Την υψηλότερη επίδοση της τελευταίας δεκαετίας κατέγραψαν πέρυσι, οι ελληνικές εξαγωγές στην Γαλλία το 2020, καθώς διαμορφώθηκαν στα €1,8 δισ., με αύξηση 49,5% από το 2019, συνεχίζοντας μια εντυπωσιακά ανοδική πορεία, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 25,8%. Σύμφωνα με το γραφείο ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι, η Γαλλία, το 2020, αποτέλεσε τον 4ο πελάτη των ελληνικών εξαγωγών, σαφής βελτίωση από την 8η θέση που είχε καταλάβει το 2019, απορροφώντας μερίδιο 5,8% επί των συνολικών ελληνικών εξαγωγών (από 3,5% το 2019).

ΤΑ TOP ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Όσον αφορά στη σύνθεση των ελληνικών εξαγωγών προς την Γαλλία το 2020, την πρώτη θέση μεταξύ των κατηγοριών εξαγόμενων προϊόντων εξακολουθούν να καταλαμβάνουν τα φαρμακευτικά προϊόντα, με μερίδιο σημαντικά αυξημένο σε 52% (από 33,6%) επί των συνολικών εξαγωγών προς τη χώρα και αξία €929,6 εκατ., αυξημένη κατά 131% από το 2019. Στη 2η θέση βρίσκεται το αλουμίνιο και τα προϊόντα αυτού, με μερίδιο 7,4% και αξία €132 εκατ., αυξημένο κατά περίπου 2% και ακολουθούν τα ορυκτά καύσιμα και ορυκτά λάδια με αξία εξαγωγών €111 εκατ. (+140%), και μερίδιο 6,2%.

Ιδιαίτερη ζήτηση από τους Γάλλους κατέγραψαν και τα ελληνικά τρόφιμα. 

ΕΝΤΟΝΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Τα παραδοσιακά εξαγώγιμα ελληνικά αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα έχουν ενισχύσει τελευταία, την παρουσία τους στη γαλλική αγορά, με προεξέχοντα τα προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας, τη φέτα και τα παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών. Σημαντική βελτίωση παρατηρείται επίσης και στις εξαγωγές γιαουρτιών και ελιών. Ωστόσο όπως μαίνεται στο σχετικό report, αρκετά προϊόντα παρουσιάζουν ακόμη σχετικά μικρή διείσδυση στην αγορά, γεγονός που οφείλεται στον έντονο ανταγωνισμό που αντιμετωπίζουν, τόσο από τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, αλλά και από προϊόντα που εισάγονται στη γαλλική αγορά από τις γειτονικές, στην Γαλλία, χώρες (Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία), καθώς και από τρίτες χώρες της Β. Αφρικής, με τις οποίες η Ε.Ε. έχει συνάψει προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες.

ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ RUNGIS

Σύμφωνα με την Ευφροσύνη Μητά, Σύμβουλο ΟΕΥ Α΄ και την Αντωνία Παπαδοπούλου, Γραμματέα ΟΕΥ Α΄, ο κλάδος των τροφίμων αποτελεί τομέα με σημαντικές δυνατότητες προώθησης στη γαλλική αγορά. Η διανομή των ελληνικών προϊόντων διατροφής στηρίζεται πρωτίστως στο δίκτυο των εισαγωγέων ελληνικής καταγωγής. Μπορεί να εξεταστεί η δυνατότητα επέκτασης των υφιστάμενων δικτύων διανομής ελληνικών προϊόντων, μέσω της αξιοποίησης της Κεντρικής Αγοράς Τροφίμων και Ποτών των Παρισίων, Rungis, που εξυπηρετεί μια αγορά 13 εκατομμυρίων καταναλωτών και αποτελεί τη μεγαλύτερη στην Ευρώπη.

ΕΣΤΙΑΣΗ ΣΕ ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ, ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΑ

Τα προϊόντα διατροφής μπορούν να αξιοποιήσουν την εντεινόμενη προτίμηση των Γάλλων καταναλωτών προς τα υψηλής ποιότητας βιολογικά ή φυσικά και παραδοσιακά παρασκευασμένα προϊόντα, με έμφαση στα υγιεινά και αγνά συστατικά. Ο Γάλλος καταναλωτής ελέγχει όλο και περισσότερο τα συστατικά ενός προϊόντος πριν το αγοράσει. Στο πλαίσιο αυτό, η σωστή σήμανση έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι αναγκαίο, τα προϊόντα που διαθέτουν σοβαρές δυνατότητες διείσδυσης στη γαλλική αγορά, να συνοδεύονται από σχέδιο προωθητικών παρεμβάσεων που θα στοχεύει στην ανάδειξη των διακριτών ποιοτικών πλεονεκτημάτων τους, με στόχο να γίνουν ευρύτερα γνωστά στο γαλλικό καταναλωτικό κοινό.

ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΕΘΝΙΚΟΥ BRAND NAME

Επίσης, επισημαίνεται, σημαντική είναι η ανάδειξη ενός εθνικού brand name, που θα συνδέεται με την ποιότητα, τις παραδοσιακές μεθόδους παρασκευής, τη θετική συμβολή στην υγεία και την ποιότητα ζωής, χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν στην παραδοσιακή, υψηλής ποιότητας, αλλά και ταυτοχρόνως μικρή ποσοτικά ελληνική παραγωγή. Στο πλαίσιο αυτό, έμφαση θα μπορούσε να δοθεί στην ανάδειξη της ελληνικής διατροφής ως διακριτής σε ποιότητα και ποικιλία συστατικών, εντός της ευρύτερης μεσογειακής διατροφής, κατά το παράδειγμα της κρητικής δίαιτας. Επιπλέον, η αύξηση του αριθμού των Γάλλων τουριστών, που επισκέπτονται τη χώρα μας, διευκολύνει τη γνωριμία του γαλλικού καταναλωτικού κοινού με ευρεία γκάμα ελληνικών προϊόντων τροφίμων και ποτών, και την ελληνική γαστρονομία εν γένει. Προς αξιοποίηση αυτής της τάσης, κρίνεται σκόπιμη η υλοποίηση συνδυασμένων δράσεων προβολής του γαστρονομικού και τουριστικού προϊόντος, με αμφίπλευρα οφέλη για τους τομείς αυτούς της ελληνικής οικονομίας.

IFANTIS, ΟΛΥΜΠΟΣ ΚΑΙ ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ

Αναφορικά με την παρουσία ελληνικών βιομηχανιών τροφίμων στην Γαλλία, το γραφείο ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι αναφέρει ότι, η εταιρεία, Ifantis, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής αλλαντικών και έτοιμων γευμάτων στην Ελλάδα, ίδρυσε το 2016 θυγατρική εταιρεία, με την επωνυμία, Ifantis France SAS, με έδρα στα προάστια των Παρισίων. Η γαλακτοβιομηχανία, Όλυμπος, προχώρησε στην ίδρυση της θυγατρικής εταιρείας, Olympus Foods France S.A.R.L., το 2019. Η εταιρεία βρίσκεται στην Κεντρική Αγορά του Παρισιού, Rungis. Ακόμη, η οινοποιία, Μπουτάρη, το 2005 εξαγόρασε το Domaine de Mayrac, οινοποιείο που περιβάλλεται από αμπελώνα 700 στρεμμάτων βιολογικής καλλιέργειας, στην Ν. Γαλλία. Τέλος, αξιόλογος είναι ο αριθμός επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στον τομέα εισαγωγών ελληνικών τροφίμων και ποτών στην Γαλλία, καθώς και ελληνικών καταστημάτων που πωλούν προϊόντα τροφίμων και έτοιμα φαγητά (traiteur), ενώ, τέλος, σημαντική είναι η παρουσία ελληνικών επιχειρήσεων και στον χώρο της εστίασης.

ΟΙ ΓΑΛΛΙΚΕΣ F&B ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ •

Η Danone, η ηγέτιδα εταιρεία σε γαλακτοκομικά προϊόντα στον κόσμο, η οποία τον Σεπτέμβριο του 2019 αποφάσισε να κλείσει το γραφείο της στην Ελλάδα - χωρίς η απόφαση αυτή να επηρεάζει την Numil Hellas A.E. - τον περασμένο Απρίλιο, ανακοίνωσε την έναρξη συνεργασίας με τη γαλακτοβιομηχανία, Δέλτα, για την παραγωγή του Activia στην Ελλάδα, του πρώτου στραγγιστού γιαουρτιού με προβιοτικά • Η Délifrance, θυγατρική της Nutrixo, στον χώρο της αλευροβιομηχανίας και των αρτοσκευασμάτων, έχει συμπεριλάβει στην εμπορική της δραστηριότητα την Ευρώπη και την Ελλάδα, με την ίδρυση της Délifrance Hellas Α.Ε. από το 1985, με έδρα την Μεταμόρφωση Αττικής • Η Groupe Bel, που ειδικεύεται στην παραγωγή και εμπορία τυροκομικών προϊόντων - μεταξύ άλλων το εμβληματικό προϊόν της La Vache qui rit - δραστηριοποιείται στην Ελλάδα από το 2002, με την Fromageries Bel Hellas Α.Ε. • Η Lesaffre Hellas, θυγατρική του γαλλικού ομίλου, Lesaffre, ο οποίος δραστηριοποιείται στον τομέα της παραγωγής ζύμης αρτοποιίας, ιδρύθηκε το 1988 με αμιγώς εμπορικό χαρακτήρα. Η εταιρεία, από το 2008, είναι εγκατεστημένη στον Ασπρόπυργο, ενώ το 2015 προχώρησε στη δημιουργία ενός Κέντρου Αρτοποίησης, το Baking Center, με σκοπό την παροχή τεχνικής υποστήριξης, οργανοληπτικών αναλύσεων, καθώς και επιμορφωτικών ημερίδων και σεμιναρίων προς τους πελάτες της. Επιπλέον, δραστηριοποιείται στην αγορά της λιανικής με τη φρέσκια μαγιά σε κύβους για οικιακή χρήση • Η Pernod Ricard Hellas αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα των αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα, διαθέτοντας προϊόντα, όπως το ουίσκι Chivas Regal και η βότκα Absolut. Από ελληνικά brands, η εταιρεία διαθέτει προϊόντα, όπως το Ούζο Μίνι και τα Λικέρ Αιολική. Το 2019, η εταιρεία ανακοίνωσε τη συνεργασία της με την ελληνική εταιρεία premium λικέρ, Roots Spirits, για τη παραγωγή των τεσσάρων προϊόντων της Roots Spirits, στις πιστοποιημένες εγκαταστάσεις της Pernod Ricard Hellas στην Μυτιλήνη. Τον Οκτώβριο του 2020, η εταιρεία ανακοίνωσε ότι η συνεργασία αυτή επεκτείνεται, με την Pernod Ricard Hellas να αναλαμβάνει και τη διανομή των αποσταγμάτων, Roots. • Η Rémy Cointreau προσέθεσε το 2000, στο χαρτοφυλάκιό της, το διεθνώς γνωστό ελληνικό brand, ΜΕΤΑΞΑ.

Μάκης Αποστόλου FnB Daily