Μπορεί η Ελλάδα να βγαίνει από τη στενωπό των προγραμμάτων διάσωσης, αλλά για τις αγορές δεν φαίνεται να αποτελεί σημαντικό γεγονός, δεν υπάρχει κανένας ενθουσιασμός, και αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην πορεία της αγοράς των ελληνικών ομολόγων. Αντί οι επενδυτές να βάλουν στο ραντάρ τους ελληνικούς τίτλους, επιλέγουν να τους αποφύγουν, με την απόδοση του 10ετούς να κινείται πάνω από το 4,3%, γεγονός που εξηγεί και την εγκατάλειψη από πλευράς ελληνικής κυβέρνηση των όποιων σχεδίων για νέα έξοδο στις αγορές, αλλά και υπογραμμίζει την έντονη επιφυλακτικότητα που υπάρχει για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η ενισχυμένη εποπτεία δεν σημαίνει αυτόματα και την επιστροφή της Ελλάδας στις επενδυτικές στρατηγικές των funds, αφού όπως δείχνουν τα πράγματα η χώρα απέχει πολύ από την κανονικότητα.
Στις μεγάλες προκλήσεις και στην οδύσσεια της Ελλάδας μετά το τέλος των μνημονίων επικεντρώνονται τις τελευταίες ημέρες τα διεθνή μέσα, με τόσο το Reuters όσο και τον Economist να επισημαίνουν πως αν και υπάρχουν ενδείξεις ανάκαμψης, τα προβλήματα παραμένουν.
«Η Ελλάδα βγαίνει από τον δημοσιονομικό ζουρλομανδύα που της επέβαλαν οι πιστωτές. Αν και η Αθήνα είναι πλέον πιο ήρεμη –οι αφίξεις τουριστών αυξήθηκαν κατά 16,8% το πρώτο πεντάμηνο του έτους– η χώρα θα αντιμετωπίζει τα αποτελέσματα της λιτότητας για πολλά ακόμη χρόνια», αναφέρει το Reuters, ενώ προσθέτει πως περαιτέρω περικοπές στις συντάξεις είναι καθ’ οδόν και η Ελλάδα είναι αναγκασμένη σε πλεονάσματα για πολλά χρόνια. Από το 2010 που ξέσπασε η ελληνική κρίση χρέους, τέσσερις διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν προσπαθήσει να αποφύγουν μια χρεοκοπία της χώρας, στηριζόμενες στο μεγαλύτερο σχέδιο διάσωσης της Ιστορίας. Καθώς η Αθήνα τώρα προσδοκά την επιστροφή στην ομαλότητα και την ανάκτηση της οικονομικής της κυριαρχίας, τα τραύματα παραμένουν, οι τράπεζες έχουν φορτωθεί τεράστια κόκκινα δάνεια και το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εξακολουθεί να παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη, ανερχόμενο στο 180% του ΑΕΠ της. Ωστόσο, σημειώνει το Reuters, διαφαίνονται κάποιες αχτίδες φωτός.
Η οικονομία, ύστερα από σωρευτική συρρίκνωση 26%, έχει αρχίσει δειλά δειλά να ανακάμπτει, ο τουρισμός έχει απογειωθεί και η ανεργία έχει αρχίσει να υποχωρεί φτάνοντας στο 19,5% από το 28% που έχει αγγίξει στην καρδιά της κρίσης. Ωστόσο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παραμένει σε σκεπτικισμό κάνοντας λόγο για «εξωτερικούς και εγχώριους καθοδικούς κινδύνους» και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, καταλήγει το πρακτορείο.
Από την πλευρά του, ο Economist επισημαίνει πως υπάρχουν πράγματι ενδείξεις ανάκαμψης, κυρίως από τον μεγάλο αριθμό τουριστών που συρρέει στα ελληνικά νησιά. Η ανάπτυξη έχει επιστρέψει, αν και μάταια, καθώς οι πληγές παραμένουν παντού. Οπως οι Ελληνες γνωρίζουν πολύ καλά, έπειτα από τη μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων και τη σχεδόν 25% υποχώρηση του ΑΕΠ από το 2008, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για success story, τονίζει χαρακτηριστικά. Η Ελλάδα δημιούργησε τα δικά της προβλήματα, αλλά ήταν σε μεγάλο βαθμό θεατής, καθώς οι «λύσεις» επιβλήθηκαν από άλλους, αναφέρει το περιοδικό. Οι κανόνες των προγραμμάτων διάσωσής της αντικατόπτριζαν την εγκατάσταση της απόλυτης λιτότητας ως επίσημου δόγματος της Eυρωζώνης. Και ήταν το θύμα της κακής πολιτικής καθώς και της πολιτικής εξουσίας.
Ωστόσο, οι προβλέψεις για την ανάκαμψή της αποδείχθηκαν αμείλικτα αισιόδοξες, καθώς η λιτότητα που εφαρμόστηκε στη χώρα προκάλεσε, όπως ήταν εντελώς προβλέψιμο, την εμβάθυνση της ύφεσης και καθιστούσε τα χρέη της όλο και πιο αδύνατο να αποπληρωθούν. Οπως τονίζει ο Economist, τώρα που η Ελλάδα έχει απομείνει με ανεπαρκείς δημόσιες υπηρεσίες, πολύ υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, αδύναμα θεσμικά όργανα και άθλια δημογραφικά στοιχεία, θα πρέπει να πετυχαίνει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες.
Καθημερινή