Η μεγάλη αύξηση του κόστους αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων μετά την εκτίναξη των επιτοκίων ανησυχεί τις τράπεζες, που επιχειρούν να προλάβουν νέα γενιά κόκκινων δανείων. Για τον λόγο αυτό προχωρούν στο «πάγωμα» της δόσης των δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια για όλα τα ενήμερα δάνεια, όσα έχουν ρυθμιστεί και εξυπηρετούνται, αλλά και αυτά που είναι σε καθυστέρηση επί 89 ημέρες εφόσον ο οφειλέτης καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά. Η ημερομηνία που θα ισχύσει το «πάγωμα» συζητείται να είναι η 31η Μαρτίου.
Τον εκτροχιασμό των οικογενειακών προϋπολογισμών από την άνοδο του κόστους χρήματος επιχειρούν να προλάβουν οι τράπεζες μέσω του «παγώματος» των κυμαινόμενων επιτοκίων για όλα τα ενήμερα στεγαστικά δάνεια. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και τα δάνεια που έχουν ρυθμιστεί, με την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης τηρεί τη ρύθμιση. Το μέτρο που προωθείται δεν είναι αποτέλεσμα μόνο των πιέσεων που αναμφίβολα ασκεί και η κυβέρνηση λόγω της πολιτικής συγκυρίας, αλλά στοχεύει να βάλει φρένο στην ανεξέλεγκτη αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανείων, που αποτελούν την πιο ευαίσθητη κατηγορία οφειλών και να αποτρέψει τον κίνδυνο δημιουργίας μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων.
Παρά το γεγονός ότι η αύξηση των επιτοκίων δεν έχει επηρεάσει –προς το παρόν τουλάχιστον– τα στεγαστικά δάνεια ύψους 27 δισ. ευρώ (29,8 δισ. μαζί με τα μη εξυπηρετούμενα) που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους οι τράπεζες, ο κίνδυνος είναι υπαρκτός. Τα πρώτα σημάδια επιδείνωσης της ικανότητας εξυπηρέτησης των οφειλών τους αποτυπώνεται στα στεγαστικά δάνεια οφειλετών που έχουν πουληθεί σε funds και γι’ αυτό η συζήτηση για τη σταθεροποίηση των επιτοκίων θα καλύψει, σύμφωνα με πληροφορίες, και τα ρυθμισμένα δάνεια που έχουν φύγει από τις τράπεζες μέσω των τιτλοποιήσεων. Πρόκειται για δάνεια ύψους 21,4 δισ. ευρώ, τα οποία ύστερα από διαδοχικές ρυθμίσεις εξυπηρετούνται ούτως ή άλλως οριακά και σύμφωνα με πληροφορίες κάποια από αυτά έχουν αρχίσει ήδη να υποτροπιάζουν. Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε σε πρόσφατη ομιλία του ο πρόεδρος μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης, της dovalue, Θοδωρής Καλαντώνης, σημειώνοντας ότι «η αύξηση των επιτοκίων είναι σημαντική και ραγδαία». Αν και όπως διευκρίνισε, προς το παρόν «δεν βλέπουμε μαζικές αθετήσεις ρυθμισμένων δανείων, εάν τα επιτόκια συνεχίσουν την ανοδική τάση μπορεί το πρόβλημα να ενταθεί, κυρίως για τα νοικοκυριά».
Ηδη η επιβάρυνση που έχουν υποστεί τα νοικοκυριά μεταφράζεται σε ένα σημαντικό κόστος, που φθάνει τα 1.907 ευρώ τον χρόνο (159 ευρώ τον μήνα) για ένα δάνειο 100.000 ευρώ με διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια, υπολογισμένο με ένα μέσο περιθώριο από την τράπεζα 2,5% και άρα τελικό επιτόκιο 5,5% (euribor 3%+spread 2,5%), ενώ για το ίδιο δάνειο η επιβάρυνση φθάνει τα 2.251 ευρώ τον χρόνο (187,6 ευρώ τον μήνα), εάν το τελικό επιτόκιο φθάσει στο 6%.
Το «πάγωμα» των επιτοκίων θα αφορά όλα τα ενήμερα στεγαστικά δάνεια, αλλά και όσα είναι σε καθυστέρηση έως 89 ημέρες, εφόσον ο οφειλέτης καταβάλλει τα οφειλόμενα ποσά. Η ημερομηνία που θα ισχύσει το «πάγωμα» συζητείται να είναι η 31η Μαρτίου. Αυτό σημαίνει ότι οι όποιες επιβαρύνσεις ισχύσουν από την 31η Μαρτίου και μετά με βάση την εξέλιξη των επιτοκίων, που αποτελούν τη βάση αναφοράς για τα στεγαστικά δάνεια, δεν θα εφαρμοστούν. Το «πάγωμα» αφορά τα ενήμερα στεγαστικά δάνεια που είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο και έχουν βάση αναφοράς είτε το euribor 1 μήνα ή το euribor 3 μηνών είτε το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ ή το libor, βάσει του οποίου υπολογίζεται η δόση των στεγαστικών δανείων σε ελβετικό νόμισμα.
Στόχος είναι να σταθεροποιηθούν για τους 12 προσεχείς μήνες οι δόσεις των δανείων στα επίπεδα του Μαρτίου, χωρίς δηλαδή να υπάρξει περαιτέρω επιβάρυνση από τις νέες αυξήσεις επιτοκίων, που εκτιμάται ότι θα γίνουν το επόμενο διάστημα. Εφόσον η ημερομηνία αναφοράς είναι η 31η Μαρτίου, το euribor 3μήνου θα σταθεροποιηθεί κοντά στο 3% και πάνω σε αυτό κάθε τράπεζα θα υπολογίζει το περιθώριο (spread) που έχει συμφωνηθεί με τον δανειολήπτη και έτσι θα προκύπτει η δόση του δανείου. Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει το προσεχές διάστημα σε δύο τουλάχιστον αυξήσεις επιτοκίων κατά 0,25 η κάθε μία ή 50 μονάδες βάσης συνολικά. Το κόστος του μέτρου σε ό,τι αφορά τα τραπεζικά δάνεια υπολογίζεται με βάση εκτίμηση της Axia στα 146 εκατ. ευρώ, εφόσον οι προσεχείς αυξήσεις επιτοκίων περιοριστούν περίπου στη μισή μονάδα.
Ο ακριβής αριθμός για το πόσα δάνεια θα ενταχθούν στο μέτρο δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Με βάση τα στοιχεία των τραπεζών, το μέσο δάνειο στο συνολικό χαρτοφυλάκιο των 24,5 δισ. ευρώ που έχουν στους ισολογισμούς διαμορφώνεται κοντά στα 70.000 ευρώ ή ακόμη χαμηλότερα, καθώς αρκετοί από τους οφειλέτες που είχαν πάρει δάνειο πριν από την κρίση έχουν αποπληρώσει ένα σημαντικό μέρος της οφειλής τους. Ο υπολογισμός αυτός ανεβάζει τον αριθμό των δανείων που θα επωφεληθούν από το μέτρο του «παγώματος» μεταξύ 380.000540.000, αλλά εφόσον στο μέτρο ενταχθούν και δάνεια που έχουν πωληθεί, ο αριθμός αυτός μπορεί να μεγαλώσει κατά πολύ. Προϋπόθεση είναι να υπάρξει συμφωνία και με τα funds που έχουν αγοράσει τα δάνεια, κάτι που αναμένεται να κριθεί έως την επόμενη εβδομάδα.
Ευγενία Τζώρτζη, Καθημερινή