Το υψηλό ενεργειακό κόστος και η αυξανόμενη πίεση για μείωση των εκπομπών άνθρακα απειλούν την ύπαρξη της ευρωπαϊκής ενεργοβόρου βιομηχανίας, που καλείται να υλοποιήσει τεράστιες επενδύσεις για να «πρασινίσει» τις εγκαταστάσεις της, σε μια περίοδο που η ζήτηση υποχωρεί, η παραγωγή έχει μειωθεί και εργοστάσια απειλούνται με κλείσιμο. Στο πλαίσιο αυτό, οι επικεφαλής 73 ομίλων που απασχολούν 7,8 εκατ. εργαζομένους σε 20 κλάδους υπέγραψαν, στις 20 Φεβρουαρίου, τη διακήρυξη της Αμβέρσας.
Τα βασικά σημεία αφορούν ένα ευρωπαϊκό πακέτο κινήτρων τύπου Μπάιντεν, απλουστευμένο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων, φθηνή ενέργεια από ΑΠΕ και πυρηνικά, διασφάλιση επαρκών επιπέδων πρώτων υλών με ενίσχυση εξόρυξης και προστασία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας από τη λεγόμενη «διαρροή άνθρακα». «Οφείλουμε να δράσουμε για να σταματήσουμε την αποβιομηχάνιση της Ευρώπης», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Δ. Παπαλεξόπουλος.
Με την προσδοκία ότι η επόμενη προεδρία της Κομισιόν που θα προκύψει από τις εκλογές του Ιουνίου θα στρέψει το βλέμμα της στην ευρωπαϊκή βιομηχανία και θα λάβει μέτρα για την αναστροφή του κλίματος αποβιομηχάνισης, σύσσωμος ο κλάδος απευθύνει επείγουσα έκκληση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ενεργοβόρων επιχειρήσεων.
Η ανθεκτικότητα των βιομηχανικών επιχειρήσεων της Ευρώπης έπειτα από δύο απανωτές κρίσεις, πανδημίας και ενεργειακή, συνεχίζει να δοκιμάζεται σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον, όπου κυριαρχεί ο άνισος ανταγωνισμός από τρίτες χώρες, που άλλες φανερά και άλλες κρυφά στηρίζουν τη βιομηχανική τους παραγωγή.
Το υψηλό ενεργειακό κόστος και η αυξανόμενη πίεση για μείωση των εκπομπών άνθρακα είναι υπαρξιακού χαρακτήρα πρόκληση για την ενεργοβόρο βιομηχανία της Ευρώπης, που καλείται να υλοποιήσει τεράστιες επενδύσεις για να «πρασινίσει» τις εγκαταστάσεις της και να παραγάγει ουδέτερα κλιματικά προϊόντα, την ίδια στιγμή που η ζήτηση περιορίζεται, η παραγωγή σε βασικούς κλάδους έχει μειωθεί σημαντικά και εργοστάσια απειλούνται με κλείσιμο. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που προκάλεσε τη συστράτευση του κλάδου σε μια κοινή πρωτοβουλία για την ανατροπή της και την επαναφορά της Ευρώπης σε προορισμό για μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις.
Εβδομήντα τρεις ηγέτες επιχειρήσεων από 20 βιομηχανικούς κλάδους που απασχολούν 7,8 εκατ. εργαζόμενους στην Ευρώπη και εκπρόσωποι βιομηχανικών συνδέσμων, κατά τη διάρκεια της Συνόδου της Ευρωπαϊκής Βιομηχανίας που πραγματοποιήθηκε στο εργοστάσιο της BASF στην Αμβέρσα στις 20 Φεβρουαρίου, υπέγραψαν τη Διακήρυξη της Αμβέρσας για μια ευρωπαϊκή βιομηχανική συμφωνία και την παρουσίασαν στον Βέλγο πρωθυπουργό Αλεξάντερ ντε Κρόο και στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάινεν.
Επιστροφή στον ρεαλισμό
Ο βιομηχανικός κόσμος της Ευρώπης με τη Διακήρυξη της Αμβέρσας στέλνει ένα σαφές μήνυμα στην Ευρώπη: Να στρέψει ξανά την προσοχή της στη βιομηχανία και να επιστρέψει στον ρεαλισμό αν θέλει να επανακτήσει τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα. Στα άμεσα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν είναι μεταξύ άλλων ένα ευρωπαϊκό πακέτο κινήτρων τύπου Μπάιντεν για την ενίσχυση της ενεργειακής μετάβασης των επιχειρήσεων, ένα απλουστευμένο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων, άφθονη και φθηνή ενέργεια από ΑΠΕ και πυρηνικά, άρση των ρυθμιστικών εμποδίων, διασφάλιση επαρκών επιπέδων πρώτων υλών με την ενίσχυση της δυνατότητας εγχώριας εξόρυξης καθώς και εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις ενωσιακές βιομηχανίες τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας από τη «διαρροή άνθρακα» (της μεταφοράς της παραγωγής εκτός Ε.Ε. σε χώρες όπου οι περιβαλλοντικές δεσμεύσεις είναι περιορισμένες ή απουσιάζουν).
Με τη Διακήρυξη της Αμβέρσας συντάσσεται και o βιομηχανικός κόσμος της χώρας. «Αυτό που έχει σημασία είναι η επόμενη προεδρία της Ε.Ε. να δει πιο “ζεστά” το ζήτημα της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και να το βάλει ψηλά στην ατζέντα. Χωρίς να κάνει πίσω στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, να υπάρξει μια καλύτερη ισορροπία στο τρίγωνο κλίμα - επάρκεια/κόστος ενέργειας - ανταγωνιστικότητα – να σταματήσει η αποβιομηχάνιση της Ευρώπης, η οποία έχει επιταχυνθεί τα δύο τελευταία χρόνια», δηλώνει στην «Κ» ο πρόεδρος του ΣΕΒ και επικεφαλής της Τσιμεντοβιομηχανίας Τιτάν Δημήτρης Παπαλεξόπουλος.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ευρώπη είναι αναγκαίο να δημιουργήσει προϋποθέσεις για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να επιταχύνουν την πράσινη μετάβαση. «Να ενισχύσουμε τη δυνατότητα χρήσης νέων τεχνολογιών, αποθήκευσης και δέσμευσης άνθρακα, υδρογόνου, επιδοτώντας το τεχνολογικό ρίσκο που αναλαμβάνει μια εταιρεία, μειώνοντας τους χρόνους και την αβεβαιότητα. Να επανεξετάσουμε τον τρόπο εφαρμογής του CBAM έτσι ώστε να προστατεύσει αποτελεσματικά από τη διαρροή παραγωγής σε τρίτες χώρες», τονίζει και εξηγεί: Αν, για παράδειγμα, η παραγωγή αλουμινίου (που είναι υλικό του μέλλοντος) ή μεγάλο μέρος της χημικής βιομηχανίας μεταφερθεί κάπου αλλού, χάνονται ολόκληρα οικοσυστήματα, που δεν γυρνούν ποτέ πίσω, επηρεάζοντας την ικανότητα της Ευρώπης να παράγει σε πολλούς κλάδους.
Η πράσινη μετάβαση, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ, «είναι απαραίτητη και έχει ωραίο τελικό προορισμό, αλλά έχουμε υποτιμήσει το πόσο μεγάλο θα είναι το κόστος μέχρι να δούμε τα οφέλη. Στην κρίσιμη μεταβατική περίοδο κινδυνεύει να ενισχύσει τις ανισότητες, να δημιουργήσει αθέμιτο ανταγωνισμό και να οδηγήσει σε αποβιομηχάνιση». Αυτό, όπως τονίζει ο ίδιος, έχει γίνει αντιληπτό πλέον στις Βρυξέλλες και θα δούμε πώς θα τοποθετηθούν οι διάφορες χώρες.
Ανταγωνιστικότητα
«Με τη Διακήρυξη της Αμβέρσας, η Ευρώπη αναγνωρίζει ξεκάθαρα ότι απόλυτη προτεραιότητα της επόμενης επιτροπής δεν μπορεί παρά να είναι η ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας της Γηραιάς Ηπείρου, ξεκινώντας από την ενεργοβόρο βιομηχανία της, που δίνει δουλειά σε περίπου 8 εκατ. εργαζομένους μας και συμβάλλει με πάνω από 550 δισ. ευρώ στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ, με ανυπολόγιστη συνδρομή στη διατήρηση και ανάπτυξη όλων των αλυσίδων αξίας που θεωρούμε δεδομένες για τη μετάβαση σε μία κλιματικά ουδέτερη οικονομία το 2050», δηλώνει στην «Κ» ο πρόεδρος της Eurometaux και επικεφαλής της Mytilineos Energy & Metals, Ευάγγελος Μυτιληναίος. Επισημαίνει ωστόσο ότι «αυτό δεν θα γίνει με ωραία λόγια, και μάλιστα στις παραμονές των ευρωεκλογών, αλλά με συγκεκριμένες πράξεις: ξεκινώντας από τη διασφάλιση πρόσβασης στην πιο ανταγωνιστική ενέργεια διεθνώς, την άμεση αναμόρφωση όλων των νομοθετικών δράσεων της τελευταίας πενταετίας που εισάγουν δυσβάσταχτο κόστος στην ευρωπαϊκή παραγωγή, την καθιέρωση ενός υπεραντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Βιομηχανική Ανταγωνιστικότητα και την απτή ενεργοποίηση θετικών –όχι τιμωρητικών– πολιτικών για την πλήρη αναστροφή της αποβιομηχάνισης, καθιστώντας την Ευρώπη και πάλι τον πρώτο προορισμό για βιομηχανικές επενδύσεις». Χωρίς την ευρωπαϊκή ενεργοβόρο βιομηχανία, σύμφωνα με τον κ. Μυτιληναίο, δεν υπάρχει ούτε ανάπτυξη ούτε κοινωνική ευημερία, ούτε καινοτομία ούτε κλιματική μετάβαση. «Με τη Διακήρυξη τη Αμβέρσας ανοίγει η αυλαία: θα χειροκροτήσουμε όταν ξανανοίξουν τα κλειστά εργοστάσια και ανακοινωθούν επενδύσεις για νέα», σχολιάζει, επισημαίνοντας με εμφατικό τρόπο το μείζον πρόβλημα της αποβιομηχάνισης.
Από πλευράς της Fuelseurope, της ένωσης που εκπροσωπεί τη βιομηχανία παραγωγής καυσίμων, η γενική διευθύντρια Λιάνα Γούτα εξηγεί στην «Κ» γιατί η κλιματική ουδετερότητα της Ευρώπης δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ανανεώσιμα καύσιμα και προϊόντα.
«Η ευρωπαϊκή βιομηχανία καυσίμων συνυπέγραψε τη Διακήρυξη της Αμβέρσας και διεκδικεί ένα διακριτό ρόλο σε αυτή τη βιομηχανική συμφωνία της Ε.Ε. Ο κλάδος μας είναι αυτός που καλείται να παραγάγει τα προϊόντα αυτά που θα χρειαστεί η Ευρώπη στα επόμενα χρόνια για τις αεροπορικές, ναυτιλιακές αλλά και μέρος των οδικών μεταφορών, καθώς και για μέρος της βιομηχανικής αλυσίδας που στηρίζεται σε προϊόντα του κλάδου. Το ταξίδι της μετάβασης έχει ξεκινήσει και όλα τα μέλη μας έχουν ξεκάθαρο όραμα, στρατηγικές και επενδυτικά σχέδια δισεκατομμυρίων. Πρόθεση και ελπίδα μας είναι να υλοποιήσουμε αυτές τις μεγάλες επενδύσεις στην Ευρώπη, έχοντας το κατάλληλο πλαίσιο», τονίζει η κ. Γούτα. Για την ίδια, αυτό είναι μονόδρομος, «αν η Ευρώπη θέλει πραγματικά να γίνει παγκόσμια ηγέτιδα στις κλιματικά ουδέτερες τεχνολογίες και προϊόντα, παραμένοντας ταυτόχρονα ενεργειακά ασφαλής, ανταγωνιστική και βιώσιμη, με άφθονη, προσιτή και κλιματικά ουδέτερη ενέργεια για όλους τους πολίτες της».
Χρύσα Λιάγγου, Καθημερινή