Στο 2,8% προσγειώθηκε η ανάπτυξη το γ΄ τρίμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, πολύ χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, που την τοποθετούσαν στην περιοχή του 5%.
Ετσι, είναι μάλλον αδύνατον να επιτευχθεί η εκτίμηση του προϋπολογισμού για ανάπτυξη φέτος 5,6%, ενώ επανεκτιμάται προς τα κάτω και η πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης του 2023. Σημειώνεται ότι οι επίσημοι φορείς ήταν εξίσου ή και περισσότερο αισιόδοξοι από την κυβέρνηση στις πρόσφατες προβλέψεις τους: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή 6%, το ΔΝΤ 5,2% και η Τράπεζα της Ελλάδος 6,2%.
Μια πιθανή «παρενέργεια» της χαμηλότερης πτήσης του ΑΕΠ είναι ο περιορισμός του δημοσιονομικού χώρου, που είχε εκτιμηθεί ότι θα προέκυπτε λόγω καλής πορείας της οικονομίας, επιτρέποντας κάποιες νέες παροχές. Σε μικρότερο βαθμό επηρεάζεται αρνητικά και η μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Σημειώνεται, πάντως, ότι η αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% είναι υψηλότερη από τις προσωρινές εκτιμήσεις της Eurostat για ανάπτυξη 2,1% στην Ευρωζώνη και 2,4% στην Ε.Ε.
Μια χαμηλότερη από την αναμενόμενη πορεία του τουρισμού και της ναυτιλίας, σε συνδυασμό με ένα άλμα εισαγωγών, λόγω αύξησης της κατανάλωσης, είναι κάποιες από τις ερμηνείες που δίνουν οι οικονομολόγοι για την υποχώρηση του ΑΕΠ.
Είναι όμως επίσης πιθανό να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε «τεχνικό» θέμα και συγκεκριμένα στην αφαίρεση από το ΑΕΠ των επιχορηγήσεων που δόθηκαν για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων (όπως πρέπει, σύμφωνα με τους κανόνες), χωρίς όμως να έχουν προστεθεί αντίστοιχα και τα έσοδα που αντλήθηκαν για τον σκοπό αυτό, στο πλαίσιο του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης (όπως επίσης θα έπρεπε). Κι αυτό γιατί τα έσοδα αυτά δεν έχουν καταγραφεί ακόμη. Ετσι, στην κυβέρνηση ευελπιστούν ότι στην επόμενη εκτίμηση του ΑΕΠ, σε 3 μήνες, θα γίνει η σχετική διόρθωση. Πρόκειται για ένα ποσό 3,4 δισ. ευρώ, που αφαιρέθηκε, σύμφωνα με κυβερνητική πηγή. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο ρυθμός ανάπτυξης του 2022 θα αναθεωρηθεί προς τα πάνω.
Η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ στην ανακοίνωσή της επισημαίνει ότι η εκτίμηση του ΑΕΠ το γ΄ τρίμηνο «επηρεάστηκε ανασταλτικά από το σημαντικά αυξημένο επίπεδο των επιδοτήσεων των προϊόντων που αφορούν την ενέργεια, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό την αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας».
Με την εκτίμηση αυτή συμφωνεί και ο Ηλίας Λεκκός, επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας Πειραιώς. «Ο λόγος που διαμορφώθηκαν τα μεγέθη τόσο χαμηλά ήταν ότι αφαιρέθηκαν από το ΑΕΠ όλες οι επιδοτήσεις που είχαν δοθεί το τελευταίο διάστημα. Κατά πάσα πιθανότητα, αυτό θα εξαλειφθεί όταν θα γίνει επανεκτίμηση, στις αρχές του 2023».
Ωστόσο, πέρα από το ενδεχόμενο «τεχνικό» θέμα, καμπανάκι χτυπούν και τα στοιχεία που παραθέτει η ΕΛΣΤΑΤ για τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, οι οποίες αυξήθηκαν μόνο κατά 0,9% (έναντι 18,8% του β΄ τριμήνου), παρότι ήταν η κορύφωση της τουριστικής σεζόν. Αντίθετα, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 5,2% (έναντι 14,5% το προηγούμενο τρίμηνο).
«Οι καθαρές εξαγωγές αφαίρεσαν 2 ποσοστιαίες μονάδες από το ΑΕΠ, γιατί ενώ συνεχίστηκε η αύξηση των εισαγωγών, οι εξαγωγές υπηρεσιών ήταν πιο αδύναμες (αυξήθηκαν κατά 3%) από το αναμενόμενο», σχολιάζει ο Νίκος Μαγγίνας, επικεφαλής οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας. Με τα νέα δεδομένα, η Εθνική αναθεώρησε την πρόβλεψή της στην περιοχή του 5% για φέτος, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 6%. Για το 2023, η πρόβλεψη της Κομισιόν για 1% φαίνεται πλέον πιο ρεαλιστική από το 1,8% του υπουργείου Οικονομικών, εκτιμά ο κ. Μαγγίνας.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Alpha Bank Παναγιώτης Καπόπουλος εστιάζει στην αύξηση των εισαγωγών, σημειώνοντας ότι «καταναλώσαμε πολλά εισαγόμενα προϊόντα, με αποτέλεσμα οι καθαρές εξαγωγές να είναι πολύ αρνητικές». Εχει σημασία πάντως, κατά τον ίδιο, ο βαθμός στον οποίο οι εισαγωγές αντιπροσωπεύουν κατανάλωση ή μηχανολογικό εξοπλισμό. Ως θετικό στοιχείο, εξάλλου, αναφέρει τις επενδύσεις, προβλέποντας ότι θα σημειωθεί φέτος και πάλι ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων.
Σημειώνεται ότι η τελική καταναλωτική δαπάνη, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αυξήθηκε κατά 3,6%, με τα νοικοκυριά να αυξάνουν την κατανάλωσή τους κατά 6,2% και τη γενική κυβέρνηση να τη μειώνει κατά 2,9%. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου εμφανίζει αύξηση 7,7%.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, το ΑΕΠ αναμένεται να υπερβεί το 2023 τα 224 δισ. ευρώ, υψηλότερο κατά 45 δισ. ευρώ ή 25% από το 2018.
Η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε προς τα κάτω και τις εκτιμήσεις για τα προηγούμενα τρίμηνα: Το πρώτο τρίμηνο εκτιμάται πλέον ότι είχε ρυθμό ανάπτυξης 7,9% (από 8% προηγούμενη εκτίμηση) και το δεύτερο τρίμηνο 7,1% (από 7,7% προηγούμενη εκτίμηση).
Ειρήνη Χρυσολωρά, Καθημερινή