Σε πορεία ανάκαμψης φαίνεται ότι έχει εισέλθει η Χαλυβουργία Ελλάδος, δεύτερος μεγαλύτερος ελληνικός βιομηχανικός όμιλος παραγωγής χαλυβουργικών προϊόντων, που λειτουργεί μεγάλες μονάδες παραγωγής στον νομό Μαγνησίας.
Αν και δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί το αίτημά της για πλήρη αναδιάρθρωση των δανείων της, με μετατροπή τους σε νέο ομολογιακό δάνειο μεσο-μακροπρόθεσμης διάρκειας.
Η επιχείρηση συνέχισε κατά το 2017, σύμφωνα με πληροφορίες, να επανέρχεται σε θετικά λειτουργικά αποτελέσματα, ενώ το 2016 εμφάνισε οριακά θετικά αποτελέσματα προ φόρων και μετά φόρων, παρά τα απογοητευτικά χαμηλά επίπεδα της εγχώριας ζήτησης, αξιοποιώντας την ανάκαμψη της ζήτησης σε εξαγωγικές αγορές της και αποφάσεις με τις οποίες έχει μειωθεί το κόστος προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Εχει εντείνει την εμπορική της διείσδυση σε αγορές της βόρειας Αφρικής.
Με ιστορία και πείρα οκτώ δεκαετιών στο ενεργητικό της, η Χαλυβουργία Ελλάδος είναι μία από τις παλαιότερες ελληνικές βιομηχανίες. Ελαβε την τρέχουσα νομική μορφή και επωνυμία της το 2006, μετά τη συνένωση της Χαλυβουργίας Θεσσαλίας και της Ελληνικής Χαλυβουργίας, δυο ιστορικών εταιρειών στον χώρο της ελληνικής βαριάς βιομηχανίας. Το 1938 ιδρύθηκε η Ελληνική Χαλυβουργία, η πρώτη βιομηχανία χάλυβα στην Ελλάδα, ενώ το 1963 ιδρύθηκε η Χαλυβουργία Θεσσαλίας.
Συγχωνεύτηκαν το 2006, με απορρόφηση της πρώτης από τη δεύτερη και μετονομασία της τελευταίας σε Χαλυβουργία Ελλάδος, με βασικό μέτοχο την οικογένεια Ν. Μάνεση. Είναι μέλος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών και του Επιμελητηρίου Μαγνησίας. Στη διάρκεια της τελευταίας και συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της συνακόλουθης κατάρρευσης της εγχώριας κατασκευαστικής δραστηριότητας έχει συσσωρεύσει μεγάλου ύψους ζημιές, όπως όλες ανεξαιρέτως οι ελληνικές χαλυβουργίες.
Σύμφωνα με τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της για το 2016, που έγιναν προσφάτως γνωστές μέσω του ΓΕΜΗ, η βιομηχανία το 2016 κατέγραψε υψηλή διψήφια αύξηση των πωλήσεών της, καθώς μπόρεσε να επεκταθεί εξαγωγικά, μετά τη συμπίεση του υψηλού ενεργειακού κόστους και τη λήψη πρόσθετων μέτρων περιορισμού των δαπανών και ενίσχυσης της παραγωγικότητας των μονάδων της.
Επίσης, αν και δεν μείωσε το υψηλό επίπεδο του δανεισμού της, που ανερχόταν σε 340 εκατ. περίπου ευρώ και ήταν στο σύνολό του βραχυπρόθεσμος, εμφάνισε θετικά τελικά οικονομικά αποτελέσματα, έστω με μείωση των αποσβέσεων της χρήσης, έχοντας περιορίσει το υψηλό κόστος αδράνειας μέρους των εγκαταστάσεών της και, μεταξύ αυτών, εκείνων που διαθέτει στον Ασπρόπυργο Αττικής και έχει θέσει από ετών εκτός λειτουργίας, λόγω της αναιμικής εγχώριας ζήτησης.
Κατά την εταιρεία, οι επιδόσεις της το 2016, που συνίστανται κυρίως στη συρρίκνωση του κόστους παραγωγής σε επίπεδα «από τα πλέον ανταγωνιστικά διεθνώς» και στην αύξηση των εξαγωγών της σε χώρες της βόρειας Αφρικής, ευρωπαϊκές χώρες και χώρες της Μέσης Ανατολής, σε συνδυασμό με τα οφέλη που έχει εξασφαλίσει συνεργαζόμενη στον τεχνολογικό τομέα με γερμανικό οίκο, είναι δυνατόν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά της.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον δέκατο ενοποιημένο ισολογισμό της επιχείρησης, τα έσοδά της το 2016, από κοινού με αυτά της θυγατρικής της εταιρείας ανακύκλωσης μετάλλων GreenSteel, ανήλθαν σε 140,33 εκατ. ευρώ, από 118,44 εκατ. ευρώ το 2015, παρουσιάζοντας αύξηση 18,5% σε ποσοστό ή 21,89 εκατ. ευρώ σε αξία, εμπεριέχοντας αύξηση τόσο του όγκου των πωλήσεων όσο και των τιμών πώλησης των προϊόντων της. Το 99,4% των εσόδων της (139,49 εκατ. ευρώ) προήλθε από τις βιομηχανικές δραστηριότητές της στον νομό Μαγνησίας, ενώ το υπόλοιπο 0,6% (0,84 εκατ. ευρώ) προήλθε από εμπορικές και παροχή υπηρεσιών.
Συγχρόνως, η εταιρεία κατέγραψε μεικτά κέρδη 25,76 εκατ. ευρώ έναντι αντίστοιχων κερδών 7,23 εκατ. ευρώ το 2015 (+256,1% ή +18,52 εκατ. ευρώ), αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, την αύξηση των τιμών των χαλυβουργικών προϊόντων διεθνώς.
Ενώ το 2015 είχε σημειώσει ζημιές προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) 0,57 εκατ. ευρώ, το 2016 κατέγραψε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) 11,62 εκατ. ευρώ (+12,20 εκατ. ευρώ). Συμπίεσε τόσο τις δαπάνες διάθεσης όσο και αυτές της διοικητικής λειτουργίας. Το κόστος αδράνειας εγκαταστάσεων περιορίστηκε σε 1,39 εκατ. ευρώ, από 3,68 εκατ. ευρώ έναν χρόνο νωρίτερα.
Η χρήση επιβαρύνθηκε με συνολικές αποσβέσεις και απομειώσεις 3,29 εκατ. ευρώ (8,69 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν) και χρεωστικούς τόκους και συναφή χρηματοοικονομικά έξοδα 8,53 εκατ. ευρώ (9,47 εκατ. ευρώ έναν χρόνο νωρίτερα). Ειδικότερα οι αποσβέσεις των παγίων περιορίστηκαν σε 2,24 εκατ. ευρώ (6,61 εκατ. ευρώ το 2015).
Επίσης, επιβαρύνθηκε με πρόβλεψη απομείωσης εμπορικών απαιτήσεων 1 εκατ. ευρώ.
Το ενοποιημένο αποτέλεσμα της Χαλυβουργίας Ελλάδος προ φόρων και δικαιωμάτων μειοψηφίας, κατόπιν αυτών, ήταν κέρδη προ φόρων 0,02 εκατ. ευρώ έναντι αντίστοιχων ζημιών 18,89 εκατ. ευρώ το 2015. Το αποτέλεσμα της επιχείρησης μετά την πρόβλεψη για φόρους και τα δικαιώματα μειοψηφίας διαμορφώθηκε σε κέρδη 2.000 ευρώ το 2016 έναντι ζημιών 20,15 εκατ. ευρώ τo 2015.
Τα αποτελέσματα χρήσης 2016 της εταιρείας, όπως και εκείνα της χρήσης 2015, προκύπτουν από την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων. Ορισμένα μεγέθη της χρήσης 2015 επαναδιατυπώθηκαν, λόγω επαναταξινόμησης κονδυλίων.
Τα ενοποιημένα ίδια κεφάλαια της εταιρείας στις 31.12.2016 ενσωμάτωναν υψηλές συσσωρευμένες ζημιές προηγούμενων χρήσεων και ήταν ύψους 50,36 εκατ. ευρώ, ενισχυμένα κατά 1,2% και ίσα προς το 8,8% του συνόλου των απασχολουμένων σε αυτή κεφαλαίων, ύψους 570,21 εκατ. ευρώ.
Τα αναπόσβεστα ενσώματα πάγια στοιχεία της στις 31.12.2016 ανέρχονταν σε 415,37 εκατ. ευρώ, έναντι 415,93 εκατ. ευρώ στις 31.12.2015. Σύμφωνα με τον ορκωτό ελεγκτή λογιστή, κατά παρέκκλιση όσων προβλέπουν σχετικές διατάξεις το 2015 και το 2016 δεν λογίστηκαν πλήρεις αποσβέσεις, με θετικές συνέπειες στα αποτελέσματά της. Οι επενδύσεις της σε ενσώματα και άυλα πάγια στοιχεία το 2016 ήταν ύψους 1,76 εκατ. ευρώ, έναντι 0,58 εκατ. ευρώ το 2015, αν και περιορίστηκαν και πάλι σε επίπεδα απολύτως απαραίτητα για τη συντήρηση των εγκαταστάσεων.
Στις 31.12.2016 ο όμιλος βαρυνόταν με συνολικές τραπεζικές υποχρεώσεις της τάξεως των 340,98 εκατ. ευρώ, στο σύνολό τους βραχυπρόθεσμες και αυξημένες σε ετήσια βάση κατά 0,4%. Εμφάνιζε έντονα αρνητικό κεφάλαιο κίνησης, καθώς η αξία του κυκλοφορούντος ενεργητικού του (152,35 εκατ. ευρώ) ήταν κατά 270,16 εκατ. ευρώ μικρότερη της αξίας των πάσης φύσεως βραχυπρόθεσμων, απαιτητών εντός του επόμενου δωδεκαμήνου υποχρεώσεών του (422,51 εκατ. ευρώ). Τα ταμειακά του διαθέσιμα ήταν ύψους 5,40 εκατ. ευρώ (3,71 εκατ. ευρώ στις 31.12.2015). Επί των παγίων του υφίσταντο προσημειώσεις υποθήκης ποσού 320 εκατ. ευρώ προς εξασφάλιση των ομολογιούχων δανειστών που της είχαν χορηγήσει ομολογιακό δάνειο ύψους 316,70 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2013.
Στα τέλη του 2016 ο όμιλος απασχολούσε 481 εργαζόμενους, έναντι 453 τα τέλη του 2015. Διέθεσε το 2016 για μισθούς και ημερομίσθια του διευθυντικού, διοικητικού και εργατοϋπαλληλικού προσωπικού, καθώς και για συναφείς παροχές, ασφαλιστικές εισφορές και αποζημιώσεις 16,30 εκατ. ευρώ, έναντι 16,57 εκατ. ευρώ το 2015. Για αμοιβές της διοίκησης και των διευθυντικών στελεχών του διέθεσε 1,33 εκατ. ευρώ, έναντι 1,64 εκατ. ευρώ το 2015.
Οι συνολικές πωλήσεις του ομίλου ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ τη χρονική περίοδο 2007-2015, δηλαδή στο διάστημα των δέκα αυτών ετών για τα οποία η εταιρεία έχει συντάξει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, ανήλθαν σε 2,42 δισ. ευρώ. Τα συνολικά αποτελέσματά του προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ήταν ζημιές της τάξεως των 13,6 εκατ. ευρώ, ίσες προς το 0,6% των πωλήσεων και το 0,3% του μέσου όρου των απασχολουμένων κεφαλαίων. Κατά την ίδια περίοδο, το συνολικό αποτέλεσμά του προ φόρων και δικαιωμάτων μειοψηφίας ήταν ζημιές 191,9 εκατ. ευρώ, ενώ το αποτέλεσμα της εταιρείας που αναλογεί στην ίδια, μετά την πρόβλεψη για φόρους και τα δικαιώματα τρίτων, ήταν ζημιές 201,9 εκατ. ευρώ.
Η μητρική εταιρεία ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ, που λειτουργεί βιομηχανίες χαλυβουργικών προϊόντων στο 4ο χλμ. της Εθνικής Οδού Βόλου-Λάρισας στην Α’ ΒΙ.ΠΕ. Βόλου και στο 12ο χλμ. της Εθνικής Οδού Βόλου-Λάρισας στη Β’ ΒΙ.ΠΕ. Βόλου, το 2016 κατέγραψε έσοδα 139,55 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 18,5% ή +21,89 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το 2015 και ίσα προς το 99,4% των ενοποιημένων εσόδων της.
Παρουσίασε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) 11,62 εκατ. ευρώ (ζημιές 0,57 εκατ. ευρώ το 2015), ζημιές προ φόρων 0,10 εκατ. ευρώ (ζημιές 18,62 εκατ. ευρώ το 2015) και μετά την πρόβλεψη για φόρους ζημιές 0,09 εκατ. ευρώ (ζημιές 19,88 εκατ. ευρώ το 2015).
Εδρεύει στην Κηφισιά Αττικής και έχει πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο τον Βασ. Ι. Γκούμα και αντιπρόεδρο τον Δημ. Ι. Λεβέντη. Στα τέλη του 2016 απασχολούσε 460 εργαζόμενους, έναντι 431 τα τέλη του 2015. Διέθεσε το 2016 για μισθούς και ημερομίσθια του διευθυντικού, διοικητικού και εργατοϋπαλληλικού προσωπικού, καθώς και για συναφείς παροχές, ασφαλιστικές εισφορές και αποζημιώσεις 15,59 εκατ. ευρώ, έναντι 15,81 εκατ. ευρώ το 2015. Για αμοιβές της διοίκησης και των διευθυντικών στελεχών της διέθεσε 1,25 εκατ. ευρώ, έναντι 1,55 εκατ. ευρώ το 2015.
Στις 31.12.2016 το πάγιο ενεργητικό της συμπεριελάμβανε συμμετοχές με μερίδια 100% στην κυπριακή εταιρεία χαρτοφυλακίου Evermind Enterprises, 70% στη βουλγαρική εταιρεία εμπορίας μετάλλων Metal Services, 100% στην κυπριακή εταιρεία χαρτοφυλακίου Contalic, 33,3% στη ρουμανική εταιρεία εμπορίας μετάλλων SC Balkan Iron Group και 92,6% στην ελληνική βιομηχανία ανακύκλωσης μετάλλων GreenSteel.
Οι συνολικές πωλήσεις της μητρικής χαλυβουργίας τη χρονική περίοδο 2005-2016, δηλαδή στο διάστημα των δώδεκα αυτών ετών, ανήλθαν σε 3,02 δισ. ευρώ. Τα συνολικά αποτελέσματά της προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ήταν κέρδη 44,1 εκατ. ευρώ, ίσα προς το 1,5% των πωλήσεων και το 0,8% του μέσου όρου των απασχολουμένων κεφαλαίων. Κατά την ίδια περίοδο, το συνολικό αποτέλεσμα της εταιρείας προ φόρων ήταν ζημιές 163,6 εκατ. ευρώ, ενώ το αποτέλεσμά της μετά την πρόβλεψη για φόρους ήταν ζημιές 181,2 εκατ. ευρώ.
Με κριτήριο τα αποτελέσματά της μετά την πρόβλεψη για φόρους η εταιρεία ήταν κερδοφόρος μόνο τις τρεις από τις δώδεκα εξεταζόμενες χρήσεις (2006-2008). Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, τις μεγαλύτερες πωλήσεις, ύψους 476,8 εκατ. ευρώ, κατέγραψε το 2008. Τις μεγαλύτερες ζημιές μετά την πρόβλεψη για φόρους, ύψους 48,8 εκατ. περίπου ευρώ, παρουσίασε το 2011. Τα μεγαλύτερα κέρδη μετά την πρόβλεψη για φόρους, ύψους 21,8 εκατ. ευρώ, παρουσίασε το 2006. Οι πωλήσεις της το 2005, ως άθροισμα των επιχειρήσεων Χαλυβουργία Θεσσαλίας και Ελληνική Χαλυβουργία που συγχωνεύτηκαν το 2006, ήταν της τάξεως των 257,1 εκατ. ευρώ.
Εχει ελεγχθεί από τις φορολογικές αρχές για τις χρήσεις μέχρι αυτή του 2009.
Θεωρεί ότι έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα που την αφορούν για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της και την ανάκαμψή της, αναμένοντας, προφανώς, περαιτέρω χρηματοοικονομική στήριξη από τους πιστωτές της.