Μέσα στον Μάρτιο αναμένεται να ανακοινώσει η ΕΚΤ την απόφασή της για την παράταση της αποδοχής των ελληνικών ομολόγων ως εγγύησης για την παροχή ρευστότητας (waiver). Οι υπάρχουσες ενδείξεις είναι θετικές και όλα δείχνουν ότι η ΕΚΤ θα στείλει το μήνυμα που αναμένουν τόσο οι αγορές όσο και οι οίκοι αξιολόγησης για την έμπρακτη στήριξη της ελληνικής οικονομίας. Τραπεζικοί αναλυτές τονίζουν στην «Κ» ότι η διατήρηση του waiver είναι πολύ πιο σημαντική από τις όποιες αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Από την πλευρά του ο διοικητής της ΤΤΕ, Γ. Στουρνάρας, υποστηρίζει ότι είναι αυτονόητο πως όσο αγοράζονται τα ελληνικά ομόλογα κάτω από οποιοδήποτε πρόγραμμα, γίνονται αποδεκτά ως collateral.

Η παράταση της ειδικής εξαίρεσης ή waiver, που είχε δώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Απρίλιο του 2020 έτσι ώστε να γίνονται αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση (collateral) για τις πράξεις χρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος –και η οποία λήγει τον Ιούνιο του 2022– βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων της Kεντρικής Tράπεζας. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής», αν και δεν έχει ληφθεί ακόμα κάποια απόφαση, όλα δείχνουν πως τα θετικά νέα για την Ελλάδα θα ανακοινωθούν εγκαίρως, πιθανώς μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 10 Μαρτίου και ίσως και εντός του μηνός. Αυτό θα αποτελέσει σημαντικό καταλύτη για τα ελληνικά ομόλογα αλλά και για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους.

Αν και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έχει δηλώσει στην «Καθημερινή» ότι η παράταση του προγράμματος επανεπενδύσεων του PEPP που αποφάσισε η ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με το οποίο ουσιαστικά θα συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα έως το τέλος του 2024 τουλάχιστον, σημαίνει αυτόματα πως θα παραταθεί και το waiver, ωστόσο η ΕΚΤ δεν έχει προβεί ακόμα σε κάποια επίσημη ρητή δήλωση. «Είναι αυτονόητο, όσο αγοράζονται τα ελληνικά ομόλογα κάτω από οποιοδήποτε πρόγραμμα, γίνονται αποδεκτά ως collateral», είχε επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Οι αγορές πάντως φαίνεται να ζητούν περισσότερη σαφήνεια από την Κεντρική Τράπεζα, με τραπεζικές πηγές να σημειώνουν στην «Κ» πως η διατήρηση του waiver είναι πολύ πιο σημαντική από τις όποιες αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. «Είναι σημαντικό να ξέρει κάποιος που αγοράζει ελληνικά ομόλογα ότι μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να τα ανταλλάξει στην ΕΚΤ και να λάβει ρευστότητα σε κόστος ίδιο με αυτό των άλλων χωρών», επισημαίνουν.

Αλλωστε, σύμφωνα με αναλυτές, ένας λόγος πίσω από τις ισχυρές πιέσεις που δέχονται τα ελληνικά ομόλογα το τελευταίο διάστημα –εκτός από το γεγονός του ότι δεν κατέχουν επενδυτική βαθμίδα και ότι η Ελλάδα έχει πολύ υψηλό χρέος– είναι ότι το waiver λήγει σύντομα και η ΕΚΤ δεν έχει «θίξει» επίσημα το θέμα κατά τις δύο τελευταίες της συνεδριάσεις (Δεκέμβριος και Ιανουάριος), όπου ουσιαστικά χαρτογράφησε την πορεία της πολιτικής της μετά το τέλος του έκτακτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης τον Μάρτιο. Σημειώνεται πως η απόδοση του ελληνικού 10ετούς κινείται στο 2,65%, με το spread να διαμορφώνεται σε υψηλά σχεδόν δύο ετών και στις 238 μονάδες βάσης, από 100 μ.β. που ήταν τον Αύγουστο, όταν η απόδοση του 10ετούς σημείωνε ιστορικά χαμηλά (0,55%).

Οπως επισημαίνει ο Φάμπιο Μπαλμπόνι, οικονομολόγος της HSBC, οι αυξανόμενες αποδόσεις υποδηλώνουν επίσης ότι ορισμένοι επενδυτές έχουν ερωτήματα σχετικά με τα εργαλεία της ΕΚΤ για τη στήριξη της Ελλάδας πέρα από το PEPP, το οποίο λήγει τον Μάρτιο. «Η λήξη του waiver τον Ιούνιο και οι λιγότερο γενναιόδωροι όροι για τα φθηνά μακροπρόθεσμα δάνεια TLTRO, επίσης συμβάλλουν σε κάποια αστάθεια στις αγορές και απαιτείται σαφήνεια από την ΕΚΤ σε αυτό το μέτωπο, καθώς θα μπορούσε να καταλήξει στην επιτάχυνση τις μετατόπισης αυτών των υψηλότερων αποδόσεων των ομολόγων, στα ελληνικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις», όπως τονίζει ο Μπαλμπόνι.

Επιπλέον, εκτός από τη διατήρηση του waiver, χρειάζεται περισσότερη σαφήνεια και για το πρόγραμμα επανεπενδύσεων. «Αν και είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η ΕΚΤ έχει δημιουργήσει μια συγκεκριμένη εξαίρεση για την Ελλάδα σε ό,τι αφορά τα reinvestments, το εργαλείο ευελιξίας επανεπενδύσεων εξακολουθεί να χρειάζεται να λάβει σάρκα και οστά. Ως έχει, η εφαρμογή του φαίνεται πολύ περιορισμένη, γεγονός που θα μπορούσε να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία του και να οδηγήσει τους επενδυτές να τεστάρουν αυτή τη νέα στήριξη, που μπορεί να αποτελεί ακόμη έναν από τους λόγους πίσω από τη διεύρυνση των spreads που βλέπουμε στην Ελλάδα και γενικότερα στην περιφέρεια», προσθέτει ο οικονομολόγος.

Ελευθερία Κουρταλή Καθημερινή