεια πώλησης ή και ενοικίασης του μεγάλου όγκου των ακινήτων που περιέχονταν ως εγγυήσεις στα χαρτοφυλάκια στεγαστικών κι επιχειρηματικών δανείων που πωλήθηκαν τα προηγούμενα τρία χρόνια.
Οπως αναφέρθηκε χθες στην ενότητα «Real Estate: Προβλέψεις σε ένα μεταβαλλόμενο τοπίο», στο πλαίσιο του διαδικτυακού συνεδρίου NPL Management Summit Greece, μετά τη σταδιακή πώληση των πιο μεγάλων και υψηλής αξίας ακινήτων, πλέον η έμφαση δίνεται στα μικρότερα ακίνητα, όπως διαμερίσματα, οικόπεδα και καταστήματα, που είναι και τα περισσότερα σε αριθμό. «Η μεγαλύτερη ευκαιρία εντοπίζεται στα ακίνητα χαμηλότερης αξίας. Με βάση τα στοιχεία που συλλέγουμε, ο μέσος Ελληνας αγοραστής έχει έναν προϋπολογισμό της τάξεως των 100.000 ευρώ, ενώ το μέσο δάνειο που εκδόθηκε το 2020 διαμορφώθηκε σε 85.000 ευρώ. Επομένως, αυτή είναι η κατηγορία που θα κυριαρχήσει στο μέλλον», ανέφερε ο Αντώνης Μαρκόπουλος, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της ηλεκτρονικής πλατφόρμας διαχείρισης ακινήτων Prosperty. Σύμφωνα με τον ίδιο, «το “κλειδί” για την αξιοποίηση των χιλιάδων ακινήτων που θα εισέλθουν στην αγορά κατοικίας τα επόμενα χρόνια είναι να ταιριάξουμε την προσφορά αυτή με τη ζήτηση που καταγράφουμε».
«Αγκάθι» η υπερτίμηση
Από την άλλη πλευρά, προβληματική για την αγορά κατοικίας είναι η στάση που τηρεί μεγάλο μέρος των ιδιωτών πωλητών. Σύμφωνα με τον κ. Μαρκόπουλο, «διαπιστώνουμε ότι οι μεμονωμένοι πωλητές ζητούν 15%-20% περισσότερα από την πραγματική τιμή του ακινήτου τους, ώστε να μπορούν να διαπραγματευτούν την τιμή με την οποία είναι τελικά πρόθυμοι να πωλήσουν. Το αποτέλεσμα όμως είναι να αποθαρρύνεται ο υποψήφιος αγοραστής και τα ακίνητα να μένουν απούλητα για μήνες ή και χρόνια».
Με την άποψη αυτή συμφώνησε και ο Πάνος Χαραλαμπόπουλος, γενικός διευθυντής της εταιρείας Solum Property Solutions/ Prime Yield, τονίζοντας ότι «έχει αυξηθεί το κόστος των πωλούμενων κατοικιών, είτε νεόδμητων, λόγω υψηλότερων προδιαγραφών, είτε και μεταχειρισμένων. Βλέπουμε ότι τελικά οι συναλλαγές που προχωρούν γίνονται σε επίπεδα 30%-35% χαμηλότερα των αρχικά ζητούμενων τιμών στις αγγελίες». Αντίστοιχα, ο Γιάννης Δασκαλάκης, επικεφαλής της «Δασκαλάκης και Συνεργάτες», σημείωσε ότι «υπάρχει δυσκολία απορρόφησης κατοικιών λόγω της σημαντικής αναντιστοιχίας με την πραγματική τους αξία. Δηλαδή, συστηματικά υπάρχει υπερτίμηση από την πλευρά του ιδιώτη πωλητή».
Οι πλειστηριασμοί
Το πρόβλημα αυτό δεν υπάρχει στη διαδικασία των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, όπου η αρχική τιμή γίνεται έπειτα από εκτίμηση από επαγγελματία εκτιμητή. Ωστόσο, παρότι έχουν γίνει βελτιώσεις στο εν λόγω εργαλείο διάθεσης ακινήτων, εντέλει οι ιδιώτες αγοραστές εξακολουθούν να απέχουν. Σύμφωνα με τη Λίλα Πατεράκη, επικεφαλής του τομέα Real Estate Services της doValue Ελλάδος, «με δεδομένο ότι περνάμε πλέον στη φάση της διαχείρισης μικρότερης αξίας ακινήτων, της τάξεως των 90.000-100.000 ευρώ, η πρόκληση είναι να εκπαιδεύσουμε τόσο το δίκτυο των συνεργατών μας όσο και το ίδιο το αγοραστικό κοινό, που γνωρίζουμε ότι υπάρχει, στο πώς θα αξιοποιήσουν το εργαλείο των πλειστηριασμών. Υπάρχει ακόμα μια επιφυλακτική στάση από τους περισσότερους αγοραστές να αγοράσουν ακίνητο μέσω πλειστηριασμού».
Αντίστοιχα, ο δρ Γιώργος Μούντης, διευθυντής και εταίρος της Delfi Partners & Company, ανέφερε ότι «οι πλειστηριασμοί θα έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο για να πωληθούν τα μικρότερα ακίνητα. Ηδη βλέπουμε μεγαλύτερο αγοραστικό ενδιαφέρον σε σύγκριση με το παρελθόν. Ωστόσο, η διαδικασία δεν είναι εύχρηστη και χρήζει βελτιώσεων, όπως επίσης απαιτούνται και τομές στη διαδικασία νομιμοποίησης και μεταβίβασης ακινήτων», κατέληξε ο κ. Μούντης.
Νίκος Ρουσάνογλου Καθημερινή