Microsoft, Google, Amazon επενδύουν σε αντιδραστήρες για να καλύψουν τις µεγάλες ενεργειακές ανάγκες της AI
Υποσχέθηκαν να µεριµνήσουν για να περιορίσουν τους ρύπους από την παραγωγή τους, ότι µέχρι το 2030 οι δραστηριότητές τους θα έχουν απαλλαγεί από τις εκποµπές καυσαερίων και γενικώς ότι θα συνδράµουν στην παγκόσµια προσπάθεια για την αντιµετώπιση της κλιµατικής κρίσης. Και επένδυσαν µεγάλα κεφάλαια σε αιολική και ηλιακή ενέργεια. Ολα αυτά όµως όταν δεν είχε ακόµη εκτοξευθεί η εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνητής νοηµοσύνης και η ακόρεστη ανάγκη των κέντρων δεδοµένων για ενέργεια. Και τα πράγµατα άλλαξαν άρδην για τους τεχνολογικούς κολοσσούς, Microsoft, Google, Amazon, που έχουν αποδυθεί σε αγώνα δρόµου για να αναπτύξουν εις το έπακρον τις δυνατότητές τους στην τεχνητή νοηµοσύνη και σε έναν πυρετώδη ανταγωνισµό που κλιµακώνεται την τελευταία διετία από την εµφάνιση των εφαρµογών τύπου ChatGPT.
Τα ιδιαιτέρως ενεργοβόρα κέντρα δεδοµένων και η νέα τεχνολογία της τεχνητής νοηµοσύνης, κατά ορισµένους οικονοµολόγους και καινούργια «φούσκα», φέρνουν τους τεχνολογικούς κολοσσούς ενώπιον δυσεπίλυτου διλήµµατος, καθώς η κλιµατική κρίση επιταχύνεται και επισπεύδεται η παγκόσµια προσπάθεια για την πράσινη µετάβαση µε αποτέλεσµα να αυξάνονται οι πιέσεις να µειώσουν τους ρύπους τους. Επί του παρόντος, η µόνη πρόσφορη λύση είναι η πυρηνική ενέργεια, η µόνη που, όπως έχουν παραδεχθεί τόσο παράγοντες της αγοράς όσο και οι ίδιοι οι επικεφαλής τους, µπορεί να τροφοδοτεί τα κέντρα δεδοµένων και τις δραστηριότητες τεχνητής νοηµοσύνης αδιάκοπα, 24 ώρες το 24ωρο, και παράλληλα να µην εκπέµπει καυσαέρια. Και έτσι, ενώ η πυρηνική ενέργεια παραµένει άκρως αµφιλεγόµενη, ενώ διχάζει τους Ευρωπαίους αξιωµατούχους που αναζητούν λύσεις για τη µετάβαση στην πράσινη οικονοµία, ενώ προβληµατίζει αρχές και εµπνέει ανησυχία στις κοινωνίες, οι τεχνολογικοί κολοσσοί στρέφονται σε αυτήν χωρίς πολλές αναστολές και αντί να επενδύουν πλέον σε φωτοβολταϊκά, τοποθετούν τα κεφάλαιά τους σε αντιδραστήρες και κλείνουν συµφωνίες µε εταιρείες του κλάδου.
Μέσα στην εβδοµάδα, η Google ανακοίνωσε ότι έκλεισε συµφωνία µε τη νεοφυή εταιρεία Kairos Power, που αναπτύσσει τους λεγόµενους αρθρωτούς πυρηνικούς αντιδραστήρες και θα τροφοδοτεί τα κέντρα δεδοµένων του κολοσσού µε πυρηνική ενέργεια. Η συµφωνία προβλέπει ειδικότερα πως ο πρώτος αντιδραστήρας νέου τύπου που θα τροφοδοτεί τα κέντρα δεδοµένων της Google θα λειτουργεί µέχρι το 2030 και στη συνέχεια θα ακολουθήσουν άλλοι της ίδιας εταιρείας. Η συµφωνία της Google µε
την Kairos ανακοινώθηκε σχεδόν ταυτοχρόνως µε την απόφαση της Amazon για τη θεαµατική επένδυσή της των 500 εκατ. δολ. στην Dominion Energy µε σκοπό την ανάπτυξη µικρού πυρηνικού αντιδραστήρα κοντά στον πυρηνικό σταθµό της εταιρείας. Είχε προηγηθεί τον περασµένο µήνα η Microsoft που υπέγραψε συµφωνία µε την αµερικανική ενεργειακή Constellation για την αποκατάσταση και επαναφορά σε λειτουργία ενός προβληµατικού αντιδραστήρα των ΗΠΑ στη µονάδα πυρηνικής ενέργειας µε
Μέσα στην εβδοµάδα, η Google έκλεισε συµφωνία µε τη νεοφυή εταιρεία Kairos Power, που αναπτύσσει αρθρωτούς πυρηνικούς αντιδραστήρες.
το τοπωνύµιο Three Mile Island στην Πενσιλβάνια. Πρόκειται για έναν αντιδραστήρα που γνώρισε αρνητική δηµοσιότητα εξαιτίας ατυχούς συµβάντος το 1979, όταν η απώλεια ψυκτικού νερού σε ελαττωµατική βαλβίδα προκάλεσε υπερθέρµανση του αντιδραστήρα και διά της βίας αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
Ενεργοβόρα τα data centers
Υπό µία έννοια η στροφή των τεχνολογικών κολοσσών προς τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας ήταν αναπόφευκτη. Για να καταλάβει κανείς πού έχει φτάσει η τεχνητή νοηµοσύνη τις ενεργειακές ανάγκες των κέντρων δεδοµένων πρέπει να λάβει υπόψη µια εντυπωσιακή διαπίστωση της ∆ιεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας: για ένα ερώτηµα στην περίφηµη πλέον εφαρµογή ChatGPT χρειάζεται σχεδόν 10 φορές περισσότερη ενέργεια από όση µια αναζήτηση στο Ιντερνετ µέσω Google. Για την ακρίβεια χρειάζεται 2,9 βατώρες ηλεκτρικής ενέργειας όταν η αναζήτηση µέσω Google χρειάζεται µόνο 0,3.
Η Goldman Sachs, που έχει παρουσιάσει τρεις εκθέσεις για την κατανάλωση ενέργειας και τη συµβολή των νέων τεχνολογιών στην εκτόξευσή της, έχει επισηµάνει πως για αρκετά χρόνια η ζήτηση για ενέργεια από τα κέντρα δεδοµένων ήταν εντυπωσιακά σταθερή παρά την αύξηση των εργασιών τους. Τώρα, όµως, εκτιµά πως θα εκτοξευθεί κατά τουλάχιστον 160% µέχρι το τέλος της δεκαετίας και ο λόγος είναι η επιτάχυνση που έχει λάβει η τεχνητή νοηµοσύνη. Υπολογίζει συγκεκριµένα πως µέχρι το 2028, όταν δηλαδή θα έχει ήδη καταγραφεί θεαµατική αύξηση της χρήσης ενέργειας από τα κέντρα δεδοµένων, η τεχνητή νοηµοσύνη θα αντιπροσωπεύει περίπου το 19% της κατανάλωσής τους. Η Goldman Sachs υπογραµµίζει ιδιαιτέρως ότι οι εργασίες των κέντρων δεδοµένων, όπως επεξεργασία δεδοµένων, αποθήκευση δεδοµένων, λειτουργία των σέρβερ, τριπλασιάστηκαν από το 2015 έως το 2019 αλλά η ζήτηση για ενέργεια από τα κέντρα δεδοµένων παρέµεινε περίπου σταθερή στο ίδιο διάστηµα και συγκεκριµένα στις 200 τεραβατώρες ανά έτος. Ο λόγος ήταν ότι τα κέντρα δεδοµένων έκαναν αποτελεσµατική χρήση της ενέργειας που κατανάλωναν. Αυτό όµως άλλαξε. Από το 2020 και µετά, δεν κάνουν πλέον αποτελεσµατική χρήση και καταναλώνουν όλο και περισσότερη ενέργεια.
Σύµφωνα µε τις πιο πρόσφατες εκτιµήσεις του τραπεζικού κολοσσού, προς το παρόν τα κέντρα δεδοµένων αντιπροσωπεύουν από 1% έως 2% της κατανάλωσης ενέργειας, αλλά µέχρι το τέλος της δεκαετίας το ποσοστό αυτό θα έχει εκτοξευθεί τουλάχιστον στο 3% µε 4%. Ετσι σε Ευρώπη και ΗΠΑ θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας που θα επιταχύνει την αύξηση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Και στο µεταξύ, βέβαια, οι εκποµπές καυσαερίων από τα κέντρα δεδοµένων µπορεί να έχουν διπλασιασθεί µέχρι το τέλος της δεκαετίας σε σύγκριση µε τα επίπεδα του 2022. Οπως τονίζει η Goldman Sachs, το «κοινωνικό κόστος» αυτών των εκποµπών καυσαερίων θα φτάσει κάπου ανάµεσα στα 125 και τα 140 δισ. δολ. µε τις σηµερινές αξίες. Πάντως, οι τεχνολογικοί κολοσσοί επιλέγουν να επικαλούνται τις ευεργετικές εφαρµογές της τεχνητής νοηµοσύνης καθώς εκτιµούν ότι η νέα τεχνολογία θα επιταχύνει την καινοτοµία σε τοµείς ζωτικούς για την κοινωνία, όπως οι υπηρεσίες υγείας, η γεωργία, η παιδεία, ή ακόµη και στις τεχνολογίες για τη µείωση των εκποµπών καυσαερίων.
Ρουμπίνα Σπαθή, Καθημερινή