Eντυπωσιακή άνοδο κατά 16,2% σημείωσε το ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγουμένου έτους, επιταχύνοντας την ανάκτηση του χαμένου, λόγω κορωνοϊού, εδάφους, αλλά και προσφέροντας πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο στην κυβέρνηση για φοροελαφρύνσεις το 2022.
Η κυβέρνηση οδηγείται σε αναθεώρηση της πολύ μετριοπαθούς πρόβλεψής της για ανάπτυξη 3,6% φέτος, αφού –όπως δήλωσε και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας– για το πρώτο εξάμηνο του 2021 ο ρυθμός μεγέθυνσης διαμορφώνεται πλέον περίπου στο 7%. «Επιβεβαιώνεται συνεπώς η ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Ανάκαμψη η οποία είναι μάλιστα ισχυρότερη έναντι των αρχικών προβλέψεων», δήλωσε ο κ. Σταϊκούρας. Σύμφωνα με πηγές του οικονομικού επιτελείου, για κάθε πρόσθετη μονάδα ΑΕΠ τα έσοδα του κράτους αυξάνονται κατά μισή μονάδα, κάτι που δείχνει το μέγεθος του πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου. Ετσι, μια αναθεώρηση π.χ. κατά δύο μονάδες προσθέτει έσοδα της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα εξαντληθεί το όποιο περιθώριο στο σύνολό του, δίνει αέρα στον πρωθυπουργό να προχωρήσει στη ΔΕΘ σε ελαφρύνσεις, έστω και προσωρινού χαρακτήρα.
Οι αναλυτές στις τράπεζες αναθεωρούν κι αυτοί προς τα πάνω τις εκτιμήσεις τους και τοποθετούν από χθες τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης για φέτος μεταξύ 6% και 7,5%. Αντίστοιχα, συγκρατούνται ελαφρώς οι προβλέψεις για την επόμενη χρονιά, αφού η ανάκαμψη φαίνεται να έρχεται νωρίτερα.
Με το ποσοστό της αύξησης του δευτέρου τριμήνου, το ΑΕΠ ξεπέρασε το αντίστοιχο επίπεδο προ πανδημίας (βλ. γράφημα). «Η ελληνική οικονομία», δήλωσε σε tweet o πρωθυπουργός, «παρουσίασε ανάπτυξη κατά 16,2% σε ετήσια βάση το β΄ τρίμηνο, ξεπερνώντας τις προσδοκίες. Ακόμη και σε μια περίοδο με μερικά lockdowns, το τριμηνιαίο ΑΕΠ είναι ήδη πάνω από τα επίπεδα πριν από την πανδημία. Παραμένουμε συγκεντρωμένοι σε μεταρρυθμίσεις που παρέχουν ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και αυξάνουν το βιοτικό επίπεδο για όλους».
Οι αναλυτές των τραπεζών εκτιμούν ότι η επιστροφή στα επίπεδα του 2019, συνολικά, μπορεί πλέον να τοποθετείται κάπου μεταξύ του τέλους της φετινής χρονιάς στην καλύτερη περίπτωση και του β΄ τριμήνου του 2022 στη χειρότερη, πολύ νωρίτερα από τις προηγούμενες εκτιμήσεις που την τοποθετούσαν στο τέλος του 2022 ή και αρχές του 2023. Η άνοδος του δευτέρου τριμήνου ήταν πάνω από το αναμενόμενο και πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., αλλά συμβατή με αυτή άλλων ευρωπαϊκών χωρών, που είχαν υποστεί αντίστοιχα βαριά πλήγματα το 2020. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύθηκαν χθες, η Ελλάδα είχε το δεύτερο τρίμηνο την 6η υψηλότερη ανάπτυξη στην Ε.Ε. Προηγούνται Ιρλανδία (21,1%), Ισπανία (19,8%), Γαλλία (18,7%), Ιταλία (17,3%), Ουγγαρία (17,7%), ενώ κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη η αύξηση του ΑΕΠ ήταν 14,3% και στην Ε.Ε. 13,8%.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι όλες οι παράμετροι του ΑΕΠ συμμετείχαν στην αύξηση: η καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 12,1% (εκ της οποίας των νοικοκυριών κατά 13,2% και της γενικής κυβέρνησης κατά 16,1%), οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου κατά 12,9%, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 22,6%, αλλά και οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 22,5%.
Οπως επισημαίνουν, όμως, κάποιοι αναλυτές, την αύξηση οδήγησε κυρίως η κατανάλωση που επέστρεψε –και μάλιστα δυναμικότερα από το αναμενόμενο– μετά το lockdown, χάρη και στη συσσώρευση αποταμιεύσεων. Οι επενδύσεις είναι κυρίως αποθέματα.
Ειρήνη Χρυσολωρά Καθημερινή