Kαθολική σχεδόν µεταξύ των Ελλήνων πολιτών είναι η αναγνώριση της σηµασίας του τουρισµού για την ελληνική οικονοµία. Ωστόσο, καθώς οι ξένοι επισκέπτες αυξάνονται και ένα µεγάλο µέρος της επενδυτικής δραστηριότητας εστιάζεται στον κλάδο, είτε σε νέα ξενοδοχεία και σε νέες παραθεριστικές κατοικίες είτε σε συγκροτήµατα για βραχυχρόνιες µισθώσεις, αυξάνονται και οι ανησυχίες τόσο για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, όσο και για τις συνέπειες στον χαρακτήρα των προορισµών. Επιπλέον, εντείνεται και η ανησυχία ότι οι διακοπές γίνονται ολοένα και πιο απρόσιτες για τους Ελληνες. Αυτά είναι µερικά από τα βασικά ευρήµατα της τρίτης µεγάλης πανελλαδικής έρευνας που διενεργήθηκε από την Pulse για λογαριασµό της πρωτοβουλίας της «Καθηµερινής», Reimagine Tourism in Greece. Η πρωτοβουλία Reimagine Tourism ξεκίνησε τη δράση της επίσηµα πέρυσι και θα πραγµατοποιήσει µεγάλη παρουσίαση φέτος τον Οκτώβριο, καθώς αποσκοπεί στην ενίσχυση του διαλόγου µεταξύ όλων των εµπλεκόµενων πλευρών, πολιτείας, τοπικών κοινωνιών και επιχειρήσεων, µε στόχο την ανάδειξη ενός νέου υποδείγµατος για τον τουρισµό, το οποίο θα ενισχύσει τα οικονοµικά οφέλη για τη χώρα, προφυλάσσοντας όµως παράλληλα το περιβάλλον αλλά και τον χαρακτήρα των προορισµών της.
Καθώς πρόκειται για το τρίτο «κύµα» της τακτικής πλέον έρευνας, η σύγκριση των απαντήσεων µε τις προηγούµενες συµπληρώνει και επιβεβαιώνει την εικόνα, εξηγεί στην «Καθημερινή» ο γενικός διευθυντής της Pulse RC, Γιώργος Αράπογλου. Για ακόµα µία φορά, σχεδόν εννέα στους δέκα συµµετέχοντες (87%) χαρακτηρίζουν «αρκετά έως πολύ σηµαντικό» τον τουρισµό για την ελληνική οικονοµία.
∆ιατηρείται επίσης και η εµπιστοσύνη στις επιλογές της χώρας για το µέλλον του τουρισµού: περισσότεροι από τους µισούς (54%) κρίνουν πως αυτές κινούνται «προς τη σωστή κατεύθυνση», µε την επισήµανση όµως της συντριπτικής πλειονότητας αυτών, ότι χρειάζονται βελτιώσεις.
Μία ακόµα τάση που ενισχύεται είναι η προτίµηση περισσότερων Ελλήνων για «λιγότερους ξένους τουρίστες µε καλύτερη οικονοµική άνεση» (45% από 42% στην περσινή έρευνα), παρά για «περισσότερους τουρίστες ανεξάρτητα από την οικονοµική τους άνεση» (20% από 23%).
«Τα συνοδευτικά ειδικά ερωτήµατα της έρευνας, µας επιτρέπουν να κατανοήσουµε καλύτερα τον τρόπο που αντιλαµβανόµαστε το µέλλον, τα οφέλη αλλά και τις συνέπειες της κύριας πηγής εσόδων της χώρας µας», σχολιάζει ο επικεφαλής της Pulse RC. Και σε αυτή την έρευνα λοιπόν αναδεικνύονται προβληµατισµοί και επιφυλάξεις. Επιπρόσθετα, η σύγκριση µε τα αποτελέσµατα της προηγούµενης, επιτρέπει να διακρίνουµε ποιες ανησυχίες έχουν ενταθεί. Στην πρώτη θέση παραµένει ο σεβασµός για το περιβάλλον και τις επιπτώσεις που έχουν σε αυτό οι ολοένα αυξανόµενες τουριστικές ροές και η διαχείρισή τους. Οι αρνητικές απαντήσεις (60%) εξέφραζαν την υψηλότερη ανησυχία ήδη από τον Ιούνιο 2023. Φέτος, µε 64%, καταγράφουν και τη µεγαλύτερη ενίσχυση (+4%).
Σύµφωνα µε την έρευνα της Pulse, οι Ελληνες πιστεύουν ότι η τουριστική ανάπτυξη στη χώρα µάλλον δεν σέβεται το περιβάλλον σε ποσοστό 40% και σίγουρα όχι σε ποσοστό 24%. ∆ηλαδή περισσότεροι από 6 στους 10 (64%) εκτιµούν ότι η επίδρασή του είναι αρνητική. Μόνον το 30% πιστεύει ότι σίγουρα (5%) ή µάλλον (25%) το σέβεται.
Περνώντας τώρα στο ζήτηµα των βραχυχρόνιων µισθώσεων και των επιπτώσεων που έχουν στον αστικό και κοινωνικό ιστό της Αθήνας, όπου και το φαινόµενο είναι ιδιαίτερα έντονο, το 61% των ερωτηθέντων δηλώνει πως ανησυχεί (από 35% σίγουρα και 26% µάλλον). Το ποσοστό αυτών που ανησυχούν ανεβαίνει στο 69% µεταξύ των ερωτηθέντων που κατοικούν στην περιφέρεια της Αττικής. Το 34% δηλώνει πάντως ότι µάλλον (23%) ή σίγουρα (11%) δεν ανησυχεί. «Αποτυπώνεται, για άλλη µια φορά, και η υψηλά θετική αντιµετώπιση του τουρισµού και η αναγνώριση της µεγάλης σηµασίας του για τη χώρα µας, χωρίς να λείπουν όµως η κριτική µατιά και η ανάδειξη των πλευρών που χρειάζονται προσοχή ή και προκαλούν ανησυχία – όλα µε ελαφρώς ενισχυµένα ποσοστά, σε αυτή την έρευνα», σχολιάζει ο γενικός διευθυντής της Pulse RC, Γιώργος Αράπογλου. «Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον και την επιθυµία των Ελλήνων για ακόµα καλύτερη πορεία, µε λιγότερα αρνητικά και υψηλότερα –οικονοµικά και άλλα– οφέλη», συµπληρώνει.
Νέο ρεκόρ το 2024
Φέτος οι αφίξεις ξένων τουριστών αναµένεται να αυξηθούν σε ποσοστό της τάξης του 10% σε σχέση µε πέρυσι και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις περίπου κατά 5%. Αυτό αποτελεί τη συνισταµένη των εκτιµήσεων στην αγορά. Σύµφωνα µε τα οριστικά στοιχεία της ΤΤΕ, η εισερχόµενη ταξιδιωτική κίνηση το 2023 αυξήθηκε κατά 20,8% και διαµορφώθηκε σε 36,082 εκατ. ταξιδιώτες. Μία αύξηση των ταξιδιωτικών αφίξεων κατά 10% σαν κι αυτή που προβλέπεται µεταφράζεται σε 39,7 εκατ. επισκέπτες, µια ανάσα από το ψυχολογικό όριο των 40 εκατοµµυρίων. Τέσσερις φορές δηλαδή περίπου τον πληθυσµό της χώρας.
Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις κατά το 2023 διαµορφώθηκαν στα 20,593 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 16,5% σε σύγκριση µε το 2022. Η άνοδος των ταξιδιωτικών εισπράξεων ήταν αποτέλεσµα της αύξησης κατά 20,8% της εισερχόµενης κίνησης µη κατοίκων ταξιδιωτών, καθώς και της µέσης δαπάνης ανά διανυκτέρευση κατά 6,9 ευρώ ή 8,6% (2023: 87,2 ευρώ, 2022: 80,3 ευρώ). Ωστόσο µείωση κατά 3,5% παρουσίασε η µέση δαπάνη ανά ταξίδι (2023: 570,7 ευρώ, 2022: 591,7 ευρώ), µια και µειώθηκε και η µέση διάρκεια παραµονής, η οποία υποχώρησε κατά 11,2% και διαµορφώθηκε στις 6,5 διανυκτερεύσεις (2022: 7,4 διανυκτερεύσεις).
Οι αυξηµένες εισπράξεις προέρχονται λοιπόν από τον µεγαλύτερο αριθµό διανυκτερεύσεων, που κατέγραψαν αύξηση κατά 7,3% και διαµορφώθηκαν στις 236.271,2 (2022: 220.213,1), σε συνδυασµό µε την αυξηµένη ηµερήσια κατά κεφαλήν δαπάνη.
Οι επισκέπτες αυτοί όµως και οι δαπάνες που πραγµατοποιούν στη χώρα (σηµειώνεται πως στα παραπάνω µεγέθη δεν συµπεριλαµβάνεται η δαπάνη για τα µεταφορικά κόστη των τουριστών, όπως τα αεροπορικά εισιτήρια) δεν µοιράζονται εξίσου σε όλους τους προορισµούς της επικράτειας ούτε σε όλους τους µήνες του έτους.
Οπως προκύπτει από όσα δηµοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος, ο κύριος όγκος των εισπράξεων, ποσοστό 90,5% του συνόλου, πραγµατοποιήθηκε πέρυσι σε πέντε περιφέρειες: Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (5,340 δισ.), Περιφέρεια Κρήτης (5.196,3 δισ. ευρώ), Περιφέρεια Αττικής (3,787 δισ.), Περιφέρεια Ιονίων Νήσων (2,039 δισ.) και Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (1,515 δισ.).
Για τις περιφέρειες που συγκεντρώνουν τις µεγαλύτερες τουριστικές ροές και ειδικά τους προορισµούς µέσα σ’ αυτές, µία ολόκληρη σειρά προβληµάτων εντοπίζεται από την τελευταία έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη. Ειδικότερα, στην έκθεση της ανεξάρτητης αρχής µε τίτλο «Βιώσιµη Τουριστική Ανάπτυξη: Πλαίσιο, Υποδοµές, Πόροι» καταγράφονται ως καίρια ζητήµατα, «η µη ολοκλήρωση του πλαισίου χωρικού σχεδιασµού και η υπέρβαση των ορίων της φέρουσας ικανότητας, η εντατική δόµηση και η υποβάθµιση του δηµοσίου χώρου, η αποτελεσµατική προστασία της πολιτιστικής κληρονοµιάς, το ελλειµµατικό πλαίσιο προστασίας των προστατευόµενων περιοχών και του τοπίου, η ολοένα αυξανόµενη πίεση στην παράκτια ζώνη, ο κίνδυνος εξάντλησης ή και υποβάθµισης των υδάτινων πόρων, η µη ορθή διαχείριση των αποβλήτων και τα ζητήµατα ανάπτυξης του οδικού δικτύου και εν γένει των υποδοµών στις συγκοινωνίες και τις µεταφορές».
Ηλίας Γ. Μπέλλος, Καθημερινή