Ξηλώνεται το πουλόβερ των κόκκινων δανείων του χαλυβουργικού κλάδου που συνολικά ανέρχονται σε 1 δισ. ευρώ, καθώς μετά το επικείμενο κλείσιμο της Χαλυβουργικής των 410 εκ. ευρώ δανείων στις τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς και Alpha που αναζητούν διέξοδο με την πώλησή τους) κι ενώ η πίεση μεγαλώνει για το ξεκαθάρισμα των κόκκινων δανείων, o κλοιός σφίγγει και για την Χαλυβουργία Ελλάδας, της οικογένειας Μάνεσης η οποία διατηρεί ενεργή μόνο τη μονάδα στη Θεσσαλία. Μάλιστα η συγκεκριμένη επιχείρηση, που εδρεύει στο Βελεστίνο, απασχολεί περίπου 400 εργαζόμενους.
Η λύση στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων είναι η πώλησή τους με discount σε funds τα οποία ακολούθως θα αναζητήσουν τον καλύτερο τρόπο απόδοσης της επένδυσής του αναζητώντας επενδυτή ή ρυθμίζοντας το δάνειο με το μέτοχο. Αυτή είναι και η μόνη διέξοδος που βλέπουν οι τράπεζες και για τη Χαλυβουργία Ελλάδας.
Τα δάνεια της Χαλυβουργίας Ελλάδας σήμερα ανέρχονται σε 340 εκατ. ευρώ και η επιχείρηση εδώ και καιρό πληρώνει μόνο τους τόκους, χωρίς να έχει πετύχει ρύθμιση με τις πιστώτριες τράπεζες. Οι διαπραγματεύσεις της Χαλυβουργίας Ελλάδος συμφερόντων της οικογενείας Μάνεση με τις πιστώτριες τράπεζες για την αναδιάρθρωση συνολικού δανεισμού μέσω επιμήκυνσης και περιορισμού του κόστους εξυπηρέτησης και χωρίς νέα κεφάλαια, δεν ευοδώθηκαν και πλέον η μόνη επιλογή είναι η πώληση των δανείων της.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Eurobank που κατέχει 50 εκατ. ευρώ από το συνολικό δανεισμό της εταιρείας πρόκειται να πουλήσει το εν λόγω κόκκινο δάνειο σε fund, εξέλιξη που αναμένεται να φέρει και συνέχεια στην πώληση των υπολοίπων δανείων ή να ανεβάσει τον πήχη των απαιτήσεων για να ολοκληρωθεί η ρύθμιση πιέζοντας τον επιχειρηματία να συμμετάσχει με δικά του κεφάλαια.
Τα προβλήματα άρχισαν το 2011
Για την επιχείρηση της οικογένειας Μάνεση τα προβλήματα δημιουργήθηκαν το 2011 λόγω του ενεργειακού κόστους και των διεθνών εξελίξεων στον κλάδο, και τότε η εταιρεία ζήτησε από τις τράπεζες ομολογιακό δάνειο 265 εκατ. ευρώ για να αναχρηματοδοτήσει μέρος του δανεισμού της. Ο συνολικός δανεισμός ξεπερνούσε τα 200 εκατ. ευρώ και επικεφαλής τέθηκε η Alpha Bank με 140 εκατ. ευρώ, ενώ ακολούθησαν η Πειραιώς με 45 εκατ., η Eurobank με 40 εκατ., η Αττικής με 5 εκατ. και η Proton με 5 εκατ. ευρώ. Παρά την έκδοση του δανείου έκλεισε η μονάδα στον Ασπρόπυργο τον Ιούλιο του 2012 και η εταιρεία έμεινε πρακτικά με τις μικρές μονάδες του Βόλου και του Βελεστίνου.
Το 2013 οι τράπεζες με leader την Alpha Bank και αφού η εταιρεία έχει κλείσει το μεγάλο εργοστάσιο στον Ασπρόπυργο προχωρούν σε νέα αναχρηματοδότηση του ομολογιακού με κοινοπρακτικό (174 εκατ ευρώ η Alpha, 51 εκατ η Πειραιώς, 51 εκατ. η Eurobank, 34 εκατ. η ΕΤΕ και 5 εκατ. η Attica) το οποίο τελικά όμως δεν εξυπηρετήθηκε.
Με δεδομένο ότι μέσα στον επόμενο χρόνο το σύνολο των κόκκινων δανείων πρέπει να έχει μειωθεί στο μισό δεν υπάρχει άλλος χρόνος για αναβολές και θα αναζητηθούν λύσεις. Μετά από δύο χρόνια διαπραγματεύσεις τους επόμενους μήνες θα υπάρξει πίεση για αποφάσεις που θα διευκολυνθούν μέσα από τις πωλήσεις δανείων.
Mόνο οι τρεις μεγαλύτερες χαλυβουργίες, η Xαλυβουργία Eλλάδος της οικογένειας Mάνεση, η Σιδενόρ του ομίλου Στασινόπουλου και η Xαλυβουργική του Kωνσταντίνου Aγγελόπουλου «κουβαλούν» βάρος της τάξεως του 1 δισ. ευρώ περίπου όσον αφορά στα δάνεια.
Οι πιστώτριες τράπεζες ζήτησαν από ανεξάρτητο συμβουλευτικό οίκο, την Alvarez & Marshal, σχετική μελέτη προκειμένου να εκτιμηθούν οι προοπτικές, η βιωσιμότητα του κάθε ομίλου και το συνολικό μοντέλο διαχείρισης του προβλήματος. Η μελέτη προτείνει μεταξύ άλλων η οριστική διακοπή λειτουργίας κάποιων παραγωγικών μονάδων, περαιτέρω ενέργειες ελέγχου των λειτουργικών δαπανών όσων μείνουν ανοικτές, συγχωνεύσεις και είσοδος στρατηγικών επενδυτών που θα μπορούσαν να εισφέρουν χρήματα, αλλά και τεχνογνωσία. Συστήθηκε, όμως, και η αναδιάρθρωση των υποχρεώσεων του κλάδου, δηλαδή «κούρεμα», ώστε να μπορούν να είναι βιώσιμα όποια σχήματα απομείνουν.
Nέο ιστορικό χαμηλό για τη ζήτηση χάλυβα
Στην Eλλάδα η εγχώρια ζήτηση από 2,5 εκατ. τόνους το 2007 έχει υποχωρήσει στους 500.000 τόνους το 2016 λόγω της πτώσης και τελικά της καταβαράθρωσης της οικοδομικής δραστηριότητας, αλλά και της στασιμότητας γύρω από big projects, και το 2017 στους 350.000 τόνους.
Άλλοι 500.000 τόνοι είναι οι εξαγωγές χάλυβα, την ώρα που το capacity των εταιριών είναι περίπου 4 εκατ. τόνοι.
Oι εξαγωγές σίγουρα αποτελούν σημαντική διέξοδο, όμως, τα περιθώρια κέρδους είναι πολύ μικρά για να είναι ανταγωνιστικές στο εξωτερικό οι ελληνικές εταιρίες, αφού οι διεθνείς ανταγωνιστές τους επωφελούνται από χαμηλότερο ενεργειακό κόστος και πολιτικές στήριξης. Επίσης στην Ελλάδα, ακόμη και το σκραπ που απαιτείται για να παραχθεί χάλυβας πρέπει να εισαχθεί, ανεβάζοντας το κόστος παραγωγής.
Για την ελληνική αγορά υπάρχει η ελπίδα ότι με την εκκίνηση μεγάλων έργων, όπως του Eλληνικού, της γραμμής 4 του μετρό, του αεροδρομίου του Kαστελίου στην Kρήτη, των επεκτάσεων των οδικών αξόνων κ.α. μπορεί να «αναθερμανθεί» και ο κλάδος της χαλυβουργίας στην Eλλάδα.
Λ.Ε. thessaliaeconomy.gr με πληροφορίες από mononews.gr