Σε talk of the town των τελευταίων ηµερών εξελίσσεται η πώληση της ελληνικής πολυεθνικής των σνακ Chipita αντί 1,5 δισ. δολαρίων στον αµερικανικό κολοσσό Mondelez µε τζίρο 25 δισ. δολαρίων. Ενα γκρουπ που απασχολεί παγκοσµίως 85.000 εργαζοµένους και παράγει οµοειδή προϊόντα µε τον όµιλο που δηµιούργησε ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος.
Μόνο το άκουσµα ότι για ένα ελληνικών (και όχι µόνο) συµφερόντων γκρουπ ετοιµάζονται να προσφέρουν 1,5 δισ. ευρώ, σε περίοδο µάλιστα ύφεσης και δυσπραγίας, αρκούσε για να κινητοποιηθεί το σύνολο της εγχώριας αγοράς.
Αν και σε σχετικό ερώτηµα αναφορικά µε την εξέλιξη των πραγµάτων ο κ. Θεοδωρόπουλος απαντά ότι «η Chipita δεν έχει πουληθεί σε κανέναν πολυεθνικό όµιλο και όλα τα δηµοσιεύµατα δεν ευσταθούν», η αγορά εξακολουθεί να µιλά για τελειωµένο giga deal, για µια συµφωνία που θα αλλάξει τα δεδοµένα και θα δώσει ώθηση όχι µόνο στον ελληνικό όµιλο, αλλά και στην εικόνα της χώρας ως επενδυτικού προορισµού.
Deal διεθνές και όχι ελληνικό
Βέβαια η Chipita εδώ και χρόνια έχει πάψει να θεωρείται αµιγώς «ντόπια» εταιρεία και αποτελεί µια µεγάλη ευρωπαϊκή δύναµη µε πολύ καλές τοποθετήσεις κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη. Αυτό είναι και το κυρίαρχο asset το οποίο ενδιαφέρει τους Αµερικανούς και όχι η τοποθέτησή τους στη χώρα µας, στην οποία εξάλλου διαθέτουν πολυετή παρουσία.
Οι Αµερικανοί επενδυτές, λοιπόν, στην περίπτωση που προχωρήσει η συγκεκριµένη επιχειρηµατική πράξη δεν θέλουν να επενδύσουν χρήµατα στην Ελλάδα, αλλά να επεκταθούν σε αγορές όπου δεν έχουν ισχυρή παρουσία.
Οι περισσότεροι εξάλλου γνωρίζουν ότι η Chipita, αν και διαθέτει σηµαντική παραγωγική δραστηριότητα στη χώρα µας, δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 56 χώρες, µε 19 εργοστάσια σε πολλές γωνιές του πλανήτη, 68 γραµµές παραγωγής και µε διαρκείς επενδύσεις ή εµπορικές τοποθετήσεις σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Πολωνία, η Ρωσία, η Τουρκία, ακόµα και η µακρινή Ινδία, το Μεξικό, η Γκάνα, η Αίγυπτος και η Σαουδική Αραβία (λόγω των µετόχων της οικογένειας Ολαγιάν).
Ολοι γνωρίζουν επίσης ότι, στο πλαίσιο της περαιτέρω διεθνοποίησής του, το γκρουπ επένδυσε σε χορηγία στη Euroleague, µε καµπάνιες στις οποίες πρωταγωνιστές ήταν οι κορυφαίοι µπασκετµπολίστες της ηπείρου µας.
Κάποιοι µάλιστα θεώρησαν τότε ότι αυτού του είδους η επιλογή του Ελληνα επιχειρηµατία ίσως µεταφραζόταν και σε ενδιαφέρον τοποθέτησής του ευρύτερα στον αθλητισµό µε την απόκτηση της ποδοσφαιρικής οµάδας του Παναθηναϊκού, όµως τελικά αυτή η προσπάθεια δεν προχώρησε.
Από την πλευρά της Mondelez, δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι ήδη υπάρχει το know-how εξαγορών στη χώρα µας. Πρόκειται για ένα γκρουπ µε τζίρους στην Ελλάδα όπου στις αρχές της δεκαετίας έφτασαν περίπου στα 215 εκατ. ευρώ, αν και κατόπιν λόγω της κρίσης ακολούθησαν φθίνουσα πορεία. ∆ιαχειρίζεται επιτυχηµένα σήµατα όπως τα Merenda, Lacta, Oreo, Trident, Dentyne, Halls και τα τυριά Philadelphia. Επίσης, είχε συζητηθεί από την εταιρεία και η εξαγορά του σήµατος Παυλίδης. Η Mondelez παλιότερα ήταν γνωστή ως Kraft Foods.
Από το 2012 όµως άλλαξε επωνυµία και σύνθεση περνώντας στη νέα εποχή. Το σίριαλ, πάντως, των επαφών του κ. Θεοδωρόπουλου και των µετόχων της πλειοψηφίας της οικογένειας Ολαγιάν που είναι τοποθετηµένοι στην Chipita κρατάει εδώ και καιρό.
Αρχικές πληροφορίες έφεραν το γκρουπ να έχει επαφές και µε την PepsiCo, όµως η Mondelez προχώρησε πιο δυναµικά. Και αυτό διότι τα προϊόντα και η φιλοσοφία της Chipita είναι συµπληρωµατικά και τη βοηθούν να επεκταθεί προς την Ευρασία, στην οποία το γκρουπ Θεοδωρόπουλου - Ολαγιάν είναι εξαιρετικά τοποθετηµένο.
Σηµαντικό επίσης δεδοµένο είναι ότι η τοποθέτηση της Chipita στα κρουασάν, ένα σνακ που αποτελεί κατηγορία από µόνο του, θα προσφέρει στον µελλοντικό αγοραστή πρόσβαση σε µια νέα αγορά µε µεγάλες προκλήσεις και σηµαντικό καταναλωτικό ενδιαφέρον.
Ενα θερµό καλοκαίρι
Παρά τις διαψεύσεις, πάντως, είναι γνωστό ότι εδώ και καιρό, και κυρίως εντός του καλοκαιριού, διενεργείται λογιστικός έλεγχος από χρηµατοοικονοµικούς και νοµικούς συµβούλους. Σε κάθε περίπτωση, η πιθανή εξαγορά του οµίλου δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Πολλοί θυµούνται ότι και στο παρελθόν ο κ. Θεοδωρόπουλος είχε συµφωνήσει στη συγχώνευση του οµίλου του µε αυτόν της ∆ΕΛΤΑ του κ. ∆ηµήτρη ∆ασκαλόπουλου. Ηταν το 2006, όταν δηµιουργήθηκε η Vivartia, ο µεγαλύτερος ελληνικών συµφερόντων όµιλος τροφίµων και 35ος σε όλη την Ευρώπη. Παρά ταύτα, ο κ. Θεοδωρόπουλος γρήγορα αποχώρησε και επαναγόρασε την εταιρεία του θεωρώντας ότι η Chipita ήταν ένας βιοµηχανικός κολοσσός που έπρεπε να έχει αυτόνοµη πορεία.
Αρκετοί µάλιστα τον θυµούνται να βρίσκεται σε αναµµένα κάρβουνα καθώς πίστευε ότι η πώληση του στέρησε το δηµιούργηµα µιας ολόκληρης ζωής και ήταν πολύ νέος για να αποχωρήσει από τη βιοµηχανική του δραστηριότητα και να «ξεκουραστεί» στα εκατοµµύρια ευρώ που απέκτησε.
Μαζί µε τους πιστούς του συµµάχους, λοιπόν, την οικογένεια Ολαγιάν που για χρόνια βρίσκεται στην Ελλάδα προερχόµενη από τη Σαουδική Αραβία, πήρε πίσω την Chipita το 2010 και την εκτόξευσε. Οι τελευταίοι κατέχουν ποσοστό 80% και ο Ελληνας επιχειρηµατίας 12%, ασκώντας όµως την καθηµερινή διοίκηση και υλοποιώντας τα επενδυτικά του οράµατα µε µεγάλη επιτυχία. Παράλληλα στην Chipita συµµετέχουν µε µικρά ποσοστά σηµαντικοί επιχειρηµατίες. Κύκλοι της αγοράς συνδέουν τις τελευταίες ραγδαίες εξελίξεις µε την προσπάθεια άντλησης κεφαλαίων της Chipita από τις διεθνείς αγορές.
Η πρόσφατη αλλαγή πλάνων και η αναβολή εισόδου της εταιρείας στο Χρηµατιστήριο του Λονδίνου, ως αποτέλεσµα της αστάθειας που παρουσιάζει το επενδυτικό κλίµα λόγω της Τουρκίας και της Ιταλίας, αλλά και εν γένει της αρνητικής πορείας των πιο πρόσφατων εκδόσεων, προβληµάτισαν.
Πιθανή µη εκπλήρωση των στόχων που είχαν τεθεί στον όµιλο που κατέγραψε διψήφια αύξησης πωλήσεων και έσοδα 432,3 εκατ. ευρώ και απέκτησε σηµαντικά νέα assets όπως τη Νίκας θα έδινε άλλου τύπου µηνύµατα από αυτά που θα έπρεπε. Σηµαντικό στοιχείο των όλων εξελίξεων είναι ότι ήδη η οικογένεια Ολαγιάν διατηρεί σχέσεις µε τη Mondelez στον αραβικό κόσµο, ενώ η αµερικανική πολυεθνική εδώ και καιρό τοποθετείται και κινείται στη Σαουδική Αραβία.
Η ιστορία της Chipita
Η Chipita συνοψίζει το απόλυτο ελληνικό βιοµηχανικό success story. Ιδρύθηκε το 1973 από τους αδελφούς Φώντα, Απόστολο και Γιάννη Γαβαλάκη. Τρεις εργολάβους που έψαχναν να τοποθετήσουν τα χρήµατα που κέρδισαν από άλλον κλάδο και στράφηκαν στη βιοµηχανική παραγωγή (γαριδάκια). Μακριά από τις οικοδοµές, νοίκιασαν ένα εργοστάσιο στον Κηφισό στο ύψος του Μοσχάτου και ξεκίνησαν.
Η δουλειά πήγαινε καλά, ώσπου µε απόφαση του υπουργείου Παιδείας τα γαριδάκια εξοστρακίστηκαν από τα κυλικεία των σχολείων, κάτι που ήταν µεγάλο πλήγµα για την εταιρεία.
Σε αυτό το καθοριστικό σηµείο, το 1986, η εταιρεία πέρασε (κατά 50%) στα χέρια ενός δραστήριου νεαρού, του Σπύρου Θεοδωρόπουλου, ο οποίος µε ελάχιστους πόρους αλλά µεγάλη διάθεση επεδίωξε να κάνει πραγµατικότητα τα σχέδιά του για τη δηµιουργία ενός κολοσσού στον κλάδο των σνακ και όχι µόνο.
Η επένδυση στα κρουασάν θα τον εκτοξεύσει, ενώ η βιοµηχανία µετεγκαταστάθηκε στη Λαµία, αλλάζοντας φυσικά και µετοχική σύνθεση, µε τον Ελληνα επιχειρηµατία να αναλαµβάνει την ευθύνη.
Τη δεκαετία του ’90 ξεκίνησε µια πορεία προς την επιτυχία µε την εισαγωγή της Chipita στο χρηµατιστήριο και την ταυτόχρονη επέκτασή της στο εξωτερικό, και µάλιστα σε χώρες όπως το Μεξικό, η Πορτογαλία και η Ισπανία, όπου δύσκολα δραστηριοποιούνταν επιχειρήσεις από την πατρίδα µας.
Η µεγάλη επιτυχία του κ. Θεοδωρόπουλου ήταν η παρουσίαση των κρουασάν 7Days. Από µόνα τους έφεραν επανάσταση, καθώς δηµιούργησαν µια νέα εντελώς προϊοντική κατηγορία, την οποία ουκ ολίγες ελληνικές και ξένες βιοµηχανίες έσπευσαν να υιοθετήσουν και -γιατί όχι;- να κοπιάρουν. Με µάρκες όπως τα 7Days, Molto κρουασάν, Bake Rolls, Τσιπς ή Τυρογαριδάκια Εxtra, ο όµιλος έκανε διαρκείς επιτυχίες.
Το 2000 υπέγραψε συµφωνία µε την PepsiCo για την παραγωγή και διανοµή κρουασάν στη Λατινική Αµερική ενώ το 2004 υπήρξε εξάπλωση στην Αφρική. Μετά τη συγχώνευση µε τη ∆ΕΛΤΑ και την τελική επαναγορά του οµίλου, η πορεία θα είναι ξανά ανοδική χάρη στις σωστές επιλογές του κ. Θεοδωρόπουλου και την κεφαλαιακή στήριξη των Ολαγιάν.
Δημήτρης Μαρκόπουλος (Bussines News)