Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε χθες, όπως αναμενόταν, να αφήσει αμετάβλητα τα επιτόκια, κηρύσσοντας την παύση ενός ανοδικού σερί 15 μηνών, εν αναμονή των εξελίξεων στο μέτωπο του πληθωρισμού, αλλά και της οικονομίας.
Οπως διευκρίνισε, εξάλλου, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού της συμβουλίου στην Αθήνα, τα επιτόκια θα παραμείνουν σε περιοριστικά επίπεδα για αρκετό διάστημα ακόμη. Μάλιστα δεν απέκλεισε να υπάρξει και νέα αύξηση, καθώς όλα θα εξαρτηθούν από τα δεδομένα, όπως είπε. Η ίδια τοποθέτησε, εξάλλου, στο άγνωστο μέλλον το ενδεχόμενο μείωσής τους. Μια τέτοια συζήτηση «είναι πολύ πρόωρη», είπε.
«Η σημερινή απόφαση είναι ότι κάνουμε παύση», τόνισε χαρακτηριστικά. «Κάποιες φορές η μη δράση είναι δράση. Η απόφαση παύσης έχει νόημα».
Σημειώνεται ότι η άνοδος των επιτοκίων κατά 4,5 ποσοστιαίες μονάδες από τον Ιούλιο του 2022 τα έχει διαμορφώσει πλέον στο επίπεδο του 4%.
Κατά την κ. Λαγκάρντ, οι αυξήσεις αυτές ξεκάθαρα έχουν επίπτωση στην οικονομία, κυρίως συγκρατώντας τον τραπεζικό δανεισμό.
«Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να αναμένεται ότι θα μείνει πολύ υψηλός για πολύ», είπε η κ. Λαγκάρντ, εξηγώντας την απόφαση της ΕΚΤ. «Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός έπεσε σημαντικά τον Σεπτέμβριο λόγω και των ισχυρών επιδράσεων της βάσης σύγκρισης, και οι περισσότεροι δείκτες μέτρησης του υποκείμενου πληθωρισμού συνέχισαν να εξασθενούν. Οι προηγούμενες αυξήσεις επιτοκίων μας συνεχίζουν να μεταδίδονται στις χρηματοδοτικές συνθήκες. Αυτό συγκρατεί τη ζήτηση όλο και περισσότερο και βοηθάει στη μείωση του πληθωρισμού».
«Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%», συνέχισε, εξηγώντας ότι «εφόσον διατηρηθούν για επαρκώς μεγάλη διάρκεια» στο επίπεδο που βρίσκονται σήμερα, τα επιτόκια θα συνεισφέρουν στον στόχο αυτό. «Οι μελλοντικές μας αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια θα βρίσκονται σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο είναι απαραίτητο».
Στο φόντο και των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, η κ. Λαγκάρντ εκτίμησε ότι «η οικονομία πιθανότατα θα παραμείνει αδύναμη για το υπόλοιπο της χρονιάς». Η ίδια πρόσθεσε, πάντως, ότι «καθώς πέφτει ο πληθωρισμός ανακάμπτουν τα εισοδήματα των νοικοκυριών και ενισχύεται η ζήτηση για εξαγωγές από την Ευρωζώνη».
«Τα ελληνικά ομόλογα είναι πλέον επιλέξιμα από την ΕΚΤ», ανακοίνωσε εξάλλου η κ. Λαγκάρντ, απαντώντας σε σχετική ερώτηση με αφορμή την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας. Η εξαίρεση, το waiver, που εφαρμοζόταν έως τώρα για να μπορεί η ΕΚΤ να δέχεται ελληνικά ομόλογα, παρότι δεν ανήκαν σε επενδυτική βαθμίδα, «δεν έχει πλέον σημασία, δεν χρειάζεται», είπε. Η ίδια θύμισε ότι αυτή τη στιγμή το μόνο ενεργό πρόγραμμα της ΕΚΤ είναι το PEPP (που εφαρμόστηκε για την πανδημία), στο πλαίσιο του οποίου γίνονται επανεπενδύσεις σε ομόλογα με τα έσοδα από τίτλους που έχουν λήξει, ενώ για το μόνιμο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, το ΑΡΡ, έχει λήξει η περίοδος επανεπένδυσης.
Με την ευκαιρία, η κ. Λαγκάρντ μίλησε για άλλη μια φορά χθες στη συνέντευξη Τύπου με ενθουσιασμό για την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας, λέγοντας ότι οι επιδόσεις της στην ανάπτυξη είναι συγκριτικά με άλλες χώρες πολύ καλύτερες και το ΑΕΠ της έχει επιστρέψει σε επίπεδα υψηλότερα από τα προ πανδημίας.
Στο σημείο αυτό ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έβαλε και τη διάσταση των περαιτέρω βημάτων, τα οποία χρειάζεται να γίνουν. Ενώ συμφώνησε με την επικεφαλής της ΕΚΤ ότι «συνολικά μιλάμε για ένα success story», ο κεντρικός τραπεζίτης είπε ότι «χρειάζονται ακόμη να γίνουν πολλά έως ότου επιστρέψουμε στα επίπεδα αξιολόγησης Α+», που είχε η Ελλάδα προ κρίσης.
Σε ερώτηση σχετικά με τη μεγάλη διαφορά επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων που υπάρχει στην Ελλάδα, η κ. Λαγκάρντ είπε ότι δεν είναι αρμοδιότητα της ΕΚΤ, η οποία απλώς ορίζει τα επιτόκια. Από εκεί και πέρα είναι θέμα των αρχών, των τραπεζών και των καταναλωτών, παρατήρησε, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα παρατηρείται και σε άλλες χώρες.
Η κ. Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι στη χθεσινή συνεδρίαση δεν συζητήθηκε το θέμα της λήξης των επανεπενδύσεων του ΡΕΡΡ, ούτε αυτό της αύξησης των υποχρεωτικών αποθεματικών που τηρούν οι τράπεζες στην ΕΚΤ, που είχαν συζητηθεί το προηγούμενο διάστημα. Η απόφαση για τα επιτόκια, εξάλλου, ήταν ομόφωνη, είπε.
Ειρήνη Χρυσολωρά, Καθημερινή
Φωτογραφία Eurokininisi