Του Hal Brands (Bloomberg)

Οι δυτικές δυνάμεις σφίγγουν τον κλοιό γύρω από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν: η επόμενη κίνηση φαίνεται ότι θα είναι μια σταδιακή απαγόρευση από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης των αγορών ρωσικού πετρελαίου.

Πρόκειται για σωστή πολιτική, δεδομένου ότι τα χρήματα από το πετρέλαιο χρηματοδοτούν τον πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία και κρατούν ζωντανή τη ρωσική οικονομία. Οι κίνδυνοι, ωστόσο, μπορεί να αποδειχθούν μεγάλοι: οι αναθεωρητικές δυνάμεις έχουν γίνει μερικές φορές πιο βίαιες όταν οι εκστρατείες οικονομικού στραγγαλισμού εναντίον τους πλησιάζουν στο να επιτύχουν τον σκοπό τους.

Το παράδειγμα της μεσοπολεμικής Ιαπωνίας

Το κλασικό παράδειγμα είναι η Ιαπωνία πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Για μια δεκαετία, το Τόκιο επιζητούσε στην πράξη τη δημιουργία μιας τεράστιας αυτοκρατορίας στην Ασία. Είχε ξεκινήσει με στρατιωτική έξαψη, καταλαμβάνοντας τη Μαντζουρία, εισβάλλοντας στην Κίνα και επεκτεινόμενο στη Νοτιοανατολική Ασία.

Οι ΗΠΑ άργησαν αρχικά να απαντήσουν. Τελικώς, ωστόσο, η προσπάθεια της Ιαπωνίας για περιφερειακή κυριαρχία, η βαρβαρότητα των τακτικών της στην Κίνα - βομβαρδισμός πόλεων για την πρόκληση τρόμου, συστηματική δολοφονία αμάχων, χρήση βιολογικών όπλων - έκαναν τους Ιάπωνες εχθρό της Ουάσιγκτον.

Ήδη πλέον το 1940, η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Φράνκλιν Ντ. Ρούζβελτ υποστήριζε οικονομικά την κινεζική κυβέρνηση. Την επόμενη άνοιξη, αμερικανικά πολεμικά αεροσκάφη και Αμερικανοί εθελοντές πιλότοι άρχισαν να φτάνουν στην Κίνα.

Το σημαντικότερο, η Ουάσιγκτον μετέφερε τη μάχη ενάντια στην Ιαπωνία στο οικονομικό πεδίο. Ο Ρούσβελτ περιόρισε αρχικά τις εξαγωγές υλικών σχετιζόμενων με την αεροπλοΐα, βενζίνης υψηλών οκτανίων, σκραπ και άλλων αγαθών  προς το Τόκιο. Μετά την προώθηση των ιαπωνικών δυνάμεων στη νότια Ινδοκίνα στα μέσα του 1941, ο Ρούζβελτ έδωσε το τελικό του χτύπημα: ένα καθολικό εμπάργκο πετρελαίου.

Η Ιαπωνία ήταν ευάλωτη στον οικονομικό εξαναγκασμό. Πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, γράφει ο ιστορικός Waldo Heinrichs, η Ιαπωνία "εισήγαγε το 80% των προϊόντων πετρελαίου της, το 90% της βενζίνης, το 74% του σκραπ και το 60% των μηχανοκίνητων εργαλείων της" από τις ΗΠΑ.

Η διακοπή στις ροές πετρελαίου ήταν ιδιαίτερα καταστροφική. Απείλησε να αφήσει τα πλοία και τα αεροσκάφη της Ιαπωνίας με άδειες δεξαμενές καυσίμων και να οδηγήσει τον πόλεμο στην Κίνα σε ένα ταπεινωτικό - για το Τόκιο - τέλος. Οι Ιάπωνες στρατιωτικοί αξιωματούχοι, έχοντας υποσχεθεί ένδοξες κατακτήσεις, τώρα φοβούνταν ότι η χώρα θα αντιμετώπιζε μια στρατηγική καταστροφή στα χέρια της Αμερικής. Η Ιαπωνία ήταν "σαν ένα ψάρι σε μια λίμνη από την οποία το νερό αποστραγγιζόταν σταδιακά", όπως το έθεσε αργότερα ένας αξιωματούχος του ιαπωνικού Υπουργείου Πολέμου.

Αντί να συνθηκολογήσουν, οι ηγέτες της Ιαπωνίας διακινδύνευσαν τα πάντα, καταλαμβάνοντας αποικίες πλούσιες σε πετρέλαιο στη Νοτιοανατολική Ασία, επιτιθέμενοι σε αμερικανικές και δυτικές κτήσεις σε μεγάλο μέρος της περιφέρειας Ασίας-Ειρηνικού και προσπαθώντας να εξαφανίσουν τον αμερικανικό στόλο στο Περλ Χάρμπορ.

Εκείνη την εποχή, λίγοι Ιάπωνες ηγέτες πίστευαν ότι θα μπορούσαν να νικήσουν την Αμερική σε έναν μακρύ πόλεμο. Ωστόσο, μερικές φορές, ανέφερε ο ισχυρός άνδρας του στρατού Hideki Tojo, "πρέπει κανείς να μαζεύει αρκετό θάρρος, να κλείνει τα μάτια του και να πηδά στο κενό".

Κι ο Πούτιν;

Όπως με κάθε ιστορική αναλογία, είναι σημαντικό να μην υπερβάλουμε όσον αφορά τους παραλληλισμούς με το σήμερα. Το εμπάργκο πετρελαίου και άλλες κυρώσεις οι οποίες είχαν επιβληθεί στην Ιαπωνία ήταν πιο "ακρωτηριαστικές" από τις τιμωρίες που επιβάλλονται στον Πούτιν σήμερα. Και ένας κρίσιμος λόγος για τον οποίο η Ιαπωνία επέλεξε τον πόλεμο το 1941 ήταν ότι είχε ένα δελεαστικό παράθυρο στρατιωτικής ευκαιρίας, επειδή οι ΗΠΑ είχαν αργήσει υπερβολικά πολύ να επανεξοπλιστούν μετά την μείωση των στρατιωτικών τους δαπανών που ακολούθησε τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όπως έδειξαν τα γρήγορα κέρδη της Ιαπωνίας τους μήνες μετά το Περλ Χάρμπορ, το Τόκιο διέθετε - έστω και φευγαλέα - έναν βαθμό στρατιωτικής υπεροχής έναντι της Ουάσινγκτον, τον οποίο ο Πούτιν δεν απολαμβάνει σήμερα.

Ο Ρώσος ηγέτης, ωστόσο, έχει επιλογές για να κάνει τα πράγματα χειρότερα. Θα μπορούσε, όπως προειδοποίησε ο διευθυντής της CIA Μπιλ Μπερνς, να χρησιμοποιήσει τακτικά πυρηνικά όπλα εντός της Ουκρανίας. Ή θα μπορούσε να εξαπολύσει επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, εκστρατείες σαμποτάζ σε υποδομές ή ακόμη και συμβατικά στρατιωτικά πλήγματα εναντίον των χωρών που προμηθεύουν την Ουκρανία με όπλα και "πνίγουν" τη Ρωσία με κυρώσεις.

Η ρητορική η οποία εκπορεύεται από τη Ρωσία έχει γίνει σίγουρα πιο δυσοίωνη, καθώς αρχίζει η συνειδητοποίηση της τρομερά δεινής θέσης της χώρας. Ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ περιέγραψε τη σύγκρουση στην Ουκρανία ως πόλεμο δι’ αντιπροσώπων στον οποίο οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ προσπαθούν να καταστρέψουν τη Ρωσία. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει περιγράψει τη σύγκρουση ως "ιερό πόλεμο".

Η ρωσική κυβέρνηση επικαλείται όλο και περισσότερο τη μνήμη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, δηλαδή μιας μάχης μέχρις εσχάτων για την εθνική επιβίωση. Παίρνοντας κατεύθυνση από τον ίδιο τον Πούτιν, ο οποίος υπαινίσσεται τακτικά την προοπτική μιας πυρηνικής κλιμάκωσης, οι Ρώσοι προπαγανδιστές μιλούν σε τόνους "Αποκάλυψης".

Κίνητρο

Ο ίδιος ο Πούτιν δεν φαίνεται αυτοκτονικός τύπος. Εάν ωστόσο ανησυχεί ότι μπορεί να μην επιβιώσει, πολιτικά ή ακόμη και βιολογικά, από μια στρατιωτική ήττα στην Ουκρανία ή από τον αργό θάνατο της ρωσικής οικονομίας, το κίνητρό του να κλείσει τα μάτια και να πηδήξει στο κενό μπορεί να είναι πράγματι ισχυρό.

Καθώς ο πόλεμος θα συνεχίζεται, οι ΗΠΑ και οι φίλοι τους θα εντείνουν τις κινήσεις οικονομικού πειθαναγκασμού της Ρωσίας, προκειμένου να αυξήσουν το τίμημα το οποίο πληρώνει ο Πούτιν και να του στερήσουν σταδιακά τα μέσα για να συνεχίσει να πολεμά.

Ωστόσο, όσο πιο κοντά πλησιάζουν στην επιτυχία, τόσο περισσότερο θα οξύνουν την επιλογή που θα αντιμετωπίζει ο Πούτιν μεταξύ της αποδοχής μιας ταπεινωτικής ήττας και της έντασης της επιθετικότητάς του, με την ελπίδα να καταφέρει να "κλέψει" τη νίκη.

Capital.gr