Στην «τουρ οπερέϊτορ… bank» στρέφονται, πλέον, οι Έλληνες ξενοδόχοι σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσουν τη ρευστότητα που χρειάζονται, αλλά δεν μπορούν να εξασφαλίσουν από το τραπεζικό σύστημα.
Από πρόσφατη έρευνα της Grant Thornton για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΞΕΕ) προκύπτει το αντιφατικό σκηνικό που διαμορφώνεται στο χώρο των ελληνικών ξενοδοχείων. Από τη μια να καταγράφεται γενική βελτίωση του κύκλου εργασιών και των οικονομικών τους αποτελεσμάτων προ φόρων (με εξαίρεση τα ξενοδοχεία 1 και 2 αστεριών), αλλά η ρευστότητά τους να εξαντλείται στην προσπάθειά τους να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους.
Την ίδια στιγμή οι ξενοδόχοι χρειάζονται ρευστότητα για τη συντήρηση, ανακαίνιση ή και αναβάθμιση των μονάδων προκειμένου να παραμείνουν εντός αγοράς, αλλά και για να καλύψουν οφειλές προς προμηθευτές κάθε είδους.
Με τη στρόφιγγα χρηματοδοτήσεων από τις τράπεζες να παραμένει πρακτικά κλειστή για τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων του κλάδου, οι ξενοδόχοι στρέφονται στους τουρ οπερέϊτορ με τους οποίους συνεργάζονται.
Ιδιαίτερα φέτος, οι διαπραγματεύσεις των ξενοδόχων με τους ξένους ταξιδιωτικούς ομίλους για τα συμβόλαια του 2018 φαίνεται πως δεν εξαντλήθηκαν στα παζάρια για τις τιμές. Επεκτάθηκαν, όπως επιβεβαιώνουν επιχειρηματίες του κλάδου, σε ευρύτερες συμφωνίες με αντικείμενο την εξασφάλιση ρευστότητας.
Τα συμβόλαια των ξενοδόχων με τους τουρ οπερέϊτορ για το 2018 (και όχι μόνο) εξελίχθηκαν, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά παράγοντας του χώρου, σε ένα άτυπο… παράλληλο νόμισμα.
Με τους τουρ οπερέϊτορ να προσφέρουν υψηλές προκαταβολές στους ξενοδόχους εξασφαλίζοντας ως αντάλλαγμα «κλειδωμένα» διετή ή τριετή συμβόλαια, με σταθερές ή χαμηλότερες τιμές και τη δέσμευση των ξενοδόχων πως θα υλοποιήσουν προγράμματα ανακαίνισης και θα προσφέρουν αναβαθμισμένο προϊόν στους πελάτες τους.
Με αυτό τον τρόπο, μέσω των αυξημένων ή πιο έγκαιρων προκαταβολών, οι ξενοδόχοι εξασφαλίζουν μεγάλο μέρος της ρευστότητας που χρειάζονται για κεφάλαια κίνησης αλλά και την υλοποίηση έργων συντήρησης, ανακαίνισης ή αναβάθμισης των μονάδων τους. Δημιουργείται, δηλαδή, ένα παράλληλο σύστημα χρηματοδότησης των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων όχι από το επίσημο χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά τους ταξιδιωτικούς ομίλους (τουρ οπερέϊτορ) με τους οποίους συνεργάζονται.
Πρακτική την οποία, άλλοι επιχειρηματίες του χώρου ερμηνεύουν ως ψήφο εμπιστοσύνης των ξένων ομίλων προς τις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού και άλλοι ως μετάθεση των οικονομικών προβλημάτων των ελληνικών ξενοδοχείων στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση αυξάνεται η εξάρτηση των ελληνικών επιχειρήσεων από τους ξένους ομίλους με τους οποίους συνεργάζονται. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διαπραγματευτική τους θέση και τα μελλοντικά οικονομικά τους αποτελέσματα, επισημαίνουν έμπειροι παράγοντες του χώρου.
Στην εξωτραπεζική χρηματοδότηση που εξασφαλίζουν οι ξενοδόχοι, με ανταλλάγματα, από τους τουρ οπερέϊτορ αναφέρθηκε εμμέσως πλην σαφώς ο προεδρεύων (εν όψει εκλογών) της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) Αντώνης Καμπουράκης, μιλώντας στο Euro2day.gr.
«Χωρίς χρηματοδότηση από τράπεζες οι ξενοδόχοι είναι όμηροι μιας τέτοιας ανορθόδοξης αλλά απαραίτητης χρηματοδότησης, τόσο για την αναβάθμιση του προϊόντος τους, αλλά και για την εξασφάλιση ρευστότητας» επεσήμανε για το θέμα ο αντιπρόεδρος του ξενοδοχειακού ομίλου Aldemar Αλέξανδρος Αγγελόπουλος.
«Ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική ξενοδοχία» χαρακτηρίζει την ίδια στιγμή ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Χαλκιδικής Γρηγόρης Τάσιος «την επιθυμία των τουρ οπερέϊτορ της δυτικής Ευρώπης να συνδράμουν έμμεσα, λόγω έλλειψης χρηματοδοτήσεων, τον εκσυγχρονισμό ξενοδοχείων.
Μένει η πολιτεία να λάβει το μήνυμα και να δώσει και αυτή χείρα βοηθείας έτσι ώστε να μην μείνουμε στην συγκυριακή άνοδο των αφίξεων λόγω της γεωπολιτικής κατάστασης. Πρώτα με την κατάργηση του φόρου διαμονής, δεύτερο με στρατηγική βελτίωσης των υποδομών κατά τόπους και τρίτο με τη βελτίωση του φορολογικού πλαισίου».
Η πρακτική αυτή έχει υιοθετηθεί, όπως βεβαιώνουν επιχειρηματίες του χώρου, σε όλη την Ελλάδα, και στην Θεσσαλία φυσικά, αλλά δεν αφορά όλους, ούτε όλες τις περιοχές.
Τη δυνατότητα τέτοιων συμφωνιών, εξηγούν παράγοντες της αγοράς, έχουν μόνο οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που συνεργάζονται συστηματικά με ξένους τουρ οπερέϊτορ και βρίσκονται στους δημοφιλέστερους ελληνικούς προορισμούς. Προορισμούς που αποτελούν προορισμού μαζικού τουρισμού και αντιπροσωπεύουν τους βασικούς «κράχτες» των τουρ οπερέϊτορ για να προσελκύσουν τους πελάτες τους.
Δεν είναι, ωστόσο, ενιαία η τακτική που ακολουθούν οι τουρ οπερέϊτορ. Σύμφωνα με επιχειρηματίες του χώρου. Οι ταξιδιωτικοί όμιλοι από αγορές της δυτικής Ευρώπης δείχνουν να ενδιαφέρονται περισσότερο για «κλειστά» συμβόλαια διετούς διάρκειας αλλά με γνωστά (branded), ιδιαίτερα εμπορικά ξενοδοχεία. Τουρ οπερέϊτορ από τις ανατολικές χώρες την ίδια στιγμή, φέρονται να επιδιώκουν κλειδωμένα συμβόλαια ακόμα και τριετούς διάρκειας, με αντάλλαγμα τις όσο το δυνατόν χαμηλότερες τιμές.
Παναγιώτης Δ. Υφαντής (euro2day.gr)