Η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Γαλαξίας, (εταιρεία ΠΕΝΤΕ ΑΕ) αποτελεί case study για πολλούς λόγους. Ο πιο σημαντικός, πέρα φυσικά από το ότι έχει μηδενικό τραπεζικό δανεισμό, ταμείο 58 εκατ. ευρώ 159 καταστήματα, -77 είναι ιδιόκτητα-, η πολυμετοχική της κουλτούρα.
Αυτό αποτελεί σίγουρα το πιο ενδιαφέρον στοιχείο για μια επιχείρηση που επιχειρεί όχι μόνο στην Ελλάδα, πόσο μάλλον στην Ελλάδα, όπου οι διενέξεις μεταξύ των μετόχων και δη μεταξύ συγγενικών προσώπων γίνονται πρωτοσέλιδα ή φθάνουν ακόμη και στις αίθουσες των δικαστηρίων.
Κι όμως εδώ και κοντά μισό αιώνα, -σ.σ. η εταιρεία ιδρύθηκε το μακρινό 1971 όταν πέντε φίλοι, με "κουμπαρά” 300.000 δραχμές αποφάσισαν να ιδρύσουν το πρώτο κατάστημα-, οι 197 μέτοχοί της έχουν καταφέρει να λειτουργήσουν ενωμένοι.
Εξίσου ενδιαφέρον έχει και το μοντέλο των καταστημάτων της, το οποίο δεν μοιάζει με αυτά της νέας γενιάς των ανταγωνιστριών της. Τα περισσότερα εξ αυτών έχουν μείνει δύο ίσως και τρεις δεκαετίες πίσω, σε ό,τι αφορά ατην εικόνα, ωστόσο διατηρεί πιστούς πελάτες, καλές σχέσεις με τους προμηθευτές, ανταγωνιστικές τιμές και παραμένει μια από τις πλέον ελκυστικές, λόγω και του δικτύου και του ταμείου της, αλυσίδες για τους ανταγωνιστές της. Οι μετοχοί της έχουν γίνει αποδέκτες κρούσεων για εξαγορά ή συνεργασία.
Παρ’ όλα αυτά, ή εξαιτίας όλων αυτών και κυρίως του γεγονότος ότι η αλυσίδα δεν έχει προχωρήσει σε πλειοδοσία εξαγορών, συγχωνεύσεων και συνεργασιών, έχει παραμείνει για κάποιους "στάσιμη”.
Πέρυσι ο τζίρος της μειώθηκε κατά 6,79% στα 449,969 εκατ. ευρώ, όταν στη χρήση του 2016 είχε πιάσει τα 519 εκατ. ευρώ. Δηλαδή μέσα σε μια τριετία έχασε 70 εκατ. ευρώ. Τα κέρδη προ φόρων της υποχώρησαν στα 12,802 εκατ. ευρώ σημειώνοντας πτώση 29,9% ενώ 31% κάτω ήταν τα καθαρά μετά φόρων κέρδη της τα οποία διαμορφώθηκαν στα 8,810 εκατ. ευρώ.
Την πορεία αυτή η διοίκησή της τη θεωρεί εύλογη και αποδεικνύει, σύμφωνα με την ίδια, σταθερότητα στα χρηματοοικονομικά στοιχεία της σε ένα πολύ έντονο οικονομικό περιβάλλον ειδικά του κλάδου των Super Market.
Εν αντιθέσει με τις πωλήσεις και τα κέρδη τα ταμειακά της διαθέσιμα την περασμένη χρήση αυξήθηκαν στα 58,418 εκατ. ευρώ από 55,386 εκατ. ευρώ που ήταν το 2017 ενώ ο αριθμός του απασχολούμενου προσωπικού της έφθασε τα 4.881 άτομα όταν στη χρήση του 2017 ήταν 4.740 άτομα.
Πάντως ο ορκωτός ελεγκτής εκφράζει γνώμη με επιφύλαξη στο γεγονός ότι η εταιρεία δεν έχει σχηματίσει πρόβλεψη για την αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία. Την 31η Δεκεμβρίου το συνολικό ύψος της μη σχηματισθείσας πρόβλεψης ανέρχονταν στα 14,924 εκατ. ευρώ με συνέπεια μεταξύ των άλλων η καθαρή θέση αυξημένη κατ’ αντίστοιχο ποσό και τα αποτελέσματα του 2018 και του 2017 αυξημένα κατά 904.000 ευρώ και 14.020 ευρώ αντίστοιχα.
Ενώ εφιστά την προσοχή σε δύο ακόμη θέματα. Πρώτον το 2008 επιβλήθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο φόρος ανάκτησης αποθεματικού Ν.3220/04 ποσού 2.365.403 ευρώ, κατά του οποίου η εταιρεία έκανε προσφυγή. Η τελική έκβαση της προσφυγής αυτής δεν μπορεί να προβλεφθεί και, ως εκ τούτου, δεν έχει σχηματιστεί πρόβλεψη στις οικονομικές καταστάσεις.
Και δεύτερον στις 3/5/2017 καταλογίστηκαν με οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού διαφορές φορολογικού ελέγχου ύψους 3.019.703,86 ευρώ για τα έτη 2008 έως και 2010.
Η εταιρεία σχημάτισε στη χρήση 2016 πρόβλεψη για 219.976,95 ευρώ που αφορά το έτος 2010 ενώ δεν έχει σχηματίσει σχετική πρόβλεψη για την ενδεχόμενη υποχρέωση των υπολοίπων πρόσθετων φόρων και των προσαυξήσεων που καταλογίστηκαν για τα έτη 2008 και 2009 του συγκεκριμένου φορολογικού ελέγχου συνολικού ποσού 2.799.726,91 ευρώ αφού κατέθεσε σχετική προσφυγή κατά των παραπάνω πράξεων προσδιορισμού.
Η τελική έκβαση δεν μπορεί να προβλεφθεί και, δεν έχει σχηματιστεί πρόβλεψη στις οικονομικές καταστάσεις σε σχέση με την προσφυγή αυτή.
Αλεξάνδρα Γκίτση