Αν στρογγυλοποιήσουμε τα διαθέσιμα στοιχεία, το συμπέρασμα είναι ότι στα δύο πρώτα χρόνια διακυβέρνησης υπό τον κ. Τσίπρα (2015 - 2016) η ένταση στην αύξηση της φορολογίας ήταν διπλάσια εκείνης που επικράτησε στα τέσσερα αρχικά έτη (2011 - 2014). Συγκεκριμένα, ενώ το 2011 το κράτος εισέπραξε ποσά που ισοδυναμούν με το 44% του ΑΕΠ, ανέβηκαν στο 47% το 2014. Ακολούθως, το 2015, το κράτος πήρε το 48,1% του ΑΕΠ και εκτιμάται ότι το κομμάτι αυτό της εθνικής «πίτας» που πηγαίνει στο κράτος θα φτάσει στο 52,4% το 2017 και επομένως ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να ζήσει, να καταναλώσει, να επενδύσει και να αποταμιεύσει με όσα απομείνουν.
Το χειρότερο είναι ότι το βάρος των φόρων που έβαλε ο κ. Τσίπρας ήρθε να προστεθεί πέραν και πάνω από τους ήδη αυξημένους φόρους του πρώτου και δεύτερου μνημονίου μαζεμένους. Σε μεγαλύτερη διάρκεια χρόνου, ενώ το 2008 πήγε στα κρατικά ταμεία το 40% του ΑΕΠ, δέκα χρόνια αργότερα ενθυλακώθηκε πάνω από το 50%. Πρόκειται για αύξηση ταχύτερη από 25% κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί σε καμία χώρα, οποιοδήποτε μέγεθος δημοσιονομικού προβλήματος κι αν χρειάστηκε να αντιμετωπίσει.
Το κακό δεν σταματά εκεί. Το χειρότερο είναι ότι η πίεση ήρθε υπό δύο εξαιρετικά δυσμενείς περιστάσεις. Πρώτον, οι συνεπείς φορολογούμενοι είχαν ήδη εξαντληθεί από το δίδυμο μεγαλύτερων φορολογικών υποχρεώσεων αλλά και συνεπούς πληρωμής παλαιότερων δανειακών υποχρεώσεών τους. Δεύτερον, με την κρίση να μειώνει δραστικά τις ευκαιρίες δημιουργίας νέων εισοδημάτων και με συνεχώς ολιγότερα άτομα πάντοτε όμως από τις ίδιες ομάδες του πληθυσμού να εργάζονται, το αναλογικό βάρος των φόρων αυξήθηκε γεωμετρικά, δηλαδή πολλαπλασίως της ήδη μεγάλης αναλογικής επιβάρυνσης των φόρων στο ΑΕΠ.
Αυτό όμως που κυριολεκτικώς ξεπερνά κάθε λογική είναι ότι το βάρος των νέων φόρων αυξήθηκε ενόσω το 2013 το πρωτογενές έλλειμμα είχε ήδη μειωθεί σε -1% από -10,1% το 2009, ενώ μάλιστα το 2014 είχαμε πλεόνασμα. Επομένως, το δημοσιονομικό χάος, που λύγισε τη χώρα και επέτρεψε την εκδίωξη του κράτους από τις αγορές, δεν υπήρχε όταν ανέλαβε ο κ. Τσίπρας. Εύκολα μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η δημοσιονομική κρίση τελείωσε το 2014 και πως χωρίς την ανερμάτιστη πολιτική του 2015, το επόμενο βήμα αντιμετώπισης του χρέους θα γινόταν σε συνθήκες ανάκαμψης του ΑΕΠ, που είναι και η μόνη πραγματική εγγύηση μακρόπνοης απομείωσης του χρέους.
Μπάμπης Παπαδημητρίου (Καθημερινή)