Το 2022 θα είναι ένα έτος εκτόξευσης για την ανάπτυξη της Ελλάδας με «όπλο» την εισροή των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, εκτιμούν οι αναλυτές της HSBC και της Deutsche Bank.
Πολύ χαμηλά θέτουν τον πήχυ για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας φέτος οι αναλυτές της HSBC και της Deutsche Bank, προβλέποντας ωστόσο, όπως και η πλειονότητα των διεθνών οίκων, ότι το 2022 θα είναι ένα έτος εκτόξευσης για την ανάπτυξη της Ελλάδας με «όπλο» την εισροή των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πιο αναλυτικά, στο 2,2% τοποθετεί την ανάπτυξη της Ελλάδας φέτος η HSBC από 3% που προέβλεπε, ενώ αναβαθμίζει στο 6% από 5,5% την εκτίμησή της για το 2022. Και η Deutsche Bank αναμένει... χαμηλές πτήσεις στην ελληνική οικονομία φέτος, καθώς εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 2% που θα είναι η δεύτερη πιο αργή διεθνώς μετά το 1,5% της Ολλανδίας. Αντίθετα, και η γερμανική τράπεζα αναμένει πως το 2022 η ελληνική οικονομία θα εκτοξευθεί και θα «τρέξει» με ρυθμούς της τάξης του 6,1% που θα είναι οι υψηλότεροι διεθνώς μετά τους αντίστοιχους της Ισπανίας (7,4%).
Σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό μέτωπο, η Deutsche Bank εκτιμά πως το δημοσιονομικό έλλειμμα θα επιμείνει κατά τα επόμενα δύο χρόνια, και από έλλειμμα 9,6% του ΑΕΠ το 2020, θα κλείσει στο 7,2% του ΑΕΠ φέτος και το 2022 στο 7,4% του ΑΕΠ. Ελλειμματικό θα παραμείνει και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, με το έλλειμμα να κινείται στο 5,4% φέτος και στο 4,2% το 2022.
Συγκριτικά, σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη η HSBC αναμένει ότι η ανάπτυξη φέτος θα κινηθεί στο 3,6% και το 2022 στο 4%, ενώ η Deutsche Bank την τοποθετεί στο 4,6% το 2021 και στο 4,8% το επόμενο έτος. Το Ταμείο Ανάκαμψης το οποίο αναμένεται να ενεργοποιηθεί στο β΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, εκτιμάται
ότι θα είναι το μεγάλο όπλο για τις οικονομίες της Ευρωζώνης στρώνοντας το έδαφος για ένα ισχυρό οικονομικά 2022. Αυτή άλλωστε είναι και η βασική υπόθεση της γερμανικής τράπεζας πίσω από τις προβλέψεις που δίνει για την πορεία του ΑΕΠ φέτος και το 2022. Οπως προειδοποιεί, η καθυστέρηση των εκταμιεύσεων από το Ταμείο θα μπορούσε να επιφέρει σημαντικό «χτύπημα» στην ανάκαμψη των οικονομιών της Ευρωζώνης.
Κατά την Deutsche Bank πάντως, αν και το Ταμείο Ανάκαμψης είναι ένα κρίσιμο βήμα, ωστόσο η Ευρωζώνη πρέπει να κάνει πολύ περισσότερα, καθώς δύσκολα θα μπορέσει να κλείσει το μεγάλο επενδυτικό κενό ύψους 1,7 τρισ. ευρώ που είχε όταν ξέσπασε η πανδημία, μετά και τις υπο-επενδύσεις των τελευταίων 15 ετών. Το μέγεθος του σοκ της πανδημίας, σε συνδυασμό με το μεγάλο επενδυτικό κενό, δείχνει πως οι αυξημένες και στοχευμένες δημόσιες επενδυτικές δαπάνες είναι αναγκαίες, όπως τονίζει.
Ο δύσκολος συνδυασμός
Για να μπορέσει το Ταμείο να καλύψει αυτό το χάσμα, θα πρέπει, όπως τονίζει, να υπάρξει ένας πολύ δύσκολος συνδυασμός των εξής σημαντικών προϋποθέσεων:
1. Ολοι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης (και τα 750 δισ. ευρώ) θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν, συμπεριλαμβανομένων των δανείων RRF ύψους 360 δισ. ευρώ, με τις ενδείξεις μέχρι στιγμής να δείχνουν ότι οι χώρες είναι κάπως διστακτικές για τη χρήση των δανείων.
2. Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές πρέπει να είναι τόσο υψηλοί όσο υποδηλώνουν οι επίσημες εκτιμήσεις, και για να γίνει αυτό θα πρέπει η νομισματική αλλά και η δημοσιονομική πολιτική να παραμείνουν ευνοϊκές για μεγάλο διάστημα ακόμη.
3. Οι τράπεζες πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν τις ιδιωτικές επενδύσεις, με τον κίνδυνο αύξησης των πτωχεύσεων των εταιρειών λόγω της πανδημίας, που θα χτυπήσουν τους ισολογισμούς των τραπεζών, να θέτει σημαντικά εμπόδια σε αυτό.
Προϋπόθεση, να μην καθυστερήσουν οι εκταμιεύσεις των κοινοτικών πόρων.
Ελευθερία Κουρταλή Καθημερινή