Αλλαγές στο καθεστώς της δραστηριότητας των βραχυχρόνιων μισθώσεων θα ανακοινώσει σύντομα η κυβέρνηση, με αποτέλεσμα οι ιδιοκτήτες ακινήτων να έχουν λάβει ήδη «θέσεις μάχης». Σύμφωνα με πληροφορίες, στο νέο θεσμικό πλαίσιο θα γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των μικροϊδιοκτητών και των επαγγελματιών επενδυτών του κλάδου, οι οποίοι διαθέτουν πολλά ακίνητα προς μίσθωση. Οι τελευταίοι θα υπαχθούν σε καθεστώς ΦΠΑ. Απαλλαγή από ΦΠΑ θα έχουν μόνον οι δικαιούχοι του μισθώματος που είναι φυσικά πρόσωπα κι έχουν καταχωρίσει στη σχετική πλατφόρμα της ΑΑΔΕ μικρό αριθμό ακινήτων (δύο ή τρία, με βάση την επικρατέστερη πρόταση).
Εξετάζεται να τεθεί και πλαφόν στις ημέρες μίσθωσης των ακινήτων ανά έτος. Ωστόσο, φαίνεται να απομακρύνεται ο καθορισμός από την τοπική αυτοδιοίκηση του αριθμού των ακινήτων που μπορούν να διατεθούν για βραχυχρόνια μίσθωση σε κάθε περιοχή. Οι μισθώσεις τύπου Airbnb, που εμφανίζουν αλματώδη αύξηση χρόνο με τον χρόνο, ενοχοποιούνται, μεταξύ άλλων, και για την όξυνση του στεγαστικού προβλήματος σε κάποιες περιοχές, γεγονός που υποχρέωσε πολλές πόλεις στο εξωτερικό να λάβουν περιοριστικά μέτρα.
Στον σαφή διαχωρισμό μεταξύ αφενός μικροϊδιοκτητών που νοικιάζουν ακίνητό τους για ορισμένες μέρες τον χρόνο σε ξένους ή Ελληνες επισκέπτες και αφετέρου σε εκείνους τους ιδιοκτήτες ή εταιρείες που νοικιάζουν μεγαλύτερο αριθμό ακινήτων συστηματικά υπό το καθεστώς των βραχυχρόνιων μισθώσεων, προχωράει η κυβέρνηση.
Η δεύτερη κατηγορία ιδιοκτητών, προκειμένου να μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τη δραστηριότητα αυτή, θα υπαχθεί στα προβλεπόμενα περί επιχειρηματικής δραστηριότητας, δηλαδή θα επιβληθεί στα μισθώματα μεταξύ άλλων και φόρος προστιθέμενης αξίας.
Επιπλέον, εξετάζεται το ενδεχόμενο να επιτραπεί και η παροχή υπηρεσιών όπως καθαριότητας υπό την προϋπόθεση ότι οι παρεχόμενες υπηρεσίες θα γίνονται σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία και οι απασχολούμενοι στα καταλύματα αυτά θα δηλώνονται και θα ασφαλίζονται όπως όλοι οι εργαζόμενοι. Ζήτημα που αφορά κατεξοχήν τις περιπτώσεις ολόκληρων πολυκατοικιών και κτιρίων, τα δωμάτια των οποίων διατίθενται για βραχυχρόνιες μισθώσεις και τα οποία τελούν υπό τη διαχείριση ιδίων συμφερόντων οπότε αποτελούν ουσιαστικά ξενοδοχειακή δραστηριότητα.
Επίσης, εξετάζεται αν για τις πολυκατοικίες διαμερισμάτων θα προβλεφθεί ρητά πως σε περίπτωση που το σύνολο των διαμερισμάτων ή συγκροτήματος κατοικιών εκμισθώνεται με βραχυχρόνιες μισθώσεις, αυτό θα θεωρείται τουριστικό κατάλυμα, το οποίο θα πρέπει να διαθέτει την αντίστοιχη αδειοδότηση.
Η απαλλαγή από ΦΠΑ του εισπραττόμενου μισθώματος θα επιφυλάσσεται μόνο για την περίπτωση που ο δικαιούχος του εισοδήματος είναι φυσικό πρόσωπο και έχει καταχωρίσει στην πλατφόρμα της ΑΑΔΕ μέχρι ένα συγκεκριμένο αριθμό ακινήτων (δεν έχει ακόμα αποφασιστεί αν θα είναι δύο ή τρία ακίνητα, εκ των οποίων το ένα θα πρέπει να χρησιμοποιείται για ιδιοκατοίκηση) στον ΑΦΜ του.
Ηλίας Γ. Μπέλλος, Προκόπης Χατζηνικολάου Καθημερινή
Στόχος είναι αφενός να μπει τάξη σε μία ραγδαία αναπτυσσόμενη αγορά, που λειτουργεί όμως συχνά στην γκρίζα ζώνη μεταξύ ξενοδοχίας και ενοικίασης ακινήτου, και αφετέρου η δίκαιη φορολογική και ρυθμιστική αντιμετώπιση της κάθε περίπτωσης. Επιπλέον, επιδιώκεται να προστατευθεί ο χαρακτήρας των γειτονιών των αστικών κέντρων αλλά και των τουριστικών προορισμών και να διασφαλιστεί πως θα υπάρχουν διαθέσιμα προς κανονική μίσθωση ακίνητα για κατοίκους, φοιτητές και δημόσιους λειτουργούς, όπως αστυνομικούς, πυροσβέστες, δασκάλους, ιατρούς, εποχικά εργαζόμενους και άλλους. Το σχετικό νομοσχέδιο βρίσκεται ακόμα σε επεξεργασία από το υπουργείο Οικονομικών σε συνεργασία με το υπουργείο Τουρισμού αλλά και το Μέγαρο Μαξίμου, όπου και θα ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.
Μία ακόμα εισήγηση που βρίσκεται στο τραπέζι είναι η επιβολή χρονικών περιορισμών στη διάρκεια του έτους που θα επιτρέπεται η βραχυχρόνια μίσθωση ενός ακινήτου και ενδεχομένως και στον αριθμό των ακινήτων μιας γειτονιάς, χωρίς ακόμα ωστόσο να έχει αποφασιστεί κατά πόσον θα δοθεί η αρμοδιότητα στην τοπική αυτοδιοίκηση να προσδιορίζει τον αριθμό αυτό ή απλώς τις ανάγκες της για στέγαση δημοσίων και άλλων λειτουργών και προσώπων. Σε κάθε περίπτωση κάτι τέτοιο, εφόσον συμπεριληφθεί τελικά στο νομοσχέδιο, θα γίνεται με βάση σχετική αιτιολογημένη επιστημονικά μελέτη.
Στο υπουργείο Οικονομικών έχουν συγκεντρωθεί επίσης εισηγήσεις από το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδας, τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, αλλά και οι παρεμβάσεις της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ). Οι προτάσεις αυτές συναξιολογούνται και με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές που έχουν εφαρμοστεί τα τελευταία λίγα χρόνια σε ευρωπαϊκές χώρες και πόλεις που αντιμετωπίζουν το φαινόμενο της μεγάλης ανάπτυξης των βραχυχρόνιων μισθώσεων, όπως η Ισπανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ιταλία και άλλες. Ακόμη, επιχειρείται να βρεθεί ισορροπία μεταξύ της πλευράς που μιλάει για αδυσώπητο αθέμιτο ανταγωνισμό κατά των ξενοδοχείων και εκείνης που μιλάει για δικαίωμα των ιδιοκτητών να αξιοποιήσουν τα ακίνητά τους μετά μία δεκαετία βαθιάς οικονομικής κρίσης.
Η ρύθμιση της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων έχει αναγνωριστεί ως ανάγκη ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση, ωστόσο λόγω και των εκλογών δεν πρόλαβαν να προχωρήσουν οι σχετικές ενέργειες. Την ωρίμανση της σχετικής διαδικασίας προανήγγειλε σε δηλώσεις της και η υπουργός Τουρισμού Ολγα Κεφαλογιάννη, η οποία μίλησε για επιτακτική ανάγκη ρύθμισης της αγοράς αυτής, όχι μόνο για να υπάρχει δίκαιος ανταγωνισμός μεταξύ ξενοδοχείων και ιδιοκτητών που νοικιάζουν βραχυπρόθεσμα έναν αριθμό ακινήτων αλλά και για την αποκατάσταση κοινωνικών ζητημάτων όπως η αδυναμία εξεύρεσης προσιτά τιμολογημένων ενοικιαζόμενων κατοικιών.
Από την πλευρά της η ΠΟΜΙΔΑ με επιστολή της προς τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς Οικονομίας, Τουρισμού και Επικρατείας ζητεί «να μην προχωρήσει η κυβέρνηση σε μονομερή μέτρα που θα καταστρέψουν έναν τόσο δυναμικό κλάδο της οικονομίας και του τουρισμού της χώρας μας, όπως είναι η βραχυχρόνια μίσθωση, με ποσοστό φορολογικής συμμόρφωσης που φτάνει το 90%, και έσοδα 600 εκατ. ευρώ από τις σχετικές πλατφόρμες, όπως ανακοίνωσε χθες ο υφυπουργός Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης, προξενώντας και τεράστια ζημιά στα δημόσια έσοδα, που θα απαιτήσει την επιβολή πρόσθετων φόρων εις βάρος των πολιτών».