Η πιο πρόσφατη μελέτη της Eurostat για την αγροτική παραγωγή των χωρών της ΕΕ, δίνει μερικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τις ευκαιρίες που μπορούν να αξιοποιήσουν οι Έλληνες αγρότες.
Το μέσο εισόδημα των αγροτών της ΕΕ για το 2018 ήταν 4,6% χαμηλότερο σε σχέση με το 2017, παραμένει όμως 19,7% υψηλότερο σε σχέση με το 2010. Στο ίδιο ποσοστό με το μέσο όρο της ΕΕ, μειώθηκε και το εισόδημα για τους Έλληνες αγρότες, παρά το γεγονός ότι η χώρα μας ήταν ευνοημένη κλιματικά σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ.
Σχεδόν το 40% των αγροτικών ιδιοκτησιών παράγουν λιγότερα από 2.000 ευρώ ανά έτος και αξιοποιούν παραπάνω από το 50% της παραγωγής τους για ιδιόχρηση. Εξίσου μεγάλο (περίπου 30%) είναι και το ποσοστό των αγροτικών ιδιοκτησιών που παράγουν από 2.000 έως 8.000 ευρώ ετησίως. Οπότε, 304.000 φάρμες σε όλη την Ευρώπη είναι αυτές που παράγουν το 55,6% του ετήσιου συνολικού τζίρου.
Από τα 59 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία επενδύθηκαν ως κεφάλαιο στην αγροτική παραγωγή, οι μεγάλες αγροτικές δυνάμεις (Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία) είχαν τα μεγαλύτερα μερίδια. Ωστόσο, το εντυπωσιακό είναι ότι αναλόγως του μεγέθους, οι χώρες που βρίσκονται στην κορυφή της λίστας κατάταξης είναι η Λετονία και η Εσθονία. Στην Ελλάδα, η ανθρώπινη εργασία συνεχίζει να παίζει πρωτεύοντα ρόλο, δεδομένου ότι το 2017 στην αγροτική παραγωγή εργαζόταν το 10,6% του ενεργού πληθυσμού, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τις άλλες χώρες σπάνια ξεπερνούν το 5%.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι Έλληνες αγρότες παρήγαγαν το 2018 προϊόντα φυτικής και ζωικής προέλευσης αξίας 10,9 δισεκατομμυρίων ευρώ, συμμετέχοντας στο ΑΕΠ με ποσοστό 2,7%, το οποίο είναι σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με το 1,1% που είναι ο μέσος όρος των χωρών της ΕΕ.
Η κλιματική αλλαγή
Στα βασικά φυτικά αγροτικά προϊόντα, η μείωση της παραγωγής ήταν από 5% έως και 10% σε σχέση με το 2017, γεγονός που οφείλεται κατά κύριο λόγο στις αυξημένες περιόδους ξηρασίας στη κεντρική και βόρεια Ευρώπη.
Στην Ελλάδα, τα ποσοστά ξηρασίας ήταν πολύ χαμηλότερα με αποτέλεσμα το 2018 να είναι μια καλή παραγωγική περίοδος με ιδιαίτερα ευνοημένη την ελιά.
Είναι αξιοπαρατήρητο ότι ενώ, η ΕΕ θεωρεί την Κοινή Αγροτική Πολιτική άρρηκτα δεμένη με την αειφόρο ανάπτυξη και τους στόχους που πρέπει να έχουν επιτευχθεί μέχρι το 2030, η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες μεταξύ των 28, που από το 2012 μέχρι το 2017, μείωσε αντί να αυξήσει τις εκτάσεις που αξιοποιούνται από οργανικές καλλιέργειες. Συγκεκριμένα, στο διάστημα αυτό, η Ιταλία σχεδόν διπλασίασε τη γη που αξιοποιεί για οργανικές καλλιέργειες, ενώ Ισπανία και Γαλλία αύξησαν τις εκτάσεις τους άνω του 50%. Συνολικά από τα 173 εκατομμύρια εκτάρια που συνθέτουν την καλλιεργήσιμη γη στις χώρες της ΕΕ, μόλις τα 12,6 εκατομμύρια αξιοποιούνται για οργανικές καλλιέργειες.
Τα κατσικίσια προϊόντα
Η Ελλάδα συνεχίζει να είναι δυνατή στα προϊόντα αρνιού και κατσικιού, με ποσοστό 9,9% στο συνολικό πληθυσμό αρνιών και πρώτη θέση στον πληθυσμό κατσικιών, ακολουθούμενη από Ισπανία και Ρουμανία.
Ο ζωικός πληθυσμός είναι από τα λίγα μεγέθη που φέρνουν την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις των κατατάξεων μεταξύ των χωρών της ΕΕ, δεδομένου ότι εκτός από την παραγωγή κρέατος επηρεάζει και την παραγωγή γάλακτος, Το 2018, η Ελλάδα κατείχε την πρώτη θέση σε παραγωγή γάλακτος που προέρχεται από ζώα εκτός αγελάδων.
Γιάννης Μουρατίδης