Του PETER S. GOOGMAN / THE NEW YORK TIMES

Ο κόσμος έχει κατά πάσα πιθανότητα παγιδευτεί σε μια ολέθρια ύφεση εξαιτίας της πανδημίας. Oλο και περισσότεροι φοβούνται ότι η επιβράδυνση θα διαρκέσει περισσότερο και θα είναι πιο εξαντλητική απ’ ό,τι προβλεπόταν αρχικά, καθώς οι κυβερνήσεις παρατείνουν τα περιοριστικά μέτρα στις επιχειρήσεις, προκειμένου να ανακόψουν την επιδημία.

Οσο οι επαφές μεταξύ των ανθρώπων κρίνονται επικίνδυνες, οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να επιστρέψουν στην κανονική τους λειτουργία. Αλλά ακόμη και όταν περιοριστεί ο ιός, ο κόσμος ίσως να προτιμήσει να αποφεύγει τις συναθροίσεις.

Η αιφνίδια ανακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρότατους κραδασμούς στις οικονομίες ανά τον κόσμο και συνεπώς ίσως χρειαστούν πολλά χρόνια για να ανακάμψουν. Οι ζημίες των επιχειρήσεων, εκ των οποίων πολλές φέρουν μεγάλα χρέη, θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια χρηματοπιστωτική κρίση καταστρεπτικών διαστάσεων. Τα χρηματιστήρια έχουν ήδη δείξει πόσο μεγάλη είναι η οικονομική απειλή του κορωνοϊού.

Σε εξαιρετικά δεινή θέση βρίσκονται οι αναπτυσσόμενες οικονομίες, τις οποίες εγκαταλείπουν οι επενδυτές. Ως αποτέλεσμα, τα νομίσματα υποχωρούν, οι τιμές των τροφίμων και καυσίμων αυξάνονται και οι κυβερνήσεις απειλούνται με χρεοκοπία, ενώ παράλληλα ο ιός απειλεί με άμεσο τρόπο τα αδύναμα συστήματα υγείας.

Οι επενδυτές συγκρατούν την αγορά νομισμάτων, πιστεύοντας σε ένα αισιόδοξο σενάριο, ότι η ύφεση θα είναι οδυνηρή αλλά βραχυπρόθεσμη και η παγκόσμια οικονομία θα μπορέσει να ανακάμψει φέτος. Ωστόσο, ακόμη και αν περιοριστεί η πανδημία –κάτι που κανείς δεν ξέρει πότε θα συμβεί–, ο κόσμος που θα αναδυθεί είναι πιθανό πως θα έχει δεχθεί πολλά πλήγματα, γεγονός που θέτει εμπόδια στην ανάκαμψη. Η αύξηση της ανεργίας διογκώνει το κοινωνικό κόστος. Οι μαζικές χρεοκοπίες ενδέχεται να αποδυναμώσουν τη βιομηχανία, η οποία θα στερείται επενδύσεων και καινοτομίας.

Τα νοικοκυριά, προσπαθώντας να αποφύγουν τους κινδύνους, ίσως αρχίσουν να αποταμιεύουν χρήματα. Οι καταναλωτικές δαπάνες συνεισφέρουν περίπου τα δύο τρίτα στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα. Εάν ο φόβος διαρκέσει και οι άνθρωποι αποφεύγουν τα έξοδα, η ανάπτυξη θα υποχωρήσει. «Η ψυχολογία των καταναλωτών δεν πρόκειται απλώς να ανακάμψει. Οι άνθρωποι έχουν υποστεί ένα πραγματικό σοκ. Η ανάκαμψη θα είναι αργή και ορισμένες συνήθειες θα αλλάξουν, εάν όχι για πάντοτε, τότε σίγουρα για ένα μεγάλο διάστημα», δήλωσε ο Τσαρλς Ντούμας, επικεφαλής οικονομολόγος της TS Lombard.

Τα τελευταία χρόνια, η άνοδος των χρηματιστηρίων στις ΗΠΑ αύξησε τις καταναλωτικές δαπάνες. Σήμερα, εκατομμύρια Αμερικανοί έκαναν αίτηση για επίδομα ανεργίας, ενώ τα πλουσιότερα νοικοκυριά επεξεργάζονται τη νέα πραγματικότητα των σημαντικά χαμηλότερων αποταμιεύσεων. Οι Αμερικανοί άρχισαν να αποταμιεύουν μετά την οικονομική ύφεση της δεκαετίας του 1930 και περιόρισαν τον δανεισμό. Αυτό ενδέχεται να επαναληφθεί. «Οι απώλειες στα εισοδήματα και στο εργατικό δυναμικό είναι τεράστια. Η υποχώρηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων είναι επίσης μεγάλη», δήλωσε ο Ντούμας.

Κάθε γωνιά του κόσμου αντιμετωπίζει προβλήματα. Οι ΗΠΑ, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, βρίσκεται ήδη σχεδόν με βεβαιότητα σε ύφεση. Αντίστοιχα και η Ευρώπη, συνεπώς και άλλες σημαντικές οικονομίες, όπως Καναδάς, Ιαπωνία, Νότιος Κορέα, Σιγκαπούρη, Βραζιλία, Αργεντινή και Μεξικό. Η Κίνα, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία, προβλέπεται πως θα αναπτυχθεί μόλις κατά 2% φέτος, σύμφωνα με την TS Lombard.

Εδώ και χρόνια εθεωρείτο ότι η παγκοσμιοποίηση συνοδευόταν από την εγγύηση ότι η διεθνής οικονομία θα μπορέσει να επιβιώσει από μια μαζική καταστροφή.

Εφόσον ένα μέρος της οικονομίας αναπτύσσεται, τότε οι απώλειες θα μπορούσαν να μετριαστούν σε οποιαδήποτε χώρα.  Η παγκόσμια ύφεση που ακολούθησε τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 διέψευσε αυτή τη θεωρία. Η τρέχουσα καταστροφή είναι ακόμη μεγαλύτερη – πρόκειται για μια κρίση η οποία δεν προσφέρει κανένα ασφαλές καταφύγιο.