Οι Κινέζοι επιλέγουν να βάλουν στο ποτήρι τους το ελληνικό μεταλλικό νερό που σημειώνει αύξηση εξαγωγών προς την ασιατική χώρα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται σε ενημερωτικό έγγραφο του γραφείου οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Σαγκάη. Το ελληνικό μεταλλικό νερό "Θεόνη" που αναβλύζει σε υψόμετρο περίπου 1100 μ. από τις υπόγειες δεξαμενές της πηγής Γκούρας στην οροσειρά των Αγράφων και εμφιαλώνεται απευθείας στην πηγή, χωρίς προσμίξεις ή διεργασίες, έχει σημαντική παρουσία στην κινέζικη αγορά, μαζί με το Ζαγόρι.
Τον Απρίλιο του 2016 το νερό «Θεόνη», είχε βραβευθεί στις ΗΠΑ ως «το καλύτερο νερό στον κόσμο», ενώ η επιχείρηση ΑΗΒ Group που το παράγει τονίζει ότι θα τετραπλασιάσει την παραγωγή του με στόχο τις εξαγωγές, ειδικά στην αγορά της Κίνας, μετά από τις σχετικές συζητήσεις με όμιλο που θα φροντίσει για την εισαγωγή του εκεί. Μετά από αυτή τη συμφωνία το νερό «Θεόνη» θα μπορεί να βρεθεί σε χιλιάδες σημεία στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου εντός του 2017.
Το 2014 οι εισαγωγές νερού ανήλθαν στο ποσό των 512.374 ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση ύψους 127,15%. Στην εγχώρια αγορά η κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού αυξήθηκε κατά 14% το 2012, αγγίζοντας τα 54 δισεκατομμύρια λίτρα στην Κίνα. Το εισαγόμενο εμφιαλωμένο νερό στην Κίνα, λόγω της υψηλής τιμής του, διατίθεται, κυρίως, από μεγάλες διεθνείς αλυσίδες υπεραγορών και σούπερ μάρκετ (όπως το Carrefour), καταστήματα τροφίμων δυτικού τύπου, διεθνή ξενοδοχεία, εστιατόρια με ξένη κουζίνα και κέντρα νυχτερινής διασκέδασης, όπου συχνάζουν Δυτικοί και Κινέζοι των υψηλών εισοδηματικών τάξεων. Η υψηλή τιμή του εισαγόμενου εμφιαλωμένου νερού το καθιστά, εκ των πραγμάτων, προϊόν που απευθύνεται στα ανώτερα στρώματα της αγοράς, που διαθέτουν, άλλωστε, και το μορφωτικό επίπεδο για να μπορούν να εκτιμήσουν τις ιδιότητες του εμφιαλωμένου νερού. Μερικοί από τους βασικούς λόγους που ωθούν τους Κινέζους στην κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού είναι η λειψυδρία, η κακή ποιότητα του νερού λόγω ρύπανσης, αλλά και η αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες των Κινέζων που υιοθετούν σταδιακά ολοένα και περισσότερες συνήθειες που συναντά κανείς στο δυτικό κόσμο.