Ύποπτης διακίνησης και προέλευσης τρόφιμα φτάνουν ανεξέλεγκτα στο ράφι των σούπερ μάρκετ ενώ ταυτόχρονα στον γκρεμό οδηγούνται εκατοντάδες ελληνικές επιχειρήσεις παραγωγής τροφίμων εξαιτίας εταιρειών φαντασμάτων που κλέβουν με τριγωνικές συναλλαγές τον ΦΠΑ πολλών εκατομμυρίων Ευρώ.
Οι «βουλγαρικές» εταιρείες λειτουργούν ως προσωρινοί ενδιάμεσοι για μερικούς μήνες, εκμεταλλεύονται το περίπλοκο μηχανισμό απόδοσης ΦΠΑ –τον οποίο τελικά ουδέποτε αποδίδουν- και φέρνουν στα ράφια των σούπερ μάρκετ αλλά και στις ταβέρνες, τα εστιατόρια και στα ξενοδοχεία, «φθηνά» προϊόντα, καταστρέφοντας τους νόμιμους παραγωγούς με τον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Αυγά, κρέατα, κοτόπουλα, λάδια φτάνουν μισοτιμής, στα ράφια αλλά πανάκριβα στα πιάτα των Ελλήνων καταναλωτών, σε περιφερειακές ταβέρνες, εστιατόρια, σούπερ μάρκετ και ξενοδοχεία, χωρίς ουδείς να γνωρίζει την προέλευση αλλά και την πραγματική αιτία της «χαμηλής τιμής» τους.
Το κακό ξεκίνησε, μετά την αλλαγή του καθεστώτος ΦΠΑ στα αγροτικά προϊόντα γιατί σε άλλα επιβάλλεται συντελεστής 13% σε άλλα 24% και στο τέλος κάποιοι εισπράττουν αλλά δεν αποδίδουν ΦΠΑ για να μπορούν να πουλάνε κακής ποιότητας προϊόντα σε δελεαστική τιμή.
Ο τρόπος που λειτουργεί το τεράστιο κύκλωμα παράνομης εμπορίας συνήθως είναι ο εξής:
Υπάρχει μία εταιρία παραγωγής και τυποποίησης π.χ. ηλιελαίου στη Βουλγαρία.
Η εταιρεία αυτή είτε ιδρύει μία ελληνική με τη συμμετοχή κάποιου τρίτου είτε βρίσκει διάφορες εμπορικές εταιρίες στην Ελλάδα . Πολλές φορές εμπλέκονται 2-3 μεσάζοντες στην Ελλάδα, ώστε να χαθούν τα ίχνη των συναλλαγών.
Σε καμιά όμως περίπτωση, η βουλγάρικη εταιρία παραγωγής δεν πουλά απευθείας στον τελικό αποδέκτη (σούπερ μάρκετ, ξενοδοχείο, ταβέρνα).
Για να εξασφαλίσει ο (Έλληνας) έμπορος, εστιάτορας, ξενοδόχος την πολύ χαμηλή τιμή, πρέπει να αγοράσει αναγκαστικά από εταιρία ελληνική.
Η Βουλγάρικη εταιρία πουλάει σε μία προκαθορισμένη τιμή π.χ. 8,60 ευρώ (δεν περιλαμβάνει ΦΠΑ, διότι είναι εισαγόμενο) στην ελληνική.
Στη συνέχεια, η ελληνική χονδρεμπορική εταιρία, πουλά το προϊόν αυτό πολύ φθηνότερα στον πελάτη π.χ. 7,60 € + ΦΠΑ 24% = 9,42 €.
Η ελληνική χονδρεμπορική εταιρία, ωστόσο είτε δεν αποδίδει τον ΦΠΑ στο Κράτος είτε αποδίδει μέρος του ώστε να συνεχίσει να υφίσταται τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, κρατώντας τον ΦΠΑ στα ταμεία της αποκομίζοντας τεράστιο πραγματικό κέρδος.
Συνήθως, αυτές οι χονδρεμπορικές εταιρίες είναι βραχύβιες και, ουσιαστικά, συστήνονται με σκοπό να κλείσουν μετά από σύντομο χρονικό διάστημα. Στην πράξη εισπράττει 9,42€ και όχι 7,60€ αφού τον ΦΠΑ δεν τον αποδίδει ποτέ…
Ο συγκεκριμένος τρόπος είναι ιδιαίτερα «δημοφιλής» και διαδεδομένος και έχει ενταθεί ακόμη περισσότερο, από τότε που αυξήθηκε ο ΦΠΑ από 13% σε 24% στο ηλιέλαιο.
Αναφορικά με τα αυγά το μέγεθος της αγοράς αυξάνεται λόγω Πάσχα και το πρόβλημα εντοπίζεται στην «ελληνοποίηση» αβγών αφού η παραγωγή στην Τουρκία επιδοτείται από το Κράτος (ή/και από την Ευρωπαϊκή Ένωση). Στη συνέχεια τα αβγά αυτά εξάγονται στη Βουλγαρία και προωθούνται στην Ελλάδα, αφού έχουν ελληνοποιηθεί με παράνομο τρόπο.
Υπάρχουν και άλλες πιο περίπλοκες μέθοδοι. Η πιο διαδεδομένη είναι η παράνομη επιστροφή ΦΠΑ μέσω Βουλγαρίας με αποτέλεσμα κάποιες Βουλγαρικές επιχειρήσεις να καταφέρνουν να πωλούν τα αγαθά αυτά σε τιμές οι οποίες είναι υπερβολικά χαμηλές.
Μέχρι πρόσφατα το εμπόριο των συγκεκριμένων παράνομων προϊόντων περιοριζόταν κυρίως σε συγκεκριμένα κανάλια (χονδρέμποροι που μεταπωλούν σε εστιατόρια, ταβέρνες, ξενοδοχεία κτλ).
Τώρα πια τα προϊόντα αυτά αρχίζουν και τα εισάγουν μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης.
Αυτό σημαίνει ότι οι νόμιμα λειτουργούσες ελληνικές εταιρίες ασφυκτιούν όλο και περισσότερο και, άν δεν ληφθούν άμεσα κάποια μέτρα προστασίας και ελέγχου, απειλούνται με κλείσιμο.
Το σχήμα ξεκινάει όταν η εταιρεία-φάντασμα χρεώνει (στην ουσία πουλά) ένα προϊόν ή μια υπηρεσία σε άλλη (συνεπή) εταιρεία. Υπόχρεος του ΦΠΑ είναι η δεύτερη εταιρεία – ο πελάτης, και όχι ο πωλητής που έχει εισπράξει ολόκληρο το ποσό της συναλλαγής της αγοραπωλησίας.
Στη συνέχεια, η δεύτερη εταιρεία πωλεί το προϊόν σε τρίτη εταιρεία εφαρμόζοντας τον ίδιο κανόνα.
Συχνά οι εταιρείες-φαντάσματα που βρίσκονται στην αρχή της αλυσίδας, εξαφανίζονται και ουδείς μπορεί να τις ανακαλύψει στις διευθύνσεις που έχουν δώσει. Αντί να καταβάλουν τον ΦΠΑ στην Εφορία, τον κρατούν για τον εαυτό τους, και με τον τρόπο αυτό αναγκάζουν τις εταιρείες της αλυσίδας να πληρώσουν πάλι τον ΦΠΑ που έχουν ήδη πληρώσει.
Το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: Οι αδαείς καταναλωτές βάζουν στο πιάτο τους προϊόντα άγνωστης προέλευσης και διαδρομής, πληρώνουν ακριβά αλλά οι επιτήδειοι κερδίζουν τον ΦΠΑ τον οποίο χρησιμοποιούν ως μοχλό για να συντρίψουν τις νόμιμες παραγωγικές επιχειρήσεις.
Οι νόμιμες επιχειρήσεις ασφυκτιούν, απολύουν εργαζόμενους και στο τέλος κλείνουν αυξάνοντας τις ουρές των ανέργων που δεν μπορούν πια να πληρώσουν τα προϊόντα.
Χρήστος Κώνστας (toxrima.gr)