Οι πρώτες αντιδράσεις στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού από τους ιδιώτες παρόχους στην αναπροσαρμογή των τιμολογίων της ΔΕΗ έρχονται από την Protergia. Η θυγατρική της Μυτιληναίος Α.Ε. βγάζει από σήμερα στην αγορά τρία νέα πακέτα στο μοντέλο των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας. Τα νέα πακέτα προσφέρουν σταθερή μηνιαία τιμή για δύο χρόνια ανεξάρτητα, χωρίς ρήτρα CO2 για συγκεκριμένη κατανάλωση ρεύματος. Η Protergia είναι επίσης ο πρώτος ιδιώτης πάροχος που προχώρησε ήδη στην αναπροσαρμογή των τιμολογίων της ενσωματώνοντας αύξηση 11% στο ανταγωνιστικό σκέλος των τιμολογίων.
Τους υπολογισμούς τους μετά τις αναπροσαρμογές τιμολογίων της ΔΕΗ κάνουν και οι λοιποί ιδιώτες πάροχοι για να προχωρήσουν στις δικές τους κινήσεις, και κυρίως οι καθετοποιημένες εταιρείες, αφού οι μικρές δεν έχουν περιθώρια για περαιτέρω συμπίεση κέρδους. Οι μεγάλοι πάροχοι φαίνεται ότι θα κινηθούν επίσης στην κατεύθυνση των πακέτων και των προσφορών της κινητής τηλεφωνίας, επιδιώκοντας κυρίως σε πρώτη φάση την αύξηση των μεριδίων. Αυτό σημαίνει ότι θα αποφύγουν τις αυξήσεις στα υφιστάμενα προϊόντα και θα ενσωματώσουν τα νέα δεδομένα σε νέα προϊόντα που θα διαθέσουν στην αγορά. Οι ιδιώτες πάροχοι θα στοχεύσουν κυρίως στις μεγάλες καταναλώσεις της μέσης τάσης, όπου το πεδίο ανταγωνισμού διευρύνεται μετά τη μείωση της έκπτωσης και στους συνεπείς πελάτες της ΔΕΗ, για τους οποίους το κίνητρο παραμονής στη δεσπόζουσα εταιρεία μετά τον περιορισμό της έκπτωση έχει αποδυναμωθεί.
Παράγοντες που θα καθορίσουν περαιτέρω τη στάση των ιδιωτών παρόχων είναι τόσο η πολιτική της ΔΕΗ στο θέμα των ανείσπρακτων οφειλών όσο και οι διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν στο θέμα της συμφωνίας για τα ποσοστά μείωσης των μεριδίων της ΔΕΗ. Οπως είναι ήδη γνωστό, ο υφυπουργός Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς διαπραγματεύεται στις Βρυξέλλες, εκτός από την κατάργηση των ΝΟΜΕ, και την παύση της συμφωνίας για τον δεσμευτικό στόχο μείωσης των μεριδίων της ΔΕΗ κάτω από 50% το 2019 και την αναπροσαρμογή του στα επίπεδα του 60%-65%. Η κατάργηση των ΝΟΜΕ αναμένεται να επηρεάσει κυρίως τους μικρούς παρόχους της αγοράς, οι οποίοι δεν διαθέτουν δική τους παραγωγή και θα είναι υποχρεωμένοι να αγοράζουν στην οριακή τιμή του συστήματος που, λόγω κόστους CO2, διαμορφώνεται σε υψηλά επίπεδα για να καλύψουν τους πελάτες τους.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή