Τρία από τα µεγαλύτερα εγχώρια «πορτοφόλια», τρεις επιχειρηµατίες µε µεγάλη ισχύ και ακόµη µεγαλύτερη επιρροή σε πολλά επίπεδα, όπως είναι η οικογένεια Βαρδινογιάννη και οι κύριοι Γιάννης Αλαφούζος και Βαγγέλης Μαρινάκης, έχουν λάβει την καταρχήν απόφαση να ενώσουν τις δυνάµεις τους και να δώσουν τα χέρια για µια µιντιακή συµφωνία µε πολυποίκιλες προεκτάσεις.
Το πρώτο βήµα προς την υλοποίηση του τεράστιου project που βρίσκεται στα σκαριά θα αποτελέσει η προωθούµενη συνεργασία δύο υφιστάµενων τηλεοπτικών σταθµών, του STAR της οικογένειας Βαρδινογιάννη και του ΣΚΑΪ της οικογένειας Αλαφούζου, αλλά οι προοπτικές που διανοίγονται, όπως λένε όσοι έχουν γνώση των εντατικών συζητήσεων που γίνονται το τελευταίο διάστηµα, υπερβαίνουν κατά πολύ τις συνέργειες µεταξύ των δύο τηλεο- πτικών σταθµών που επιδιώκουν να συµπιέσουν το κόστος λειτουργίας τους σε µια εποχή οικονοµικής κρίσης.
Το σχέδιο, εξάλλου, που έχει εκπονηθεί και µπορεί να πάρει σάρκα και οστά το προσεχές διάστηµα, προβλέπει στενούς δεσµούς µεταξύ της επιχειρηµατικής τριάδας που θα αποκτήσει τη µορφή κοινοπραξίας µέσω µετοχικής ανταλλαγής, κατά τα πρότυπα της τάσης που ακολουθούν οµοειδείς επιχειρηµατικοί όµιλοι στο διεθνές πεδίο, στοχεύοντας στην εδραίωση και την ενδυνάµωσή τους στον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιούνται.
Ο ένας δίνει στον άλλον το 49%της επιχείρησής του
Σύµφωνα µε πληροφορίες από πηγές που έχουν άµεση γνώση των συζητήσεων, σε πρώτη φάση οι µέτοχοι του ΣΚΑΪ και του STAR θα παραχωρήσουν ο ένας στον άλλον ποσοστό 49% του µετοχικού τους κεφαλαίου. ∆ηλαδή ο Γιάννης Αλαφούζος θα αποκτήσει το 49% του STAR και την ίδια ώρα ο Γιάννης Βαρδή Βαρδινογιάννης θα αποκτήσει το 49% του ΣΚΑΪ. Για να υλοποι-ηθεί το κοινοπρακτικό σχήµα, η πλευρά Βαρδινογιάννη θα εισφέρει ένα ποσό σε µετρητά -υπολογίζεται περί τα 10 εκατ. ευρώ- καθώς και ένα µέρος -πιθανότατα 17,5%- από τις µετοχές που κατέχει στο MEGA.
Με τη συµπερίληψη στο κοινοπρακτικό σχήµα και του MEGA, του καναλιού το οποίο µπορεί να υπολειτουργεί τον τελευταίο χρόνο αλλά εξακολουθεί να έχει έσοδα, ανοίγει ο δρόµος για την ένταξη στη νέα ισχυρή συµµαχία ενός ακόµη σηµαντικού παίκτη στον χώρο των media, όπως είναι ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ο οποίος µε την πρόσφατη εξαγορά του ∆ηµοσιογραφικού Οργανισµού Λαµπράκη (∆ΟΛ) απέκτησε και ποσοστό 22,11% στο Μεγάλο Κανάλι.
Το τελευταίο, εφόσον καταλήξουν λίαν συντόµως, όπως άλλωστε ευελπιστούν και οι τρεις πλευρές, οι συζητήσεις που γίνονται µε εντατικούς ρυθµούς, είναι δυνατόν να επαναλειτουργήσει εντός του φθινοπώρου και πάντως πριν από το τέλος του χρόνου, στο πλαίσιο της νέας κοινοπραξίας η οποία θα διαθέτει την απαραίτητη ρευστότητα για να καλύψει τις τρέχουσες οικονοµικές ανάγκες του σταθµού.
Οικονοµίες κλίµακος και όχι µόνο
Αλλωστε, υπολογίζεται ότι η συµφωνία ανάµεσα στους τρεις επιχειρηµατικούς οµίλους θα επιφέρει σηµαντικές οικονοµίες κλίµακος στη λειτουργία και των τριών καναλιών, αφού θα έχουν κοινές εγκαταστάσεις (οι σχεδιασµοί θέλουν τον ΣΚΑΪ να µετακοµίζει, εν µέρει ή εν όλω, από το Φάληρο στην Κάτω Κηφισιά, όπου εδρεύει τώρα το STAR) και για την παραγωγή των ειδήσεων δεν θα απαιτείται να βγαίνουν στον δρόµο τρία διαφορετικά συνεργεία.
∆εν είναι άσχετο µε αυτούς τους σχεδιασµούς το πρόγραµµα περιστολής του -τεχνικού, κυρίως- προσωπικού που δροµολογήθηκε από τη διοίκηση του STAR µε την παροχή κινήτρων για την εθελούσια αποχώρηση του προσωπικού έτσι ώστε να συµπιεστεί το κόστος λειτουργίας του σταθµού και να περιοριστούν οι ζηµίες που γράφει χρόνο µε τον χρόνο. Μάλιστα, αυτές ακριβώς οι λεγόµενες οικονοµίες κλίµακος, που είναι σηµαντικές στην παρούσα δύσκολη οικονοµική συγκυρία λόγω της καταβαράθρωσης των διαφηµιστικών εσόδων, προβάλλονται ως το σηµαντικότερο κίνητρο για την επιχειρούµενη ένωση δυνάµεων ανάµεσα στους τρεις οµίλους.
Οπως και να ’χει, πάντως, το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι τριών τόσο µεγάλων επιχειρηµατικών οικογενειών αποφάσισαν να καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι και να αφήσουν πίσω τους σκληρούς ανταγωνισµούς και τις ανελέητες συγκρούσεις που είχαν µεταξύ τους όλα τα προηγούµενα χρόνια, είναι µια εξέλιξη που ξεπερνά την ούτως ή άλλως εντυπωσιακή πρωτοβουλία για ένταξη στο ίδιο άρµα τριών εµβληµατικών τηλεοπτικών σταθµών.
Στελέχη της αγοράς κάνουν λόγο για «σεισµικού χαρακτήρα αλλαγές» που θα επιφέρει στον επιχειρηµατικό χάρτη η ευόδωση της συµφωνίας. Υποστηρίζουν δε ότι «οι δονήσεις θα είναι τόσο έντονες» τόσο στον κλάδο των media όσο και ευρύτερα που «δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστο κανέναν τοµέα, µηδέ εξαιρουµένης της διαµόρφωσης του πολιτικού σκηνικού κατά το προσεχές διάστηµα». Οι συζητήσεις για τη νέα µιντιακή super συµµαχία εξελίσσονται σε µια περίοδο κατά την οποία αναζωπυρώνεται η σύγκρουση ανάµεσα στην κυβέρνηση και τους ιδιοκτήτες των καναλιών για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθµών και τους κανόνες µε τους οποίους θα γίνει. Μπορεί η ακύρωση του νόµου Παππά από το Συµβούλιο της Επικρατείας και η επαναφορά στο Εθνικό Συµβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) της αρµοδιότητας για αδειοδότηση των καναλιών να άλλαξαν τους όρους του παιχνιδιού -µε πιο σηµαντική αλλαγή την αύξηση από 4 σε 7 των αδειών πανελλαδικής εµβέλειας που θα χορηγηθούν-, πλην όµως τα πνεύµατα δεν ηρέµησαν.
Οι δύο αντιµαχόµενες πλευρές παραµένουν στα χαρακώµατα και µε κάθε αφορµή ξεσπούν µεταξύ τους αψιµαχίες και ανταλλάσσονται πυρά. Κι αυτό καθώς η κυβέρνηση θέλει να επιβάλει τους ίδιους όρους και τις ίδιες διαδικασίες που ίσχυσαν στον ακυρωθέντα διαγωνισµό, την ώρα που οι καναλάρχες δεν εµφανίζονται πλέον πρόθυµοι να δεχθούν και πάλι τα όσα ταπεινωτικά υπέστησαν την προηγούµενη φορά, όπου τους έκλεισαν στα καµαράκια, τους υποχρέωσαν να παίξουν την «τυφλόµυγα» και χρειάστηκε να πληρώσουν υπερβολικά υψηλά ποσά για να εξασφαλίσουν µια από τις άδειες.
Το τελευταίο επεισόδιο που ανέβασε εκ νέου την ένταση ήταν η οξεία αντίδραση του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενηµέρωσης Νίκου Παππά στην αγωγή που κατέθεσε η διοίκηση του STAR διεκδικώντας αποζηµίωση για τη ζηµία την οποία υποστηρίζει ο σταθµός ότι υπέστη εξαιτίας των αντισυνταγµατικών διαδικασιών που ακολουθήθηκαν στην ακυρωθείσα από το Συµβούλιο της Επικρατείας διαδικασία αδειοδότησης.
Αντιδρώντας στην αγωγή, ο κ. Παππάς επιχείρησε να πολιτικοποιήσει την κόντρα, εµπλέ- κοντας στην αντιπαράθεσή του µε το κανάλι και τα κόµµατα της αντιπολίτευσης από τα οποία ζήτησε να λάβουν θέση. Το STAR στράφηκε εναντίον του Ελληνικού ∆ηµοσίου αλλά και προσωπικά εναντίον των υπουργών Νίκου Παππά και Ευκλείδη Τσακαλώτου καθώς και του γενικού γραµµατέα Ενηµέρωσης Λευτέρη Κρέτσου, υποβάλλοντας εναντίον τους αγωγή µε την οποία ζητεί να του καταβληθεί αποζηµίωση 32,4 εκατ. ευρώ. Υποστηρίζει ότι εξαιτίας της µη αδειοδότησής του έχασε διάφορα προγράµµατα που είχε ήδη κλείσει, όπως το «Survivor» και το «Voice», και υπέστη εξ αυτού ζηµία από διαφυγόντα διαφηµιστικά έσοδα.
Το κανάλι ζητεί επίσης να του επιστραφούν περίπου 300.000 ευρώ για τα έξοδα του φακέλου που ετοίµασε για να συµµετάσχει στον διαγωνισµό αλλά και 100.000 ευρώ για ηθική βλάβη την οποία υπέστη από φράσεις όπως «αεροπειρατεία καναλαρχών» και άλλες παρόµοιες που χρησιµοποίησαν ο κ. Παππάς και άλλοι κυβερνητικοί αξιωµατούχοι.
Η «θετική» και η «αποθετική» ζηµία
Στην πολυσέλιδη αγωγή του STAR εξηγούνται αναλυτικά οι λόγοι για τους οποίους το κανάλι απαιτεί αποζηµίωση. Παρατίθενται λεπτοµερή στοιχεία για τις απώλειες που είχε ο σταθµός ο οποίος, ως γνωστόν, είχε µείνει εκτός της αδειοδότησης, καθώς η εταιρεία που λειτουργεί το κανάλι δεν ήταν µεταξύ εκείνων που ανακηρύχθηκαν υπερθεµατιστές λόγω του χαµηλού, σε σχέση µε τους άλλους συµµετέχοντες στον διαγωνισµό, χτυπή- µατος που είχαν κάνει οι ιθύνοντες του STAR. Στο σκέλος που αφορά τη «θετική ζηµία» γίνεται εκτενής αναφορά στο κόστος εργασίας του προσωπικού που ετοίµασε και υπέβαλε τον φάκελο υποψηφιότητας, ύψους 306.638,91 ευρώ, στο κόστος πρόσληψης επιπλέον 22 ατόµων που προστέθηκαν στο υφιστάµενο προσωπικό για να είναι σύννοµη η συµµετοχή στον διαγωνισµό, µε ποσό 171.761,39 ευρώ, στα παράβολα συµµετοχής στον διαγωνισµό και προ- δικαστικών προσφυγών, µε ζηµία 36.000 ευρώ, καθώς και στις αµοιβές δικηγόρων και δικαστικών επιµελητών, ύψους 122.878,83 ευρώ.
Ακόµη πιο σηµαντική, όµως, οικονοµική διάσταση έχει η «αποθετική ζηµία», που επίσης αναλύεται µε κάθε λεπτοµέρεια στο δικόγραφο, στο οποίο περιλαµβάνονται και πίνακες µε στοιχεία για να γίνονται πιο εύληπτα τα επιχειρήµατα του καναλιού. «Υπολογίζεται η µείωση διαφηµιστικών εσόδων της εταιρείας µας από 1.9.2016, οπότε κατέστη γνωστό ότι η εταιρεία µας δεν αναδείχθηκε υπερθεµατιστής, µε αποτέλεσµα να παρατηρείται πτώση της τηλεθέασης του STAR από 12,3% σε 10,9%», αναφέρεται. Και άρα, «τα διαφυγόντα κέρδη (έσοδα) εξ αυτής της αιτίας ανέρχονται στο ποσό των 809.691,13 ευρώ».
Εκτενώς περιγράφονται εν συνεχεία οι επιπτώσεις από την υποχρέωση του σταθµού να παραιτηθεί των δικαιωµάτων µετάδοσης του «Voice», του «Survivor» καθώς και του «Survivor Πανόραµα», προγραµµάτων που µε πολύµηνες διαπραγµατεύσεις µε τον τουρκικό όµιλο Acun Medya είχαν εξασφαλίσει τα στελέχη του καναλιού και τελικώς µεταδόθηκαν από τον ΣΚΑΪ. Με βάση, λοιπόν, τους υπολογισµούς, το σύνολο της αποθετικής ζηµίας για το STAR, κατά το διάστηµα από τον Νοέµβριο του 2016 έως τον Ιούνιο του 2017, ανήλθε σε 30,9 εκατ. ευρώ.
Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, αν και αρχικά αντέδρασε ειρωνικά και σε σχετική ανάρτησή του προέτρεψε τη διοίκηση του καναλιού «να απευθυνθεί στο ταµείο απόρων, παρανόµων καναλαρχών και αποτυχηµένων µάνατζερ», επανήλθε αργότερα για να συντηρήσει το συγκρουσιακό κλίµα µέσω αιχµηρών ερωτηµάτων που απηύθυνε τόσο προς τη διοίκηση και την ιδιοκτησία του καναλιού όσο και προς τις δυνάµεις της αντιπο- λίτευσης. Σύµφωνα µε τον κ. Παππά, «τα κόµµατα, που ως το 2015 είχαν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και της εφαρµογής του νόµου και των αποφάσεων του ΣτΕ για διεξαγωγή διαγωνισµού αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθµών, οφείλουν να τοποθετηθούν επί της άποψης ότι οι ιδιοκτησίες των σταθµών βρίσκονταν εδώ και δεκαετίες σε “καθεστώς οµηρίας και ανασφά- λειας”».
Χωρίς, πάντως, να αναµένει τις απαντήσεις των κοµµάτων, ο κ. Παππάς έσπευσε µε την ίδια ανακοίνωση να δηλώσει ότι «η απάντηση της κυβέρνησης σε όλα τα παραπάνω είναι σαφής: στις πρακτικές που επιλέχθηκαν δεν υποκύπτουµε. Ο διαγωνισµός για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθµών θα γίνει κανονικά. Πρέπει να γίνει πολύ σύντοµα. Και το τίµηµα οφείλει να είναι υψηλό, ανάλογο αυτού που πέτυχε ο πρώτος διαγωνισµός. Για τη, δε, τήρηση των νόµων δεν τίθεται αµφισβήτηση». Η συνέχεια επί της… οθόνης, καθώς δεν προβλέπεται να µπουν σύντοµα τίτλοι τέλους στο σίριαλ, µε τη βεντέτα που έχει ανοίξει η κυβέρνηση µε τα µέσα ενηµέρωσης.
Γρηγόρης Τζιοβάρας (Πρώτο Θέμα)