Μόλις πριν από λίγες ημέρες –σήμερα φαντάζει ως μια άλλη εποχή– ο μεγαλύτερος φόβος των επενδυτών και των διαχειριστών κεφαλαίων ήταν ο εφησυχασμός.

Οι χρηματιστηριακοί δείκτες στις Ηνωμένες Πολιτείες ενισχύονταν λόγω της ευφορίας που είχαν προκαλέσει η φορολογική μεταρρύθμιση και η κατάργηση κανονισμών του προέδρου Τραμπ. Ολες οι μεγάλες οικονομίες του κόσμου αναπτύσσονταν. Το χειρότερο που μπορούσε να συμβεί, διαβεβαίωναν οι άρχοντες του χρήματος, ήταν να αποδυθούν οι επενδυτές σε παράτολμες επενδύσεις αναλαμβάνοντας υπερβολικό ρίσκο, με την πεποίθηση ότι έχουν δαμαστεί οι απειλές της αγοράς.

Οπως αποδεικνύεται, οι απειλές ήταν ήδη παρούσες. Η δεκαετής περίοδος της εύκολης πρόσβασης στο χρήμα, την οποία είχαν δημιουργήσει οι κεντρικές τράπεζες σε Ασία, Ευρώπη και ΗΠΑ, φθάνει στη λήξη της, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο όπου επιχειρήσεις και καθημερινοί άνθρωποι θα πρέπει να πληρώνουν πιο ακριβά για να δανειστούν.

Η συνειδητοποίηση αυτής της νέας και άβολης πραγματικότητας προκάλεσε τις βίαιες διακυμάνσεις σε μετοχές και ομόλογα από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Λονδίνο και το Τόκιο. Οι επενδυτές συμπέραναν ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν ταχύτερα από ό,τι είχαν αρχικά προβλέψει, και αυτό σίγουρα θα συμβεί στις ΗΠΑ και ενδεχομένως σε Ευρώπη και Ασία επίσης. Οπότε αποτραβήχθηκαν από τις μετοχές και τα κεφάλαιά τους τα εμπιστεύθηκαν σε ασφαλέστερα προϊόντα, όπως είναι τα ομόλογα και το ρευστό. Μπορεί, λοιπόν, η ανησυχία να είχε ως σημείο εκκίνησης τις ΗΠΑ, αλλά στη συνέχεια επεκτάθηκε παντού όπου τα χρήματα αλλάζουν χέρια. «Η πορεία της αμερικανικής οικονομίας επηρεάζει σε μέγιστο βαθμό τις οικονομίες του πλανήτη. Οπότε εάν στη συγκεκριμένη αγορά, τη μεγαλύτερη παγκοσμίως, γίνονται μαζικές πωλήσεις, επηρεάζονται οι επενδυτές και γίνονται επιφυλακτικοί στην ανάληψη κινδύνου», επισημαίνει ο Γκαρόβ Σαρόλιγια, διευθυντής διεθνούς μακροοικονομικής στρατηγικής της Oxford Economics στο Λονδίνο. Οσο ο φόβος των επενδυτών ενισχύεται στις ΗΠΑ, τόσο πιθανότερο φαίνεται ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) θα αυξήσει τα επιτόκια πιο γρήγορα από όσο είχε ανακοινώσει η ηγεσία της.

Οι κεντρικές τράπεζες θεωρούνται από τους επενδυτές σοβαροί ενήλικες, που δεν τους αρέσουν τα πάρτι στις αγορές, ασχολούνται αποκλειστικά με την αποτροπή προβλημάτων στην οικονομία. Οταν ξεσπούν κρίσεις, διοχετεύουν χρήμα και κατευνάζουν τον φόβο. Οταν όμως το πάρτι του φθηνού χρήματος τελειώνει, οι οικονομίες αναπτύσσονται τάχιστα και οι μετοχές εκτινάσσονται σε επίπεδα ασύμβατα με τα ίδια τα οικονομικά μεγέθη, έρχονται οι κεντρικοί τραπεζίτες και αυξάνουν τα επιτόκια δανεισμού. Τα υψηλότερα επιτόκια περιορίζουν την κερδοσκοπία. Ο δανεισμός γίνεται ακριβότερος και όσοι κερδοσκοπούν πλέον έχουν λιγότερα περιθώρια κινήσεων. Η ειρωνεία της τύχης είναι πως η πρόσφατη αναστάτωση και νευρικότητα των αγορών οφείλεται σε κάτι που ο κόσμος περίμενε πολύ καιρό: την αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων, εξέλιξη που αναμένεται πως θα οδηγήσει σε ενάρετο κύκλο ενίσχυσης της αμερικανικής οικονομίας και κατ’ επέκταση της παγκόσμιας οικονομίας. Ωστόσο, οι βελτιωμένες αμοιβές των Αμερικανών δίνουν και έναν μήνυμα στους επενδυτές ότι ίσως αναθερμανθεί ο πληθωρισμός, αναγκάζοντας τη Fed να αυξήσει συντομότερα από το αναμενόμενο τα επιτόκια δανεισμού.

PETER S. GOODMAN / THE NEW YORK TIMES