ΑΝΤΩΝΗΣ ΖΑΪΡΗΣ*
Η παρούσα κατάσταση λόγω COVID-19 στην πραγματική οικονομία είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς έχει πληγεί το σύνολο σχεδόν των λιανεμπορικών επιχειρήσεων που συνιστούν το κεντρικό νευρικό σύστημα της οικονομίας.
Αν θελήσουμε να αποτιμήσουμε τη μέχρι σήμερα κατάσταση με βάση επίσημα στοιχεία ερευνών, αυτή μεσοσταθμικά για την περίοδο του τελευταίου 7μήνου, από την έναρξη δηλαδή του υγειονομικού προβλήματος, καταγράφει στο σύνολο του λιανεμπορίου μείωση τζίρου της τάξης του 27%-30%, ενώ των μεγάλων εμπορικών κέντρων και των πολυκαταστημάτων η πτώση αγγίζει το 50%. Σημειωτέον ότι το 2009 ο τζίρος λιανικής συνολικά ανήλθε στα 44 δισ., για φέτος αντίστοιχα στο κλείσιμο της χρονιάς 2020 αναμένονται απώλειες της τάξης των περίπου 10 δισ. Αν σε αυτό προστεθούν οι απώλειες των 13 δισ. από τα έσοδα του τουρισμού, συμπεριλαμβανομένης της κάθετης μείωσης του τζίρου στην εστίαση, στα περίπου 3 δισ., τότε η συνολική υστέρηση υπολογίζεται σε περίπου 25 δισ. ευρώ. Ο δείκτης επίσης καταναλωτικού κλίματος λιανικής, που αποτυπώνει και τις προσδοκίες σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, κυμαίνεται στις -38 μονάδες, με τον υποδείκτη παρούσας κατάστασης στις -22 μονάδες και τον υποδείκτη προσδοκιών στις -50 μονάδες (περίοδος 9-19 Ιουνίου 2020). Ας ληφθεί, επιπροσθέτως, εδώ υπόψη ότι το συνολικό κόστος της πανδημίας στα τέλη του 2020 εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 50 δισ. ευρώ. Η διαφορά των υπολοίπων 25 δισ. ευρώ αφορά τις δημοσιονομικές παροχές και ελαφρύνσεις της κυβέρνησης σε διάφορους κλάδους της οικονομίας, καθώς και φορολογούμενους πολίτες που έχουν πληγεί (υπό τη μορφή φοροελαφρύνσεων, επιστρεπτέας προκαταβολής, αποζημίωσης ειδικού σκοπού κ.ά.).
Ωστόσο από το καλοκαίρι του 2021 αναμένεται σταδιακή ομαλοποίηση της κατάστασης στην κοινότητα και επιστροφή στην κανονικότητα, με το δεδομένο του ελέγχου της διασποράς του ιού λόγω εμφάνισης και ευρείας χρήσης του εμβολίου. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα έχεις εκτίναξη της ανάπτυξης τύπου V, αντίθετα αυτό που προβλέπεται είναι μια αργόσυρτη τύπου U ανάπτυξη που θα αφορά συγκεκριμένες κατηγορίες λιανεμπορικών επιχειρήσεων, καθώς στην ανάπτυξη τύπου V μπορεί να συνδράμει μόνο ο τουρισμός που έχει δυνατότητες ακαριαίας και αιφνίδιας εκτίναξης.
Μια ρεαλιστική προσέγγιση στην ανάλυση των σχημάτων (formats) λιανεμπορικών επιχειρήσεων που θα επιβιώσουν και υπό μία έννοια θα κυριαρχήσουν την επόμενη μέρα, σχετίζεται, πρώτον, με μεγάλα λιανεμπορικά καταστήματα τύπου flagships (ναυαρχίδες), είτε πρόκειται για εμπορικά κέντρα και λιανεμπορικές αλυσίδες είτε για πολυκαταστήματα που παρέχουν ατμόσφαιρα, εξυπηρέτηση και διασκέδαση με συνδυασμένες αγορές εμπορευμάτων. δεύτερον, με μεγάλα εκπτωτικά καταστήματα που συνδυάζουν ελκυστικές τιμές και περίπατο ψυχαγωγίας και, τρίτον, με τα τοπικά περιφερειακά μικρά εμπορικά καταστήματα τύπου ευκολίας, που έχουν το πλεονέκτημα της τοπικότητας, της εύκολης προσβασιμότητας, της προσωπικής εξυπηρέτησης και των άμεσων αγορών, έστω σε περιορισμένο κωδικολόγιο.
Και όλα αυτά βέβαια σε επίπεδο συμβατικού εμπορικού καταστήματος, καθώς ένα μεγάλο μέρος των εμπορικών συναλλαγών, που θα αγγίξει το 50% τα επόμενα χρόνια, θα συντελείται πλέον online. Οι διαδικτυακές αγορές γνώρισαν αύξηση 300% έως 700% και οι ψηφιακές προκλήσεις αποτελούν βασικό στοιχείο αναγκαστικής προσαρμογής για όλες τις επιχειρήσεις, καθώς σε διαφορετική περίπτωση η παρακμή και το κλείσιμο των μη προσαρμοσμένων θα είναι μονόδρομος.
Μια άλλη αξιοσημείωτη παρατήρηση σχετίζεται με την απασχόληση, η συρρίκνωση της οποίας είτε σε ώρες εργασίας -3% είτε σε άτομα -18% εξαιτίας των νέων μορφών απασχόλησης και εργασίας θα «χτυπήσει» κόκκινο, καθώς επιδρά αρνητικά στο ΑΕΠ της χώρας.
Επιπροσθέτως, όταν λέμε στη λιανική ότι το τοπίο αλλάζει δραματικά, αυτό μεταφράζεται σε αναδιαμόρφωση του επιχειρηματικού ιστού και ανακατανομή των μεριδίων αγοράς προς όφελος των παραγόμενων τριών (3) τύπων κατηγοριών επιχειρήσεων που θα επιβιώσουν καθώς εμφανίζουν υψηλό δείκτη ανθεκτικότητας στην κρίση, ενώ ένα άλλο μεγάλο μέτρο μείωσης του τζίρου θα το υποστούν μοιραία οι επιχειρήσεις λόγω του μειωμένου αγοραστικού διαθέσιμου εισοδήματος και ως συνέπεια αυτού της ελαχιστοποίησης επαναληψιμότητας των αγορών.
Η επόμενη μέρα ωστόσο, όπως συμβαίνει εξάλλου σε κάθε κρίση και η οποία χρονο-προσδιορίζεται στο τέλος της άνοιξης του 2021, προδιαγράφεται ως «δεξαμενή» γένεσης νέων επιχειρηματικών ευκαιριών σε ένα εντελώς νέο τοπίο λιανικής αγοράς, που μοιραία θα ανασυνταχθεί μέσα από τεχνολογικές και ψηφιακές προκλήσεις που θα συνθέσουν τον καμβά αυτής της νέου τύπου επιχειρηματικότητας. Σε αυτό το πεδίο μάχης κάποιες επιχειρήσεις θα ευθυγραμμιστούν και θα το κατανοήσουν εύκολα, ενώ κάποιες άλλες θα κολλήσουν στην εύκολη απόδοση ευθυνών μόνο σε εξωγενείς ή απρόβλεπτους παράγοντες.
Προφανώς η δεύτερη κατηγορία δεν έχει αντιληφθεί ότι οι κρίσεις είναι βασικό και συχνό φαινόμενο της σύγχρονης καπιταλιστικής λειτουργίας της παγκοσμιοποιημένης αγοράς και ως εκ τούτου οι ανήσυχοι και υποψιασμένοι μάνατζερ που αντιλαμβάνονται επερχόμενα γεγονότα και καταστάσεις προετοιμάζονται κατάλληλα και προχωρούν σε νέα φιλόδοξα επενδυτικά σχέδια, ενώ οι μη ανήσυχοι εφησυχάζουν και μένουν θεατές των εξελίξεων και των αλλαγών που συντελούνται, δίχως όμως τη συμμετοχή τους, καθώς δεν κρίνεται αυτή τη φορά απαραίτητη. Εχει ήδη παρέλθει ο χρόνος!
* Ο κ. Αντώνης Ζαΐρης είναι αναπληρωτής αντιπρόεδρος ΣΕΛΠΕ, επίκ. καθηγητής Πανεπιστημίου Νεάπολις, Πάφος. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή.