Φιλόδοξο σχέδιο για την αναβίωση της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας, μέσα από τη συνένωση των ναυπηγείων της χώρας σε ένα mega ναυπηγείο, βρίσκεται στα σκαριά. Ένα τέτοιο σχήμα θεωρείται ικανό να αντεπεξέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό και να προσελκύσει σημαντικό έργο από τα ναυπηγεία της Ασίας αλλά και γειτονικών χωρών που σήμερα καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος, με τεράστια οφέλη για τις εθνικές οικονομίες των κρατών τους.
Στο συγκεκριμένο project φαίνεται να προσανατολίζεται η κυβέρνηση, η οποία έχει εκφράσει την πρόθεσή της να ξαναζωντανέψει την ναυπηγοεπισκευή ζώνη της χώρας. Καταλύτης των εξελίξεων είναι οι κινήσεις που έχει δρομολογήσει ο υφυπουργός Οικονομίας, Στ. Πιτσιόρλας, ο οποίος χειρίζεται το θέμα σε συνεργασία με το υπουργείο Ναυτιλίας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.
ΑΠΟ ΤΟ 1990
Ανάλογες σκέψεις πάντως υπήρχαν και στα τέλη της δεκαετίας του 1990 από τον επιχειρηματία Ταβουλάρη, οι οποίες ωστόσο δεν τελεσφόρησαν ποτέ. Πληροφορίες αναφέρουν πως ήδη μεγάλοι επενδυτές από την Ελλάδα και το εξωτερικό έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στην πρωτοβουλία, διαβλέποντας τις τεράστιες προοπτικές που έχει.
Ανάμεσα στα «ονόματα» που ακούγονται είναι και η Cosco, η οποία δεν έχει κρύψει πως θέλει να επεκταθεί και στη ναυπηγοεπισκευή, με δεδομένες και τις δεσμεύσεις που ανάλαβε στο πλαίσιο της εξαγοράς του 67% του ΟΛΠ. Τους επόμενους μήνες μάλιστα αναμένεται να παραλάβει μια τεράστια δεξαμενή, η οποία βρίσκεται ήδη καθ’ οδόν από την Ασία με κατεύθυνση το λιμάνι του Πειραιά.
Στα πλεονεκτήματα που θα έχει ένα τέτοιο σχήμα είναι η τεχνογνωσία που έχουν οι Έλληνες τεχνίτες και θεωρείται μοναδική στον κόσμο, καθώς μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980 στην Ελλάδα κατασκευάζονταν ακόμη τεράστια τάνκερ και άλλα πλοία μεγάλου μεγέθους καθώς και η ισχυρή παρουσία των Ελλήνων εφοπλιστών, οι οποίοι δηλώνουν έτοιμοι να αναθέσουν σε πρώτη φάση εργασίες συντήρησης και αναβάθμισης του στόλου τους στα νέα περιβαλλοντολογικά πρότυπα, ενώ μελλοντικά δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να αναθέσουν ακόμη και την κατασκευή πλοίων τους, εφόσον δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Οι Έλληνες πλοιοκτήτες, παρά τους χαλεπούς καιρούς που βιώνει η παγκόσμια ναυτιλία εξακολουθούν να αποτελούν το μεγαλύτερο εργοδότη, αναθέτοντας δουλειές εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στα ναυπηγεία της Ασίας, ενώ είναι με διαφορά οι μεγαλύτεροι αγοραστές μεταχειρισμένων πλοίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Allied Shipbroking, μόνο το πρώτο τρίμηνο του 2017 επένδυσαν σχεδόν 1,5 δισ. ευρώ για την απόκτηση πάνω από 80 πλοίων, με τους Νορβηγούς και τους Κινέζουν να έπονται στη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα.
Ο ρόλος των ναυπηγείων Σκαραμαγκά
Κομβικό ρόλο στη συνένωση των ναυπηγείων (Σκαραμαγκά, Ελευσίνας και Νεωρίου) παίζει η εξεύρεση λύσης στο θέμα του Σκαραμαγκά.
Πληροφορίες αναφέρουν πως πολύ σύντομα θα υπάρξουν σημαντικές εξελίξεις, καθώς η κυβέρνηση βρίσκεται ένα βήμα πριν την κατάθεση της αίτησης στο Πρωτοδικείο Αθηνών για την ένταξη της ΕΝΑΕ σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης με βάση το Νόμο Δένδια, μετά και το πράσινο φως που εξασφάλισε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού (DG Comp). Οι ίδιες πληροφορίες υπογραμμίζουν πως η αίτηση θα κατατεθεί ανεξάρτητα από τα ασφαλιστικά μέτρα που έχει εξασφαλίσει η διοίκηση της ΕΝΑΕ, και τα οποία προβλέπουν ότι δεν θα προχωρήσει οτιδήποτε προτού αποφανθεί το διεθνές διαιτητικό δικαστήριο για την κόντρα που έχει με το Ελληνικό Δημόσιο, αξιώνοντας το ποσό του 1 δισ. ευρώ.
Να σημειωθεί πως η ετυμηγορία του διεθνούς διαιτητικού δικαστηρίου μετατέθηκε για τα τέλη Ιουνίου αντί για τα μέσα Απριλίου που ήταν αρχικά προγραμματισμένη, ενώ έως ότου καθαρογραφεί και γίνει γνωστό το σκεπτικό της απόφασης εκτιμάται πως θα παρέλθουν ακόμη δυο μήνες (τέλος καλοκαιριού).
Η επιλογή της ένταξης σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης θεωρείται ως η μόνη ρεαλιστική λύση για να αποφευχθεί η πτώχευση των πολύπαθων ναυπηγείων που ίδρυσε ο εφοπλιστής Σταύρος Νιάρχος το 1958 για την κατασκευή και συντήρηση των πλοίων και ταυτόχρονα να ξεκαθαρίσει το τεράστιο ζήτημα των κρατικών ενισχύσεων που ταλανίζει την εταιρεία εδώ και περίπου δέκα χρόνια. Επιπρόσθετα, επιτυγχάνεται η απομάκρυνση της παρούσας διοίκησης, η οποία σύμφωνα με την κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει εδώ καιρό τα ναυπηγεία και ανοίγει ο δρόμος για την εξεύρεση νέου επενδυτή, μέσα από την προκήρυξη διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού. Η βασική φιλοσοφία του σχεδίου που προωθεί η κυβέρνηση προβλέπει τον διαχωρισμό του εμπορικού και στρατιωτικού σκέλους του ναυπηγείου, με απώτερο στόχο την εξεύρεση νέου επενδυτή. Οι αρμόδιοι υπουργοί έχουν ενημερώσει ήδη τους περίπου 800 εργαζομένους των ναυπηγείων, προκειμένου να καθορίσουν τη στάση που θα κρατήσουν τόσο αναφορικά με τον μέλλον τους, όσο και ως ένας από τους βασικούς πιστωτές της εταιρείας.
Διαγραφή ενισχύσεων όπως στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ
Κύκλοι του υπουργείου Οικονομίας σημειώνουν πως το σχέδιο της κυβέρνησης έχει τη σύμφωνη γνώμη των Βρυξελλών, οι οποίες εμφανίζονται πρόθυμες να κάνουν ένα βήμα πίσω και να διευκολύνουν την ελληνική πλευρά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού (DG Comp) φέρεται ανοιχτή να συζητήσει την διαγραφή των ενισχύσεων, όπως έγινε στην περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, εφόσον στο τέλος τη μέρας βρεθεί νέος επενδυτής που θα αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας της εταιρείας ενώ έχει συμφωνήσει να αφαιρεθεί από τις κρατικές ενισχύσεις, το όποιο ποσό επιδικάσει στην ΕΝΑΕ το διεθνές διαιτητικό δικαστήριο. Το υπουργείο πάντως έχει προετοιμαστεί για όλα τα ενδεχόμενο, ενώ έχει υπολογίσει ότι το μέγιστο ποσό που μπορεί να επιδικαστεί στην ΕΝΑΕ δεν θα ξεπεράσει τα 300 εκατ. ευρώ. Από την πλευρά της, η διοίκηση της ΕΝΑΕ μιλώντας στην «Η» εκφράζει την απογοήτευσή της για το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να εφαρμόσει τα σχέδια της χωρίς προηγουμένως να έλθει σε επικοινωνία είτε με την ενταύθα διοίκηση είτε με την ιδιοκτησία και δηλώνει έτοιμοι να αναλάβει νομικές πρωτοβουλίες για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της.
Για την ιστορία στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) έχει καταλογισθεί ως ληξιπρόθεσμο ποσό ύψους 566 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση για παράνομες κρατικές ενισχύσεις που έλαβε την περίοδο 1997 έως το 2002. Για το συγκεκριμένο ζήτημα, ο ισχυρός άνδρας της Privinvest, Ισκαντάρ Σάφα, που κατέχει το 75% των ναυπηγείων έχει προσφύγει εδώ και πέντε χρόνια στο Διαιτητικό Δικαστήριο του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (ICC) καθώς αρνείται πως βαρύνονται με κάποια υποχρέωση, υποστηρίζοντας πως οι συγκεκριμένες χορηγήθηκαν πολύ πριν επενδύσουν στα Ναυπηγεία.
• Καταλύτης των εξελίξεων είναι οι κινήσεις που έχει δρομολογήσει ο υφυπουργός Οικονομίας, Στ. Πιτσιόρλας, ο οποίος χειρίζεται το θέμα σε συνεργασία με το υπουργείο Ναυτιλίας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Γιώργος Μανέττας (Ημερησία)