H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα µείωσε χθες τα επιτόκια κατά 0,25 µονάδες, για πρώτη φορά ύστερα από σχεδόν πέντε χρόνια. Η απόφαση αυτή επηρεάζει θετικά ιδίως όσους έχουν επιχειρηµατικά δάνεια. Το κυµαινόµενο επιτόκιο των παλαιών στεγαστικών δανείων είναι «παγωµένο» έτσι κι αλλιώς έως τον Μάιο του 2025 στα επίπεδα του Μαρτίου του 2023, ενώ τα νέα στεγαστικά έχουν κυρίως σταθερό επιτόκιο. Ελάφρυνση θα δουν και όσοι έχουν καταναλωτικό δάνειο, αλλά θα είναι ανεπαίσθητη, καθώς τα επιτόκια αυτής της κατηγορίας δανείων είναι υψηλά και η µείωση που αποφασίστηκε χθες είναι µικρή. Σε ό,τι αφορά τους καταθέτες, δεν πρόκειται να δουν άµεσα αλλαγή, αφού έτσι κι αλλιώς οι τράπεζες πέρασαν µικρό µέρος της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ στις καταθέσεις. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δεν ανέλαβε καµία δέσµευση ως προς τις επόµενες κινήσεις της.
Αργή αναµένεται ότι θα είναι η αποκλιµάκωση των επιτοκίων δανεισµού, αλλά και των επιτοκίων στις καταθέσεις από τις εµπορικές τράπεζες, οι οποίες αναµένουν τις επόµενες κινήσεις της ΕΚΤ για να καθορίσουν την τιµολογιακή πολιτική τους. Η πρώτη µείωση κατά 25 µονάδες βάσης, που ανακοίνωσε χθες η ΕΚΤ, θα αποτυπωθεί κατά κύριο λόγο στα επιχειρηµατικά δάνεια που συνδέονται απευθείας µε το euribor, που ακολουθεί την πτωτική πορεία του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ και λιγότερο στα δάνεια προς τα νοικοκυριά. Η πρώτη, πάντως, από το 2019 µείωση του βασικού επιτοκίου από την κεντρική τράπεζα δίνει σήµα στις τράπεζες ώστε να προετοιµαστούν για την έναρξη των µειώσεων, αλλά όπως εξηγούν τραπεζικές πηγές, µια ουσιαστική υποχώρηση του κόστους δανεισµού θα αποτυπωθεί τους επόµενους µήνες, εφόσον η ΕΚΤ προχωρήσει και σε νέες µειώσεις. Η πολιτική «αδράνειας», όπως τη χαρακτηρίζουν, έχει να κάνει µε συγκεκριµένες ιδιαιτερότητες των όρων δανεισµού στη χώρα µας για ορισµένες κατηγορίες όπως:
Στεγαστικά
α. Το 90% των νέων εκταµιεύσεων είναι µε σταθερό επιτόκιο, το οποίο δεν συνδέεται µε αυτό της EKT ή του euribor και άρα δεν επηρεάζεται. Τα επιτόκια αυτής της κατηγορίας είναι σήµερα χαµηλά και ξεκινούν από 2,90 (ή 2,50% για τα ειδικά προγράµµατα για νέους) για σταθερή περίοδο των πρώτων 3 ετών και φθάνουν έως και 4,90% για µεγάλες διάρκειες έως 30 έτη. Μετά τη σταθερή διάρκεια, το δάνειο επιβαρύνεται µε κυµαινόµενο επιτόκιο που συνδέεται µε το euribor, που διαµορφώνεται σήµερα στο 3,75% και έχει πτωτική τάση, αλλά η µείωση αυτή θα φανεί µετά τη λήξη της σταθερής περιόδου. Οσα νέα στεγαστικά δάνεια είναι εξαρχής µε κυµαινόµενο επιτόκιο –πρόκειται για το 10%, περίπου, των νέων εκταµιεύσεων– θα δουν τη µείωση του 0,25 άµεσα.
Τα παλιά στεγαστικά δάνεια, δηλαδή αυτά που δόθηκαν πριν από το 2022 και είναι µε κυµαινόµενο επιτόκιο, έχουν «παγώσει» στα επίπεδα του Μαρτίου του 2023, δηλαδή µεταξύ 2,70%2,85% εφόσον το επιτόκιο αναφοράς είναι το euribor ή στο 3,30% εάν το επιτόκιο αναφοράς είναι αυτό της ΕΚΤ. Με δεδοµένο ότι το euribor διαµορφώνεται τώρα στο 3,75% και το επιτόκιο αναφοράς που αποφάσισε η ΕΚΤ είναι σήµερα 4,25%, τα επιτόκια αυτά είναι φθηνότερα από τα επίσηµα επιτόκια βάσης και άρα δεν µεταβάλλονται. Να σηµειωθεί ότι στα επιτόκια βάσης η τράπεζα εφαρµόζει και το περιθώριο κέρδους της, που είναι κοντά στο 2% και άρα το τελικό κόστος γι’ αυτά τα δάνεια διαµορφώνεται µεταξύ 4,80% και 5,30%.
Επιχειρηµατικά
Τα περισσότερα νέα επιχειρηµατικά δάνεια –µε εξαίρεση αυτά του Ταµείου Ανάκαµψης– έχουν ως βάση αναφοράς το euribor και έτσι η µείωση κατά 0,25 θα αποτυπωθεί άµεσα. Το ίδιο ισχύει και για τα δάνεια που συνδέονται µε ειδικά προγράµµατα, π.χ. της ΕΤΕΠ ή της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, τα οποία εκτός από την προνοµιακή τιµολόγησή τους λόγω της εγγύησης ή της επιδότησης επιτοκίου είναι κυµαινόµενα, συνδεδεµένα µε το euribor.
Καταναλωτικά
Εφόσον δεν είναι µε σταθερό επιτόκιο συνδέονται µε το euribor ή το επιτόκιο της ΕΚΤ, ανάλογα µε την πολιτική κάθε τράπεζας, η οποία προσθέτει σε αυτό και το περιθώριο κέρδους της. Ετσι η µείωση µπορεί να αποτυπωθεί άµεσα στο τελικό επιτόκιο, αλλά µε δεδοµένο ότι τα κυµαινόµενα επιτόκια στα καταναλωτικά δάνεια είναι σήµερα πάνω από 10%, η διαφορά στη δόση θα είναι ανεπαίσθητη. Στην περίπτωση που ένα καταναλωτικό δάνειο είναι µε υποθήκη, το τελικό επιτόκιο έχει ως βάση αναφοράς συνήθως το επιτόκιο της ΕΚΤ και έτσι τα δάνεια αυτά θα γίνονται φθηνότερα κάθε φορά που µειώνονται τα επιτόκια της ΕΚΤ.
Καταθέσεις
Στις καταθέσεις, οι ελληνικές τράπεζες έχουν περάσει µικρό µέρος των υψηλών επιτοκίων που ίσχυαν µέχρι σήµερα και συγκεκριµένα κάτω από το µισό, περίπου, της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ. Το µέσο επιτόκιο των προθεσµιακών καταθέσεων είναι κοντά στο 1,80%, όταν το επιτόκιο της ΕΚΤ ήταν 4,5% (πλέον 4,25%) και άρα το ενδεχόµενο να «προτρέξουν» οι τράπεζες µε αφορµή την πρώτη µείωση της ΕΚΤ θα ήταν παράδοξη κίνηση. Με δεδοµένο, ωστόσο, ότι οι τράπεζες είναι φειδωλές στις αποδόσεις των καταθέσεων, το σίγουρο είναι ότι θα αναµένουν την επόµενη κίνηση της ΕΚΤ πριν «πειράξουν» τα, ούτως ή άλλως, χαµηλά επιτόκια.
Ελευθερία Κουρταλή, Καθημερινή