Ή πραγματική ανάπτυξη είχε μεγαλύτερη συνεισφορά από τον πληθωρισμό στη μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, σύμφωνα με την Oxford Economics. Η διαπίστωση αυτή διαφοροποιείται από την αντίστοιχη εκτίμηση του ΔΝΤ στην ανοιξιάτικη έκθεσή του, που ανέφερε μεγαλύτερη συνεισφορά του πληθωρισμού.
Γεγονός είναι ότι η Ελλάδα, με τη βοήθεια των δύο αυτών «δυνάμεων», σημείωσε μακράν τη μεγαλύτερη μείωση χρέους. Σύμφωνα με την Oxford Economics, μεταξύ του τέλους του 2020 και του 2022, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ υποχώρησε κατά 34,4 ποσοστιαίες μονάδες, από το 207% στο 172,6% του ΑΕΠ. Ακολουθούν, με μεγάλη διαφορά, η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Ισπανία και το Βέλγιο.
Η μεγάλη αυτή μείωση ήταν αποτέλεσμα της ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ (δηλαδή πραγματικής ανάπτυξης και πληθωρισμού) που επέδρασε θετικά, σε συνδυασμό με τις πληρωμές τόκων και τα πρωτογενή ελλείμματα που επέδρασαν αρνητικά.
Οπως αναφέρει στην «Καθημερινή» ο Ντάνιελ Κραλ, lead economist της Oxford Economics, τα πρωτογενή ελλείμματα της συγκεκριμένης περιόδου προσέθεσαν 4,4 ποσοστιαίες μονάδες στο δημόσιο χρέος. Στην αντίθετη κατεύθυνση, η διαφορά μεταξύ ονομαστικής ανάπτυξης και πληρωμών τόκων, το λεγόμενο snowball effect, αφαίρεσε 38,8 ποσοστιαίες μονάδες. Αναλύοντας το snowball effect, o κ. Κραλ υπολογίζει
ότι οι πληρωμές τόκων πρόσθεσαν 4,5 ποσοστιαίες μονάδες στο χρέος, ενώ η πραγματική ανάπτυξη αφαίρεσε 26 και ο πληθωρισμός αφαίρεσε επίσης 17,3 ποσοστιαίες μονάδες. Το ΔΝΤ υπολόγιζε, σύμφωνα με το Fiscal Monitor του περασμένου Απριλίου, ότι η μείωση του χρέους περίπου κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μεταξύ 2021 και 2022 οφείλεται σχεδόν εξίσου σε πληθωρισμό και ανάπτυξη, με τον πρώτο να έχει ελαφρώς μεγαλύτερη συμμετοχή.
Από την άλλη πλευρά, το χρέος σε ονομαστικούς όρους ακολουθεί συνεχώς ανοδική πορεία. Σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού, από 341,6 δισ. ευρώ που ήταν το 2020 αυξήθηκε σε 353,8 δισ. ευρώ το 2021, 356,6 δισ. ευρώ το 2022 και προβλέπεται να είναι 357 δισ. ευρώ στο τέλος της φετινής χρονιάς και 358 δισ. ευρώ το 2024.
Επίσης, βεβαίως, παραμένει με διαφορά το υψηλότερο μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, παρότι υπολογίζεται ότι από το 2026 τα αρνητικά πρωτεία θα πάρει η Ιταλία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της
Ελλάδος, η καθοδική πορεία του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια. Από 172,6% του ΑΕΠ το 2022 θα υποχωρήσει σε 165,1% φέτος και στη συνέχεια θα πέσει στο 152,9% του ΑΕΠ το 2024 και στο 144,7% το 2025. Επομένως, θα υποχωρήσει άλλες 27,9 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2022 και 2025. Ανάλογες είναι και οι προβλέψεις που περιείχε το Πρόγραμμα Σταθερότητας, το οποίο υπέβαλε η κυβέρνηση στην Κομισιόν τον περασμένο Απρίλιο.
Από τώρα και στο εξής, πάντως, κινητήριες δυνάμεις της μείωσης δεν θα είναι τόσο ο πληθωρισμός, ο οποίος προβλέπεται να υποχωρήσει, αλλά η πραγματική ανάπτυξη και τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ειρήνη Χρυσολωρά, Καθημερινή