∆υνατότητα για «κούρεµα» έως και 67,50% µέσω του εξωδικαστικού µηχανισµού θα προβλέπει το πολυνοµοσχέδιο του υπουργείου Εθνικής Οικονοµίας, που µεταξύ άλλων βελτιώνει τους όρους ρύθµισης και διευρύνει το πλαίσιο προστασίας για τους ευάλωτους δανειολήπτες. Στόχος, σύµφωνα µε τον υπουργό Εθνικής Οικονοµίας Κωστή Χατζηδάκη, «να κάνουµε το επόµενο βήµα στην κατεύθυνση της αντιµετώπισης του ληξιπρόθεσµου ιδιωτικού χρέους που εξακολουθεί να υφίσταται στην οικονοµία, θέτοντας εµπόδια στην ακόµη πιο ισχυρή ανάπτυξη που µπορεί να πετύχει η χώρα».
Συγκεκριµένα, µε υπουργική απόφαση η οποία θα εκδοθεί αµέσως µετά την ψήφιση του νοµοσχεδίου που προσδιορίζεται για τον Νοέµβριο, θα αλλάξει ο αλγόριθµος από τον οποίο προκύπτει το ύψος της διαγραφής οφειλών και κατ’ επέκταση το ύψος της οφειλής που ρυθµίζεται µέσω του εξωδικαστικού για το σύνολο των οφειλετών που έχουν δάνεια µε εµπράγµατη εξασφάλιση. Ουσιαστικά καταργείται το ελάχιστο ποσό ανάκτησης του µη εξασφαλισµένου µέρους ενός δανείου που καλύπτεται από εµπράγµατη ασφάλεια και στην υποθετική περίπτωση που ο οφειλέτης δεν έχει άλλα εισοδήµατα, µπορεί να οδηγήσει σε µεγαλύτερο κούρεµα σε ποσοστό έως και κατά 28% σε σχέση µε το υφιστάµενο καθεστώς. Καθιερώνεται σταθερό επιτόκιο 3% –από euribor + 2,5 µονάδες για οφειλές µε εξασφάλιση και euribor + 3 µονάδες για οφειλές χωρίς εξασφάλιση– για τις ρυθµίσεις του εξωδικαστικού µηχανισµού µε στόχο να προστατευθούν οι δανειολήπτες από τα αυξηµένα επιτόκια, και εξοµοιώνεται µε το αντίστοιχο επιτόκιο για το ∆ηµόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, που είναι ήδη 3% σταθερό. Επεκτείνεται η δυνατότητα ένταξης στον εξωδικαστικό για τα πρόσωπα που «κληρονόµησαν» οφειλές προς το ∆ηµόσιο και τα ασφαλιστικά ταµεία, οι οποίες έχουν βεβαιωθεί εις βάρος επιχειρήσεων που έχουν κλείσει.
Ειδικά για τους ευάλωτους δανειολήπτες προβλέπεται ότι η πρόταση αναδιάρθρωσης του χρέους, όπως προκύπτει από τον αλγόριθµο του εξωδικαστικού, θα γίνεται αυτόµατα και υποχρεωτικά αποδεκτή από το σύνολο των πιστωτών (τράπεζες και ∆ηµόσιο). Ευάλωτοι ορίζονται οι οφειλέτες µε εισόδηµα έως 7.000 ευρώ, που προσαυξάνεται κατά 3.500 ευρώ για κάθε ανήλικο τέκνο, µε ανώτατο όριο τις 21.000 ευρώ και αξία ακίνητης περιουσίας έως 120.000 ευρώ, προσαυξηµένη κατά 15.000 ευρώ για κάθε παιδί, µε ανώτατο όριο τις 180.000 ευρώ. Να σηµειωθεί ότι µία στις δύο προτάσεις ρύθµισης του εξωδικαστικού που απορρίπτονται από τους servicers αφορά ευάλωτους οφειλέτες, οι οποίοι, όπως σηµείωσε ο κ. Χατζηδάκης, «µε το νέο καθεστώς θα µπορέσουν να ρυθµίσουν τις οφειλές τους και να τις αποπληρώσουν σταδιακά διασώζοντας την κατοικία τους».
Σηµαντικές αλλαγές προβλέπονται και ως προς τον Φορέα Απόκτησης και Επαναµίσθωσης που θα αγοράζει τα ακίνητα των ευάλωτων νοικοκυριών, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να µένουν σε αυτά έναντι ενοικίου. Προκειµένου να συγκεντρώσει το επενδυτικό ενδιαφέρον από funds που θα κληθούν να διαχειριστούν τα σπίτια των ευάλωτων νοικοκυριών, εξοµοιώνεται η φορολόγηση του φορέα µε το φορολογικό καθεστώς των ΑΕΕΑΠ, ενώ προβλέπεται ότι ο φορέας θα αποκτά τα ακίνητα µε έκπτωση 30% επί της εµπορικής αξίας του ακινήτου ή της τιµής πρώτης προσφοράς. Την ίδια έκπτωση θα µπορεί να έχει και ο οφειλέτης κατά την άσκηση του δικαιώµατος επαναγοράς, η οποία θα µπορεί να γίνει νωρίτερα της 12ετίας που προβλέπεται σήµερα, ενώ αίρεται η υποχρέωση του οφειλέτη να πληρώσει τα µισθώµατα των 12 ετών σε περίπτωση που ασκήσει νωρίτερα το δικαίωµα επαναγοράς. Ο οφειλέτης υποχρεούται να παρέχει πρόσβαση στον φορέα προκειµένου να καταγράψει την πραγµατική κατάσταση και την αξία του ακινήτου, και εάν διαπιστωθούν παραβάσεις που οδηγούν σε πλήρη αδυναµία νοµιµοποίησης, ο φορέας θα απαλλάσσεται από την υποχρέωση αγοράς του ακινήτου.
Το νοµοσχέδιο θα προβλέπει τη δυνατότητα των εταιρειών πιστώσεων να χορηγούν εκτός από καταναλωτικά και στεγαστικά και επιχειρηµατικά δάνεια. Στόχος είναι να αυξηθεί ο ανταγωνισµός στον τοµέα των χορηγήσεων, προσφέροντας περισσότερες επιλογές σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, και να διευκολυνθούν η αναχρηµατοδότηση και η αντιµετώπιση του προβλήµατος των κόκκινων δανείων για τα φυσικά και τα νοµικά πρόσωπα, τα οποία σήµερα αποκλείονται από το τραπεζικό σύστηµα.
Ευγενία Τζώρτζη, Καθημερινή